Το μεγάλο πρόβλημα

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή Σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

μεγάλο

Το μεγάλο πρόβλημα στην πολιτική ήταν ανέκαθεν ο λαός. Πάρτε παράδειγμα την κυβέρνηση: Τα πήγαινε περίφημα, μέχρι που ο λαός άρχισε να διαφωνεί. Και τώρα ο πρωθυπουργός έχει αφήσει κατά μέρος την πρωθυπουργία και τρέχει στη Βόρεια Ελλάδα να εξηγεί τι τιτάνιο έργο έχει γίνει, ενώ εξάγει τον Τζιτζικώστα στην Ευρώπη ως επίτροπο. Όχι πώς η υπόδειξη Τζιτζικώστα κάνει τη ζωή των δεξιών ψηφοφόρων καλύτερη, αλλά η υπόδειξη ενός Μη-Τζιτζικώστα κάνει τη ζωή του πρωθυπουργού χειρότερη, κάτι που λαμβάνουμε υπόψη μας όταν έρθει η ώρα να αναδείξουμε Πρόεδρο Δημοκρατίας. Αραγε θα υπάρξει ένας ερευνητής να ζυγίσει από το 1974 μέχρι σήμερα εάν αυτός ο θώκος προσέφερε μεγαλύτερες ευεργεσίες από όσα προβλήματα προκάλεσε;

Το επόμενο παράδειγμα και πιο νωπό (έχει την ιδιότητα κάθε μέρα να γίνεται φρεσκότερο της προηγούμενης) είναι η περιοχή του ΣΥΡΙΖΑ. Εκεί, ο λαός εξέλεξε πρόεδρο τον Στέφανο Κασσελάκη, τον οποίο προ της εκλογής τα στελέχη του κόμματος δεν τον ήθελαν, και μετά την εκλογή ούτε τα στελέχη τον ήθελαν ούτε ο επιτυχών υποψήφιος τα ήθελε. Κλείνει ένα έτος από τότε οσονούπω. Και ο λαός συνεχίζει να θέλει τον Κασσελάκη, αλλά μόνο ο λαός και κανένας άλλος. Με τον λαό συμβαίνει να αποτελεί μεν αμελητέα ποιότητα αλλά όχι αμελητέα ποσότητα. Συντρέχει όμως και το εξής παράδοξο: Ενώ ο λαός θέλει τον Κασσελάκη, το κόμμα παραμένει μειοψηφούσα δύναμη. Συνεπώς, το υποσύνολο «λαός που ψηφίζει για πρόεδρο ΣΥΡΙΖΑ», ενώ μειοψηφεί έναντι του υποσυνόλου «λαός που σκοτίστηκε για το ζήτημα», αποτελεί δεσμευτικό παράγοντα για το στελεχιακό δυναμικό του χώρου, συμφώνως προς τους κανόνες της ποιμενικής θεωρίας Αβέρωφ που επιβεβαιώθηκε πανηγυρικά όταν οι διαφωνούντες συγκρότησαν νέο μαντρί, αλλά δεν ενδιαφέρθηκε γι’ αυτούς καν ο λύκος.

Ενώ λοιπόν «ο λαός που ψηφίζει πρόεδρο ΣΥΡΙΖΑ» θέλει Κασσελάκη, με πρόεδρο Κασσελάκη δεν αυγαταίνει «ο λαός που ψηφίζει ΣΥΡΙΖΑ», με αποτέλεσμα να ανακυκλώνεται μια συνθήκη δυσμενής για το κόμμα, καθώς μάλιστα αυγαταίνουν «τα στελέχη που δεν θέλουν Κασσελάκη», συμπίπτοντας σιγά σιγά με «τα στελέχη που δεν θέλει ο Κασσελάκης», ο οποίος είναι αμφίβολο εάν ήθελε κανέναν εξ αρχής, εξαιρουμένου βέβαια του Τάιλερ. Όλα δείχνουν ότι δεν έπρεπε να είχε εμπλακεί ο λαός στην υπόθεση. Οι μεγάλοι πρυτάνεις της πολιτικής έχουν δείξει ότι τον λαό τον φωνάζεις όταν είναι στρωμένη η κατάσταση, διότι όταν ο λαός ψηφίσει σε άκαιρες στιγμές μπορεί να παραχθούν ανεπιθύμητα αποτελέσματα. Δεν ξεχνάμε άλλωστε ότι εμείς οι ίδιοι που βγαίναμε στους δρόμους ζητώντας από τον Σημίτη να μην αγγίξει το ασφαλιστικό, τον εγκαλούμε επειδή μας άκουσε, μη παραδεχόμενοι καν ότι εμείς οι ίδιοι φωνάζαμε, λες και δεν είμαστε παρόντες στις πορείες έχοντας μνήμη ο ένας της παρουσίας του άλλου.

Εν κατακλείδι, όλοι συμφωνούμε ότι ο τόπος χρειάζεται μια σοβαρή αντιπολίτευση (και μια σοβαρή κυβέρνηση, ε;) η οποία να θέλει τον αρχηγό της, να τη θέλει ο αρχηγός της, να τη θέλει ο λαός της και να θέλει τον λαό της και η ίδια. Από την άλλη, βέβαια, ο Ανδρουλάκης, όσο σοβαρότερος γίνεται, τόσο πληκτικότερος φαντάζει, ενώ ο Βελόπουλος που πουλάει αλοιφές σαρώνει, επειδή τις πουλάει με σοβαρότητα. Τον βλέπεις να μιλάει και πας και ψωνίζεις, όπως με τους μικροπωλητές που πουλούσαν απορρυπαντικά επισείοντας τον Διαμαντή που δεν ήταν βόας, ούτε και κροταλίας. Ισως αν εκλεγόταν αρχηγός ένας Αυλωνίτης, να ρωτάει βλοσυρά «ρε, πού πάμε;», θα ψάρωνε τον κόσμο και θα απειλούσε στα σοβαρά την εξουσία, με αντιπρόεδρο τον Λογοθετίδη.