Χρήστος Αναστασόπουλος: «Οι άντρες χρειάζεται να ‘‘επανεκπαιδευτούν’’»

Σπάνια ευαισθησία, εξαιρετική γραφή, άρτιες περιγραφές, ήρωες πλασμένοι με ιδιαίτερη φροντίδα και μια ευφάνταστη  ιστορία που πηγάζει από ένα έντονο βίωμα της παιδικής του ηλικίας. Ολα αυτά γεύεται ο αναγνώστης διαβάζοντας τη «Βρεφοδόχο» του  -νουβέλα ύμνο στη γυναίκα-, η οποία αγγίζει τις πιο ευαίσθητες χορδές μας και συγκινεί βαθιά. Ο Χρήστος Αναστασόπουλος μιλά για το νέο του βιβλίο, που κυκλοφορεί από τις αθηναϊκές εκδόσεις «Συρτάρι», υπεύθυνος των οποίων είναι ο Πάνος Αντωνόπουλος, ο οποίος μεγάλωσε στην Πάτρα, και μοιράζεται με την «ΠτΚ» τις απόψεις του για ζητήματα της επικαιρότητας που καίνε.

Ποιο το ερέθισμα για να γράψετε τη «βρεφοδόχο»;

Mια από τις πρώτες παιδικές μου αναμνήσεις, εκεί κάπου στα πέντε με έξι μου χρόνια, θυμάμαι να αγκαλιάζω τα εγκαταλελειμμένα βρέφη στο Δημοτικό Βρεφοκομείο της Πάτρας, στο οποίο ο πατέρας μου εργαζόταν ως παιδίατρος. Τότε, μωρό παιδί και εγώ ακόμη, γνώριζα ότι τα μωρά εκείνα δεν είχαν μπαμπά και μαμά. Και από τότε και μέχρι την εφηβεία μου αγκάλιασα δεκάδες, μπορεί και εκατοντάδες, τέτοια βρέφη. Και πάντα με την ίδια παιδική αγάπη και θαλπωρή. Τότε ήταν που η παιδική αγκαλιά ήταν για μένα το πρώτο σύμπαν που δημιούργησα για αυτά τα μωρά. Τότε ήταν, ναι από τόσο νωρίς «ξύπνησε» μέσα μου το πατρικό ένστικτο έτσι ώστε πήρα τότε μιαν απόφαση. Δεν γνώριζα αν θα δημιουργούσα οικογένεια με παιδιά, αλλά αν έκανα δεν θα τα εγκατέλειπα ποτέ.

Εγκατάλειψη βρεφών, trafficking, κακοποίηση… Θα μας πείτε για την επιλογή των θεμάτων και την απόφασή σας να μπήξετε το μαχαίρι σ’ αυτές τις κακοφορμισμένες πληγές;

Και στα τρία αυτά θέματα, το βασικό πρόσωπο που βλάπτεται είναι η γυναίκα. Και παρ’ όλα αυτά που οι γυναίκες παθαίνουν -κατά βάση από εμάς τους άντρες- συνεχίζουν να μας φέρνουν στον κόσμο, να κοιλοπονούν και να μας μεγαλώνουν με περίσσεια αγάπη. Θεώρησα χρέος μου, κατά κάποιον τρόπο, ως αντίδωρο στις σημαντικές γυναίκες της ζωής μου, να γράψω αυτό το βιβλίο.

