Η αποκαλυπτική μελέτη για το Πανεπιστήμιο Πατρών: Να μειωθούν οι φοιτητές, να αυξηθούν οι καθηγητές

Ο φοιτητικός πληθυσμός πρέπει να γνωρίζει πού θα απευθυνθεί όταν εμφανίζεται κάποιο πρόβλημα που δυσχεραίνει τις σπουδές του

μελέτη Οι φοιτητές έχουν ανάγκη και από ένα χάρτη υπηρεσιών υποστήριξης

Η άκρως αποκαλυπτική μελέτη για τη λιμνάζουσα φοίτηση και την εγκατάλειψη σπουδών στο Πανεπιστήμιο Πατρών, που παρουσίασε αποκλειστικά η «Πελοπόννησος» την περασμένη Πέμπτη, συνέπεσε με τη δημοσιοποίηση της ετήσιας έκθεσης της Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ), η οποία δείχνει ότι τα ελληνικά πανεπιστήμια εμφανίζουν πτώση στις διεθνείς λίστες αξιολόγησης.

Τα αποτελέσματα της πρώτης εξηγούν και αιτιολογούν ως έναν βαθμό τα αποτελέσματα της δεύτερης. Πρόκειται για προβλήματα και παθογένειες τα οποία λειτουργούν ως συγκοινωνούντα δοχεία, καθώς παράγουν στοιχεία τα οποία αποτελούν δεδομένα αξιολόγησης των ακαδημαϊκών μας ιδρυμάτων.

Υπενθυμίζουμε ότι τη μελέτη διενήργησαν ο καθηγητής Διά Βίου Μάθησης και Εκπαίδευσης Ενηλίκων στο Τμήμα Επιστημών της Εκπαίδευσης και της Αγωγής στην Προσχολική Ηλικία (ΤΕΕΑΠΗ) του Πανεπιστημίου Πατρών Θανάσης Καραλής και ο διδάκτορας του Πανεπιστημίου Πατρών, εκπαιδευτικός-διευθυντής σχολικής μονάδας Δημήτρης Σακκούλης, υπό τον ερευνητικό σχεδιασμό του ομότιμου καθηγητή Επιμόρφωσης και Εκπαιδευτικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Πατρών Δημήτρη Βεργίδη.

«Το Πανεπιστήμιο Πατρών είναι το μοναδικό πανεπιστήμιο που άγγιξε το συγκεκριμένο πρόβλημα. Για την ακρίβεια τράβηξε την κουρτίνα των προβλημάτων. Και το έκανε αυτό πρωτίστως για να δει το ίδιο που φταίει για τους λιμνάζοντες φοιτητές, ώστε ακολούθως να πράξουμε τα δέοντα για την αντιμετώπισή τους» μας είπε ο πρύτανης του ακαδημαϊκού μας ιδρύματος Χρήστος Μπούρας.

Οι μελετητές, πέραν των πορισμάτων, κατέθεσαν συγκεκριμένες προτάσεις για τη διαχείριση αυτών των προβλημάτων, τις οποίες παραθέτουμε ακολούθως επιγραμματικά.

Η πρώτη πρόταση αφορά το ζήτημα της εξαιρετικά προβληματικής αναλογίας φοιτητών/διδακτικό προσωπικό. Το ζήτημα αυτό είναι αμιγώς πολιτικό, υπό την έννοια ότι οι όποιες λύσεις μπορούν να προέλθουν μόνον από την Πολιτεία. Είναι ευνόητο ότι η αναλογία αυτή μπορεί να διαφοροποιηθεί με δύο τρόπους, που και οι δύο έχουν σαφείς πολιτικές προεκτάσεις. Ο πρώτος είναι μείωση του αριθμού των φοιτητών και ο δεύτερος η αύξηση του αριθμού του διδακτικού προσωπικού (και προφανώς, οποιαδήποτε ενδιάμεση συνδυαστική λύση).

Στο πλαίσιο της Μονάδας Στρατηγικού Σχεδιασμού είναι απαραίτητη η σύσταση «Παρατηρητηρίου Φοίτησης», το οποίο να λειτουργεί ως εστιακό σημείο συγκέντρωσης και αναδιανομής όλων των σχετικών δεδομένων σε ιδρυματικό επίπεδο. Οι εισροές του Παρατηρητηρίου Φοίτησης μπορεί να προέρχονται από τις ακαδημαϊκές μονάδες, τη ΜΟΔΙΠ, το Κέντρο Υποστήριξης Διδασκαλίας και Μάθησης (ΚΕΔΙΜΑ), τη Μονάδα Υποστήριξης Φοιτητών και όλες τις υπηρεσίες και δομές υποστήριξης των φοιτητών). Προτείνεται, επίσης, το Παρατηρητήριο να διεξάγει κάθε δύο χρόνια μια έρευνα, προκειμένου να επικαιροποιούνται τα δεδομένα και να επιλέγονται οι κατά περίπτωση στοχευμένες παρεμβάσεις.

