Ας μην συνηθίσουμε την ασχήμια της βίας

Του Σταύρου Κουμπιά, Ομότιμος καθηγητής και π. πρύτανης του Πανεπιστημίου Πατρών.

Δυστυχώς, τελευταία υποβόσκει ένα συνεχώς διογκούμενο νοσηρό και καταστροφικό κλίμα διάχυτης τυφλής και ανεξέλεγκτης βίας, «ανθρωποφαγίας», τοξικότητας, βάναυσης και σκόπιμης ενοχοποίησης της «άλλης», μη αρεστής άποψης (τόσο σε προσωπικό, όσο και σε συλλογικό επίπεδο), ενώ ο πολιτισμένος διάλογος και η καλόπιστη κριτική υποχωρούν συνεχώς. Η παράλογη άμεση ή έμμεση αποδοχή, σχεδόν «λαγνεία» της βίας, ο «τυφλός» διχασμός, η σκόπιμη διαστρέβλωση θέσεων, η συκοφάντηση, ο φθόνος, η χυδαιότητα, οι αρρωστημένα εμμονικές, απαξιωτικές και προσβλητικές συμπεριφορές στιγματίζουν συχνά την καθημερινότητα.

Πρέπει να ομολογήσουμε ότι ένα καθόλου ευκαταφρόνητο μέρος της κοινωνίας, ανεξαρτήτως μορφωτικού επιπέδου και κοινωνικής θέσης, έχει πια εθιστεί στην σκληρή και συχνά τυφλή αντιπαράθεση και σύγκρουση και έχει στην ουσία εν πολλοίς νομιμοποιήσει ή τουλάχιστον αποδεχθεί την ποικιλώνυμη βία (φυσική, σωματική, συναισθηματική, ψυχολογική, λεκτική, σεξιστική, ρατσιστική, κρατική κ.λπ.), εκτός δεοντολογίας, κανόνων και θεσμών.

Πολυάριθμα περιστατικά τέτοιων βίαιων, εκφοβιστικών, κακοποιητικών και ενίοτε εγκληματικών συμπεριφορών στις διαπροσωπικές σχέσεις, σε εκπαιδευτικά περιβάλλοντα, στην εργασία, στην οικογένεια, στην τέχνη, στον αθλητισμό, στην πολιτική κ.λπ., ακόμα και απέναντι σε ζώα, είναι την ημερήσια διάταξη. Ας θυμηθούμε ενδεικτικά ορισμένες μεγάλες υποθέσεις που έχουν παρουσιαστεί στα ΜΜΕ, όπως αυτές των Βαγγέλη Γιακουμάκη, Ελένης Τοπαλούδη, Ιωάννας Παλιοσπύρου, Καρολάιν Κράουτς, Ρούλας Πισπιρίγκου, Μαρίας Μπεκατώρου, Πέτρου Φιλιππίδη, Δημήτρη Λιγνάδη, διαπομπεύσεων ανθρώπων και καταστροφών σε κεντρικά Πανεπιστήμια κ.λπ.

Η βία, σε προσωπικό επίπεδο, ασκείται κατά κανόνα από τους λεγόμενους τοξικούς ανθρώπους, οι οποίοι «δηλητηριάζουν» τους γύρω τους, επιδιώκοντας την επιβολή εξουσίας επί του «άλλου», τον έλεγχό του, την ποικιλότροπη κακοποίηση και τρομοκράτησή του, την ψυχολογική και ενίοτε την φυσική εξόντωση του. Βεβαίως, τουλάχιστον όσοι εκτίθενται στην δημόσια σφαίρα είναι υποχρεωμένοι να δέχονται την κριτική και να παραδέχονται τα λάθη τους, όμως η ακούμενη κριτική πρέπει να είναι καλόπιστη τεκμηριωμένη και αντικειμενική, όσο αυστηρή και σκληρή και να είναι, να τηρείται δε πάντα το κριτήριο της αθωότητας. Σε μια πολιτισμένη και ευνομούμενη κοινωνία, αναμφίβολα, απαιτείται να υπάρχει ένα σαφές όριο μεταξύ της νηφάλιας, εποικοδομητικής κριτικής και της «ανθρωποφαγίας» και εκφοβισμού (bullying).

Δυστυχώς, όμως, συχνά ο τεκμηριωμένος και δημιουργικός διάλογος, ο ορθολογισμός και η κριτική χωρίς ακρότητες και χυδαιότητες έχουν συχνά αντικατασταθεί φανατικές «κραυγές», με ευδιάκριτες «σκοτεινές» σκοπιμότητες, επιδιώκοντας ενίοτε «ξεκαθάρισμα λογαριασμών», διαπόμπευση και δολοφονία χαρακτήρων των «ανεπιθυμήτων».

Είναι πρόδηλο ότι σε συλλογικό επίπεδο, το κόστος αυτού του νοσηρού κλίματος του ανορθολογισμού και της διάχυτης ποικιλώνυμης βίας είναι κατά κανόνα μεγάλο, ιδιαίτερα για σημαντικά και πολυδιάστατα θέματα (π.χ. εθνικά, οικονομικά, εκπαιδευτικά κ.λπ.), δεδομένου ότι η σκόπιμη ένταση, ο φανατισμός και η έλλειψη νηφαλιότητας εμποδίζει συνήθως την εξεύρεση και υιοθέτηση τεκμηριωμένων, συναινετικών και βιώσιμων λύσεων, αναλόγως, βεβαίως, των εκάστοτε επικρατουσών συνθηκών.