Από την άλλη, ως αντίδοτο έρχονται η καλοσύνη, η αγάπη, η θετική ενέργεια της ομάδας των ηρώων σας. Κοινότητα σαν αυτή έχει «χώρο» να ανασάνει στην εποχή της αδιαφορίας και της τοξικότητας;

Αυτό που συγγραφικά επιχείρησα στη «Βρεφοδόχο» μου είναι να μην κρίνω τους ήρωες, τους πρωταγωνιστές όσο «αρνητικά» ή και «θετικά» στοιχεία να έχουν αλλά να τους αφήσω αυτούς να με οδηγήσουν στην πλοκή. Και πρόεκυψε έτσι αυτό το εξαιρετικό στοιχείο ότι δηλαδή ακόμη και στον πιο διεφθαρμένο άνθρωπο υπάρχουν μέσα του στοιχεία καλοσύνης και νοιαξίματος. Το ζήτημα είναι πώς θα αρθρωθεί η συγκεκριμένη συγκυρία. Και στην ιστορία μου οι πρωταγωνιστές μου είναι «κρυστάλλινοι», όχι γιατί είναι μόνο καλοί αλλά γιατί ακόμη και μέσα στην πιθανή μαυρίλα τους είναι έτοιμοι για την προσωπική τους υπέρβαση.

Σε στιγμές έντονες, ακραίες και πολεμικές οι άνθρωποι υπερβαίνουν εαυτούς. Είναι πια στη διακριτική τους ευχέρεια σε ποια κατεύθυνση. Στην ιστορία μου είναι ξεκάθαρη η απόφασή τους να προστατεύσουν με τις πράξεις τους την ανήλικη Ρωσίδα μητέρα, θύμα trafficking και το νεογέννητο βρέφος της.

«Πόσο πιο ωραία θα ήταν αν τα παιδιά μεγάλωναν με την καλοσύνη που πηγάζει από την έγνοια για τον άλλον» διαβάζουμε. Αν ήταν έτσι, θα έμοιαζε ο κόσμος μας με…

Τη «Βρεφοδόχο» μου,

Η ιστορία σας αποπνέει βαθύ σεβασμό προς τις γυναίκες που «κυοφορούν σύμπαντα» όπως γράφετε. Πώς στέκεστε απέναντι στους άνδρες που θεωρούν τη βία ανδρικό προνόμιο και επίδειξη τεστοστερόνης, φθάνοντας ακόμα και στα άκρα;

Θεωρώ πως στο να φθάσουμε εμείς οι άνδρες να συμπεριφερόμαστε με τέτοιους τρόπους απέναντι στις γυναίκες έχει να κάνει με την παιδεία με την οποία μεγαλώσαμε και συμπεριλαμβάνει κατά βάση, τη σχολική μας εκπαίδευση, τη θρησκεία στην οποία χωρίς καν να ερωτηθούμε κατηχηθήκαμε, τις σχέσεις των γονιών μας, τον τρόπο δηλαδή που συμπεριφερόταν ο πατέρας μας στη μητέρα μας. Και η αλυσίδα αυτή των ανισόρροπων σχέσεων όχι μόνον συνεχίζεται, αλλά δυναμώνει. Και μόνον οι άντρες αν αποφασίσουν να «επανεκπαιδευτούν» μπορούν να τη σπάσουν. Αυτό που βαθιά πιστεύω είναι ότι το «metoo», θα φέρει τα μέγιστα θετικά αποτελέσματα με την απόλυτη και αμέριστη συνέργεια των αντρών.

«Ο εύθραυστος, διάφανος και παραδείσιος πλανήτης» όπως γράφετε, αλλά και οι ζωές χιλιάδων «κρυστάλλινων ανθρώπων» διακυβεύονται, με τη νέα μάστιγα -τον πόλεμο στην Ουκρανία. Οι σκέψεις σας;

