ΕΚΤ: Παρέμβαση «ανάσα» για Ιταλία και Ελλάδα – Ποια χώρα έχει το μεγαλύτερο πρόβλημα

Το μεγαλύτερο πρόβλημα, κάτι το οποίο ξέρει πολύ καλά η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, είναι η Ιταλία, η οποία πρέπει να αναχρηματοδοτήσει μεγάλο όγκο ομολόγων, τα οποία λήγουν μέσα στη χρονιά.

ΕΚΤ

Η έκτακτη συνεδρίαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας είχε μόνο έναν στόχο: να κάνει κάτι για να υποχωρήσουν οι αποδόσεις των ομολόγων, που είχαν εκτοξευτεί το τελευταίο διάστημα, καθιστώντας αδύναμη τη χρηματοδότηση κυβερνήσεων, όπως της Ιταλίας (κυρίως) και της Ελλάδας, από τις αγορές.

Το μεγαλύτερο πρόβλημα, κάτι το οποίο ξέρει πολύ καλά η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, είναι η Ιταλία, η οποία πρέπει να αναχρηματοδοτήσει μεγάλο όγκο ομολόγων, τα οποία λήγουν μέσα στη χρονιά.

Έτσι, μετά την έκτακτη συνεδρίασή της σήμερα (15.06.2022), η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αποφάσισε να παρέμβει για να αποτρέψει τον «κατακερματισμό της αγοράς των ομολόγων».

Στην έκτακτη συνεδρίαση του διοικητικού της Συμβουλίου, μετά τη μεγάλη υποχώρηση των ομολόγων, η ΕΚΤ αποφάσισε να δώσει εντολή στις αρμόδιες επιτροπές του ευρωσυστήματος μαζί με τις υπηρεσίες της ΕΚΤ να επιταχύνουν την ολοκλήρωση του σχεδιασμού ενός νέου μέσου (εργαλείου) κατά του κατακερματισμού της αγοράς ομολόγων.

Όπως αναφέρει στην ανακοίνωση της η ΕΚΤ, «το Διοικητικό Συμβούλιο συνεδρίασε για να ανταλλάξει απόψεις σχετικά με την τρέχουσα κατάσταση της αγοράς. Από τη στιγμή που ξεκίνησε η σταδιακή διαδικασία εξομάλυνσης της πολιτικής τον Δεκέμβριο του 2021, το Διοικητικό Συμβούλιο δεσμεύτηκε να δράσει ενάντια στους κινδύνους κατακερματισμού που αναζωπυρώνονται. Η πανδημία έχει αφήσει μόνιμα τρωτά σημεία στην οικονομία της ζώνης του ευρώ, τα οποία πράγματι συμβάλλουν στην άνιση μετάδοση της ομαλοποίησης της νομισματικής μας πολιτικής σε όλες τις δικαιοδοσίες.

Βάσει αυτής της αξιολόγησης, το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε καταρχάς ότι θα εφαρμόσει ευελιξία στην επανεπένδυση των ομολόγων που έχουν αγοραστεί στο πλαίσιο του προγράμματος πανδημίας PEPP, με σκοπό τη διατήρηση της λειτουργίας του μηχανισμού μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής, προϋπόθεση για να μπορέσει η ΕΚΤ να ανταποκριθεί εντολή για τη σταθερότητα των τιμών».