Η αυτονοήτως απαραίτητη συναίνεση και συνεννόηση είναι, επομένως, ζητούμενα, παρότι ορισμένες φορές θεωρούνται στοιχεία αδυναμίας ή υποχωρητικότητας, ιδιαιτέρως από ανεύθυνους, τοξικούς, αρρωστημένα εμμονικούς ανθρώπους με έντονο ναρκισσισμό και δόγμα ζωής το «εγώ έχω απόλυτο δίκιο».

Αναντίρρητα σε τμήμα της κοινωνίας υπάρχει οργή, ενίοτε δικαιολογημένη και λόγω της παρατεταμένης πολύ-επίπεδης κρίσης, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε βίαιες συμπεριφορές. Αυτήν την οργή εκμεταλλεύονται οι λαϊκιστές και οι κατ’ επάγγελμα έμποροι της λαϊκής δυσαρέσκειας, υποδαυλίζοντας σκόπιμα ένα νοσηρό και επικίνδυνο κλίμα της διάχυτης βίας, «ανθρωποφαγίας», διχασμού και καταστροφικών συμπεριφορών και πρακτικών. Ομως μια τέτοια πρακτική δεν μπορεί να λύσει τα μικρά και μεγάλα προβλήματα, αντιθέτως τα μεγεθύνει. Δεν υπάρχει «καλή» και «κακή» βία, όπως ορισμένοι άφρονες υποστηρίζουν. Στο Σύνταγμα της Ελλάδος (Αρθρο 7) αναφέρεται ότι «…Τα βασανιστήρια, οποιαδήποτε σωματική κάκωση, βλάβη υγείας, ή άσκηση ψυχολογικής βίας, καθώς και κάθε άλλη προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας απαγορεύονται και τιμωρούνται, όπως νόμος ορίζει…».

Στις ευρύτερες διεθνείς σχέσεις εμφανίζεται συχνά με έμφαση το δραματικό και επικίνδυνο φαινόμενο της χρήσης ή απειλής χρήσης βίας, ως αποτέλεσμα αναθεωρητισμού, παραβίασης του διεθνούς δικαίου και των πολλαπλών φονικών πολεμικών συγκρούσεων, οι οποίες συσσωρεύουν δεινά και δυστυχία για τους λαούς, όπως πχ. συμβαίνει σήμερα με την επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία, παλαιότερα με την αιματηρή εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο, τους βομβαρδισμούς στην Γιουγκοσλαβία, αλλά και τις ευθείες απειλές της «γαλάζιας πατρίδας» για το Αιγαίο. Δυστυχώς, ακόμα και σήμερα, στον εικοστό πρώτο αιώνα, το δίκιο του ισχυρότερου και οι φονικοί πόλεμοι συνεχίζουν εν πολλοίς να καθορίζουν τις διεθνείς σχέσεις, δικαιώνοντας, δυστυχώς, διαχρονικά τον Ηράκλειτο (…πόλεμος πάντων μεν πατήρ εστί, πάντων δε βασιλεύς…).

Πως, όμως, αυτή η διάχυτη βία μπορεί να αντιμετωπισθεί και μάλιστα μέσα σ’ ένα περιβάλλον παρατεταμένης πρακμής; Καταρχάς, απαιτείται η ανίχνευση και αξιολόγηση των βαθύτερων γενεσιουργών αιτίων των νοσηρών και παραβατικών φαινομένων βίας, προκειμένου έμπρακτα να απομονώνονται και να καταδικάζονται, χωρίς υποκρισία, λαϊκισμούς και συμψηφισμούς και σύμφωνα με τους ισχύοντες δημοκρατικούς θεσμούς και το δίκαιο. Ομως, πάνω από όλα, είναι αυτονόητο, αλλά δυστυχώς συνεχώς ζητούμενο, το ότι η αναβάθμιση της παιδείας των πολιτών στην ευρεία της έννοια, ο πολιτισμένος και εποικοδομητικός διάλογος, η καλόπιστη κριτική, η ενσυναίσθηση, ο σεβασμός της αξιοπρέπειας του άλλου και των νομίμων δικαιωμάτων του, είναι ο δύσβατος μονόδρομος για την αντιμετώπιση των προβλημάτων και επομένως των φαινομένων της ποικιλώνυμης βίας. Αν κάτι τέτοιο σήμερα θεωρείται ουτοπικό, τι θα εμπoδίσει την κοινωνία μας να μετατραπεί σε ζούγκλα;

Ο Μάνος Χατζιδάκις είχε πεί «…όποιος δεν φοβάται το πρόσωπο του τέρατος (εν προκειμένω της βίας), πάει να πει ότι του μοιάζει…». Ας μην συνηθίσουμε την ασχήμια της βίας.

Όλες οι ειδήσεις άμεσα μέσα από το Google News. Κάντε κλικ εδώ και κάντε εγγραφή


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