Ο πόλεμος είναι μια ακραία κατάσταση βίας. Είναι η απόλυτη ματαίωση της ειρήνης και της ευζωίας. Ο Ηράκλειτος είχε πει ότι «πόλεμος πατήρ πάντων» και βέβαια δεν εννοούσε μόνο τον πόλεμο με τα όπλα, αλλά και τις καθημερινές μάχες, διαξιφισμούς, ματαιώσεις, τσακωμούς που όλοι λιγότερο ή περισσότερο εμπλεκόμαστε. Αραγε μήπως αυτός ο πόλεμος στην Ουκρανία, μας θυμίζει κάτι από τις προσωπικές μας μάχες, διαξιφισμούς, κακοποιήσεις λεκτικές και όχι μόνο; Θα μπορούσαν εν δυνάμει και νομίζω ότι πραγματικά συμβαίνει οι πρωταγωνιστές και συμμετέχοντες αυτού του πολέμου και στην Ουκρανία να υπερβάλουν εαυτούς και να τερματίσουν αυτήν την πολεμική σύρραξη; Προσωπικά νομίζω ότι σύντομα θα τερματιστεί αυτός ο πόλεμος και είμαι επίσης σίγουρος ότι πολλοί άνθρωποι και από τις δυο μεριές λειτούργησαν όπως οι ήρωες της ιστορίας μου. Ακόμη όμως δεν είμαστε έτοιμοι ως κοινότητα να ακούσουμε την ενεργητική σιωπή, τη φωνή της εύθραυστης γης μας, του πλανήτη μας. Οι βόμβες και οι φωνές από τους τσακωμούς μας τη σκεπάζουν. Τα κλάματά μας είναι δάκρυα ματαιώσεων και κακοποιήσεων και όχι δάκρυα επιτέλεσης προσωπικών αλλά και κοινωνικών άθλων.

Κλείνοντας το βιβλίο σας, ο αναγνώστης κατακλύζεται από έντονα και ποικίλα συναισθήματα. Εσείς, όταν βάλατε τελεία, τι νιώσατε;

Σαφώς και ένιωσα συγκίνηση και ο κύριος λόγος είναι ότι παρόλο που έγραψα μια ιστορία, ένα ακόμη παραμύθι για ενήλικες παρόλα αυτά για μένα είναι και παραμένει ένας πραγματικός κόσμος. Ενας κόσμος που ακόμη και εγώ -ο μικρός δημιουργός του- έχω τη δυνατότητα να συνυπάρξω για κάποιες στιγμές και να νιώσω την αυτό-ολοκλήρωσή μου. Κάτι που θα ήλπιζα και θα ευχόμουν να νιώσουν και οι αναγνώστες της «Βρεφοδόχου».

Πάτρα. Εκεί όπου εκτυλίσσεται η ιστορία σας. Τι σας λείπει και τι όχι από την πόλη;

Κοιτάξτε, η γενέθλια πόλη είναι πάντα για τον καθένα και την καθεμιά η παιδική του/της ηλικία. Και είναι τόσο έντονες οι αναμνήσεις από τότε που πιθανόν να σκεπάζουν και τα «άσχημα» της πόλης. Το γεγονός ότι το 2009 με όλη την οικογένεια αποφασίσαμε να φύγουμε από την Ελλάδα και να ζήσουμε στο Βερολίνο είχε να κάνει κυρίως με δύο λόγους. Με το γεγονός ότι ήθελα τα παιδιά μου να γνωρίσουν και άλλες νοοτροπίες και κουλτούρες και επίσης με το ότι στη Γερμανία είχαμε σημαντικές βοήθειες και επιδόματα να μεγαλώσουμε τα παιδιά μας. Τα δυο παραπάνω στοιχεία σαφώς και μου έλειπαν στην Πάτρα. Για μένα πια η πόλη μου -μιας και ζω μακριά της- είναι σαν μια υπερήλικη μητέρα που παρόλο με ταλαιπώρησε σαν παιδί και έφηβο παρόλα αυτά την αγαπώ για αυτό που είναι, χωρίς όμως και να μπορώ να ζω μαζί της. Eίναι δηλαδή η Πάτρα μια γερασμένη πόλη και οφείλουμε να τη φροντίσουμε για να ξανανιώσει. Οι πόλεις δεν πρέπει να γερνούν. Κυρία Κουνινιώτη, σας ευχαριστώ για τη διαθεσιμότητά σας και την όμορφη αυτή συνέντευξη.