Παγίδες των ανοικτών διαδικασιών

Ο Νίκος Σπ. Ζέρβας είναι εντεταλμένος διδάσκων Διοικητικής Επιστήμης ΕΚΠΑ-Σχολής Ικάρων ΠΑ.

Η καθολική ψηφοφορία αποτελεί πεμπτουσία της αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας. Το σύνολο των εκλογέων και πολιτών καλούνται μυστικά κι ελεύθερα να αναδεικνύουν εκείνους, που επιθυμούν σε εθνικό, τοπικό και ευρωπαϊκό επίπεδο. Γι’ αυτό και το δικαίωμα του «εκλέγειν», ανεξαρτήτως εισοδήματος, αξιώματος ή άλλων κριτηρίων, είναι κατακτήσεις των τελευταίων 150 ετών, σημαίνοντας τη μετάβαση σε σύγχρονες μορφές δημοκρατικής διακυβέρνησης.

Ωστόσο, ερωτήματα εγείρονται για το κατά πόσον τέτοιου είδους ανοικτές διαδικασίες, που υιοθετούνται και σε εσωκομματικές αρχαιρεσίες, συνεισφέρουν στη δημοκρατική λειτουργία ή αντίθετα στην παντοδυναμία του εκάστοτε αρχηγού τους.

Μέχρι τις αρχές του 21ου αιώνα στο ελληνικό κομματικό σύστημα η ανάδειξη προέδρου δεν ήταν αποτέλεσμα ανοικτής συμμετοχής στελεχών, υποστηρικτών και φίλων. Οι εκλογές διενεργούνταν κατά τη διάρκεια συνεδριακών εργασιών από ένα εκλογικό σώμα ορισμένων χιλιάδων. Αυτοί επιλέγονταν σε κάθε νομό από Τοπικές Οργανώσεις, Επαγγελματικά Σωματεία και άλλους φορείς. Συνδετικός τους κρίκος ήταν η ενεργός συμμετοχή στα κομματικά ζητήματα. Με άλλα λόγια, η εκλογή της ηγεσίας από ένα, ναι μεν πολύ πιο περιορισμένο Σώμα, που προϋπέθετε σειρά συλλογικών διαδικασιών, συνέδραμε στη δημοκρατική λειτουργία των πολιτικών κομμάτων.

Ολα αυτά άρχισαν να αλλάζουν από το 2004 και μετά. Υστερα από την παραίτηση του Κώστα Σημίτη από την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, αποφασίστηκε από τα συλλογικά του όργανα η διεξαγωγή εκλογών, σε πανελλαδικό επίπεδο, για την ανάδειξη νέου προέδρου. Παρόλο, που υποψηφιότητα έθεσε μόνο ο Γιώργος Παπανδρέου, κάλπες στήθηκαν σε ολόκληρη τη χώρα και για πρώτη φορά εκατοντάδες χιλιάδες στελέχη και φίλοι της παράταξης συμμετείχαν.

Εκτοτε, το συγκεκριμένο μοντέλο ανάδειξης ηγεσίας υιοθετήθηκε από όλα τα κόμματα εξουσίας–τη ΝΔ από το φθινόπωρο του 2009 και μετά και πολύ πρόσφατα από τον ΣΥΡΙΖΑ.

Ακόμα και με την υποβολή μιας απλής «δήλωσης φιλίας» μπορούσε, πια, ο οποιοσδήποτε να συμμετέχει στις εσωκομματικές εκλογές και αμεσοδημοκρατικά να προσφέρει εμπιστοσύνη στον εκάστοτε νέο ηγέτη.

Στο σημείο αυτό, εντοπίζονται σοβαρά ζητήματα, εάν όχι και παγίδες, που κρύβονται. Οι ανοικτές διαδικασίες ανάδειξης κομματικής ηγεσίας συνοδεύονται από πληθώρα υποψηφιοτήτων. Καίτοι ο ανταγωνισμός διεκδίκησης εξουσίας αποτελεί ίδιον της φύσης της Δημοκρατίας, στις εσωκομματικές εκλογές συνηθίζεται να επικρατούν άλλα κίνητρα. Από τη στιγμή, που κάθε βουλευτής διαθέτει τοπικά ερείσματα, δύναται να θέτει υποψηφιότητα, υπολογίζοντας στη λήψη σεβαστού ποσοστού ψήφων προς αξιοποίησή του στον β’ εκλογικό γύρο. Εκεί η στήριξή του στον επικρατέστερο υποψήφιο ενδέχεται να αποσκοπεί σε μετεκλογικά ανταλλάγματα. Με άλλα λόγια, αντί για κομματικό και γενικό συμφέρον της κοινωνίας, από ευρύ Σώμα προτάσσονται προσωπικές ιδιοτέλειες.

Εξαιρουμένων των ιδιοτελών κινήτρων, απότοκος των ανοικτών διαδικασιών είναι κι ο υπέρμετρος συγκεντρωτισμός της εξουσίας. Εχοντας εξασφαλίσει τη νομιμοποίησή της από μεγάλη εκλογική βάση, ο νέος πρόεδρος δύναται να την ασκεί απολύτως συγκεντρωτικά, δίχως να συμμερίζεται, εάν όχι και να σέβεται αμφιβολίες, αντιρρήσεις και διαφωνίες στελεχών. Ετσι, αυτόνομα ή από κοινού αποκλειστικά με στενούς του συνεργάτες, διαμορφώνει πρόγραμμα, καταρτίζει κατάλογο υποψηφίων βουλευτών, υπονομεύοντας οποιαδήποτε συλλογική διαδικασία. Εάν δε η παράταξη λάβει την πλειοψηφία των ψήφων στις εθνικές εκλογές, τότε ο συγκεντρωτισμός μεταφέρεται σε επίπεδο κεντρικής διοίκησης, εκδηλωνόμενος με το φαινόμενο του πρωθυπουργοκεντρισμού, που αναπαράγεται και ενισχύεται, διαρκώς, στο Ελληνικό πολιτικοδιοικητικό σύστημα.

Καταληκτικά, το έλλειμμα εσωκομματικής δημοκρατίας, όπως και ο πρωθυπουργοκεντρισμός, που αποτελούν γνωρίσματα του Ελληνικού Κράτους τις τελευταίες δεκαετίες, συμπορεύονται με διαδικασίες εκλογής κομματικής ηγεσίας από μία ευρεία, ασαφή και ασύνδετη βάση. Η δε προσωπολατρία, πέρα από τον ναρκισσισμό και την υπεροψία, τείνει εν τέλει να λειτουργεί εις βάρος της ίδιας της Δημοκρατίας.