Καμπ Βατικανού

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

Η είδηση είναι ποδοσφαιρική. Αλλά μπορεί και όχι.

Η Μπαρτσελόνα είχε διεθνές παιχνίδι, κόντρα στην Αϊντραχτ, στο θρυλικό γήπεδό της που αποκαλείται Καμπ Νου, χώρος δεύτερος τη τάξει από πλευράς ιερότητας μετά το Βατικανό. Διαβαίνεις το κατώφλι του και οφείλεις να ανατριχιάσεις, εκτός αν είσαι ιερόσυλος αγνωστικιστής. Μπαίνουν οι παίκτες της Μπαρτσελόνα στο γήπεδο, και τι να δουν; Καμιά τριανταριά χιλιάδες οπαδοί των γερμανών, να ανεμίζουν σημαίες και να εμψυχώνουν την
ομάδα τους, η οποία μάλιστα νίκησε.

Προπονητής και παίκτες της Μπαρτσελόνα δεν τα έβαλαν τόσο με τον εαυτό τους που έχασαν, αλλά τα έβαλαν με τον κόσμο της ομάδας τους. Πού στο καλό ήσαν; Γιατί οι γερμανοί οπαδοί κυριάρχησαν στις ημέτερες θέσεις; Γιατί καταλήφθηκε το πάτριο έδαφος εξ εφόδου; Ποια πέμπτη προδοτική φάλαγγα άνοιξε την Κερκόπορτα; Ποιος Πήλιος Γούσης και ποιος Εφιάλτης τους έδειξε τον δρόμο; Ποιος Δήμος Σταρένιος μουρμούρισε σαρδόνια
«οι Γερμανοί είναι φίλοι μας»;

Τι είχε συμβεί; Οι οπαδοί της Μπαρτσελόνα δεν έδειξαν ενδιαφέρον για το παιχνίδι. Εχουν ζήσει πολύ μεγαλύτερες συγκινήσεις από αυτήν και η φετινή πορεία της ομάδας, παρά την όψιμη αναλαμπή της, δεν τους εμπνέει. Ως κάτοχοι εισιτηρίου διαρκείας, οι αδιάφοροι, που αποδείχθηκαν πολλοί, προκειμένου να μη θρηνήσουν τα λεφτά τους, έσπρωξαν το εισιτήριο μέσω διαδικτύου, με αποτέλεσμα αυτά να βρεθούν στα χέρια γερμανών που τα
αναζήτησαν οργανωμένα. Η μαύρη αγορά μπορεί να κάνει τα πάντα, διότι καλή και άγια η οπαδική ιδεολογία, αλλά και το χρηματάκι δεν είναι να το κλαις αυτή την εποχή. Ακόμα και
στον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο γίνονταν αλισιβερίσια μεταξύ εχθρών. Σοκολάτες αντί τσιγάρων.

Οι παράγοντες και οι παίκτες της Μπαρτσελόνα καταλόγισαν ντροπιαστική μειοδοσία στους οπαδούς. Ο προπονητής και οι παίκτες της Μπαρτσελόνα, βέβαια, χθες μπορεί να έπαιζαν με τα χρώματα της Γιουβέντους και της Παρί Σεν Ζερμέν και αύριο με τη φανέλα της Τσέλσι ή ακόμα και της Ατλέτικο. Και θα προεξοφλούν ως δεδομένη τη στήριξη και την αφοσίωση των εκάστοτε οικείων οπαδών, στο πλαίσιο μιας βιομηχανοποιημένης αθλητικής
δραστηριότητας που σαλατοποιεί αθλητισμό, παράδοση, τοπικισμό, συναίσθημα, μάρκετινγκ και κερδοφορία αποδίδοντας δισεκατομμύρια στους συντελεστές του. Εκείνοι οφείλουν να ιδρώνουν και να ματώνουν τη φανέλα, με αντάλλαγμα ένα σκασμό λεφτά στους τραπεζικούς λογαριασμούς: Κάθε επιτυχημένος παίκτης είναι ένας βιομήχανος του εαυτού του. Οι οπαδοί, με τη σειρά τους, οφείλουν να ιδρώνουν και να ματώνουν το κασκόλ. Οι διαφορά είναι ότι εκείνοι κάνει να δίνουν και όχι να λαμβάνουν. Η αποζημίωσή τους είναι άυλη: Η ψυχαγωγία, το εξιτάρισμα, ο θρίαμβος, οι αναμνήσεις, το αίσθημα του ανήκειν σε μια πλατιά οικογένεια που την ενώνουν κοινά σύμβολα και καημοί.

Ο οπαδός είναι ένας καταναλωτής που έχει υποχρέωση να υπηρετεί τον καπιταλισμό με όρους διάρκειας και αφοσίωσης. Η κόκα κόλα, ας πούμε, δεν διανοείται να μαλώσει τον κόσμο γιατί μια μέρα που έβρεχε είπε να πιεί τσάι. Αντίθετα, θα στρώσει πισινό για μια
μεγάλη καμπάνια δισεκατομμυρίων με την οποία θα καταπνίξει το κίνημα του τσαγιού. Η ομάδα, αντίθετα, θα πιάσει τον οπαδό από το αυτί. Θα τον κάνει να ντραπεί και να λογοδοτήσει για την εκκωφαντική του ασυνέπεια. Σε κοιτάει στα μάτια ο λεφτάς σέντερ
μπακ, που αύριο θα φοράει άλλη φανέλα για ένα συμβόλαιο είκοσι εκατομμυρίων, με την υποχρέωση να ξυρίζεται ον κάμερα μια φορά τον χρόνο, και σου κουνάει το δάχτυλο: Πού ήσουν όταν εγώ προσπαθούσα να υπερασπιστώ τα εκατομμύριά μου;

Πέφτοντας οι κυκλοφορίες των εφημερίδων, σου έρχεται να πιάσεις από το μαλλί τον κόσμο που πίνει καφέ και χαζεύει τίτλους αναρτήσεων από το ίντερνετ. Αλλά το ακυρώνεις: Δεν έχει κανείς υποχρέωση να σε ζει. Πώς τα καταφέρνει το ποδόσφαιρο και κτίζει τον μύθο από τον οποίο τρέφεται; Είναι ασφαλώς η φύση του: Ενθουσιάζει το κοινό και πουλάει ταύτιση. Εσύ τι ταύτιση να πουλήσεις; Φωνάζουμε γκοοοολ, κάθε φορά που πετυχαίνουμε έναν ωραίο τίτλο;

Ξυπνάμε το πρωί, βαδίζουμε στον δρόμο και ένας κύριος μας σταματάει: Εσείς οι δημοσιογράφοι δεν γράφετε για τα κακώς κείμενα; Ποια είναι αυτά; Αυτά για τα οποία γράφαμε προχθές, παρά προχθές και είκοσι φορές μέσα στο 2022. Δεν το έχει δει. Αλλά χάρηκε πολύ να σου φωνάξει «παίξτε μπάλα, ρε!». Μπορείς εσύ να φωνάξεις «παίξτε μπάλα» στους πολίτες; Δεν μπορείς. Σκάσε και γράφε.

Όλες οι ειδήσεις άμεσα μέσα από το Google News. Κάντε κλικ εδώ και κάντε εγγραφή

Άμεση ενημέρωση με όλες τις ειδήσεις τώρα και μέσω Whatsapp - Δες εδω


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