Δημιουργία ενός οικοσυστήματος υποστηρικτικών υπηρεσιών, καθώς όπως αναδεικνύεται από τα στοιχεία της έρευνας, η διαρκής υποστήριξη των φοιτητών είναι η βασικότερη παρέμβαση για την αντιμετώπιση της εγκατάλειψης των σπουδών. Το Πανεπιστήμιο Πατρών με διαρκείς θεσμικές και οργανωσιακές παρεμβάσεις στη διάρκεια των χρόνων, έχει καταφέρει να δημιουργήσει αυτό το οικοσύστημα, το οποίο όμως χρειάζεται ενίσχυση και κυρίως διαρκή προβολή στους φοιτητές. Είναι σημαντικό, ο φοιτητικός πληθυσμός του ιδρύματος να γνωρίζει πού θα απευθυνθεί όταν εμφανίζεται κάποιο πρόβλημα που δυσχεραίνει τις σπουδές.

Με δεδομένο ότι τα οικονομικά προβλήματα αποτελούν έναν από τους λόγους εγκατάλειψης και επιμήκυνσης σπουδών, είναι αναγκαίο να υπάρχει μέριμνα για την όσο το δυνατόν ευρύτερη κάλυψη των αναγκών των φοιτητών που τα αντιμετωπίζουν. Ειδικά ως προς την ανάγκη ενός ποσοστού των φοιτητών να εργαστούν επισημαίνουμε ότι δεν υπάρχει κανένα σύστημα διεξόδου, τόσο από την Πολιτεία όσο και από τα ιδρύματα, για εργασία σε «ήπιες», ή σε κάθε περίπτωση συμβατές προς τη φοίτηση δραστηριότητες ούτε μέσα στο πανεπιστήμιο, αλλά και ούτε και στην αγορά εργασίας (ειδικά για εργασίες μερικής απασχόλησης). Αυτό το πρόβλημα θα μπορούσε να επιλυθεί με τη συνεργασία των αρμόδιων φορέων (λ.χ. των μονάδων υποστήριξης φοιτητών με τη ΔΥΠΑ ή άλλες υπηρεσίες), ενώ θα μπορούσε επίσης να αποτελέσει αντικείμενο μέριμνας από την Πολιτεία.

Στα θρανία οι διδάσκοντες

μελέτη

Η διενέργεια ειδικών τεστ για διερεύνηση ελλειμμάτων των φοιτητών

Το Πανεπιστήμιο Πατρών είναι το πρώτο ίδρυμα στην Ελλάδα που ήδη από το 2016 έχει δημιουργήσει Κέντρο Υποστήριξης Διδασκαλίας και Μάθησης (ΚΕΔΙΜΑ). Εως σήμερα περίπου 150 μέλη διδακτικού προσωπικού έχουν παρακολουθήσει κύκλους μάθησης, ενώ περισσότεροι από 500 φοιτητές έχουν παρακολουθήσει πιλοτικό πρόγραμμα για τις πανεπιστημιακές σπουδές τύπου MOOC (Massive Open Online Course), το οποίο σύντομα θα προσφέρεται σε όλους τους νεοεισερχόμενους φοιτητές.

– Προτείνεται η διενέργεια ανά τακτά διαστήματα (για παράδειγμα κάθε τρία χρόνια), ειδικών διαγνωστικών τεστ από τις ακαδημαϊκές μονάδες, προκειμένου να διερευνώνται τα ελλείμματα των φοιτητών από τις προηγούμενες βαθμίδες εκπαίδευσης, με αποτέλεσμα να αδυνατούν να παρακολουθήσουν ένα πρόγραμμα σπουδών και να προσαρμόζεται ανάλογα το πρόγραμμα των μαθημάτων του πρώτου έτους.

Επιπεδοποίηση/ομογενοποίηση σε βάθος τριετίας των ποσοστών αποτυχίας ανά μάθημα και μάλιστα σε επίπεδο ιδρύματος ή τουλάχιστον Σχολών. Πρόκειται για ένα ζήτημα που κατά μια στρεβλή αντίληψη θεωρείται ότι ανήκει στο πεδίο της ακαδημαϊκής ελευθερίας, ενώ, αντίθετα, συνιστά παρέκκλιση από τις ακαδημαϊκές παραδόσεις. Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος που στα περισσότερα πανεπιστημιακά συστήματα διεθνώς, πρόσφατα και στο ελληνικό, έχουν προβλεφθεί θεσμικά αντίβαρα (όπως οι θεσμοί συνηγορίας των φοιτητών). Το ζήτημα αυτό, τόσο για το ελληνικό πανεπιστήμιο, όσο και για τις ακαδημαϊκές μονάδες του Πανεπιστημίου Πατρών, επισημαίνεται σε αρκετές εκθέσεις εξωτερικής αξιολόγησης και πιστοποίησης. Είναι συνεπώς αναγκαίο να αποφασιστεί ένα οριζόντιο κατώφλι επιτυχίας για τις διάφορες κατηγορίες μαθημάτων, η μη επίτευξη του οποίου να ενεργοποιεί τις αναγκαίες διαδικασίες παρέμβασης στο πρόγραμμα σπουδών.