Πολλά βαρύς και όχι

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή Σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

 

Ο αραβικός καφές, που οι Ελληνες τον πίνουν ως ελληνικό, στην Τουρκία λέγεται τούρκικος. Το ζήτημα δεν εντάσσεται στις ελληνοτουρκικές διαφορές. Οι Τούρκοι δεν αρπάζονται με τα πολιτιστικά ζητήματα. Αλλωστε σε σπάνιες περιπτώσεις επινόησαν πολιτιστικά στοιχεία οι ίδιοι. Τα βρήκαν, τα υιοθέτησαν. Αραγε πώς πίνουν τον καφέ τους σήμερα; Εμείς παρατήσαμε τον ελληνικό και πιάσαμε τους γαλλικούς, τους αμερικάνικους και πλέον τους ιταλικούς. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να υποχωρήσει το μοτίβο του θεριακλή Ελληνα που αν δεν πιει καφέ, δεν ανοίγει το μάτι του.

Το σχήμα αυτό δεν αντέχει με συμπλήρωμα καπουτσίνο. Θέλει μουστακοφόρο αμίλητο τύπο, που πρώτα θα πει μερικές γουλιές, ύστερα θα ανάψει τσιγάρο, και μετά θα αρχίσει να ρίχνει κάποιες ματιές στον κόσμο, χωρίς πολλά πολλά. Καμία σχέση με τη σημερινή στρεσογόνα καθημερινότητα, όπου μας πιάνει πρωινή τσιλάγρα, όλους έναν γύρο στο καφέ του πεζοδρόμου, να σχολιάζουμε αναρτήσεις και το χθεσινό επεισόδιο του σίριαλ.

Ο άνδρας ο πολλά βαρύς θεωρεί αυτές τις συμπεριφορές προδοτικές του γένους. Του ανδρικού γένους. Θυμηθήκαμε το μοντέλο με αφορμή μια αφήγηση της πατρινής φωτογράφου Τίτας Μπονάτσου, που νεότατη είχε διασταυρωθεί επαγγελματικά με τον Σταμάτη Κόκοτα, και μίλησε για έναν άνδρα παλαιάς κοπής, που επιθεωρεί τον κόσμο γύρω του, και μένει σιωπηλός. Οι άνδρες οι παλιοί ήταν της λακωνικής σχολής. Του «μη λες πολλά». Είχαν το στιλ αυτό ως μέσο κατάκτησης του σεβασμού και πάντως ως δομικό τεκμήριο αυτοσεβασμού.

Βέβαια, στο σενάριο για τους Κορλεόνε, ο πατριάρχης εξηγεί- δι’ ολίγων- στους βλαστούς του, εκπαιδεύοντάς τους ως φερέλπιδες μαφιόζους, ότι όποιος μιλάει πολύ αποκαλύπτει τις σκέψεις του, και στοχοποιείται, κάτι επικίνδυνο σε έναν αιματηρά ανταγωνιστικό κόσμο. Τον κόσμο των Κορλεόνε. Αλλά και τον δικό μας κόσμο. Μη μιλάς. Δεν είναι απαραίτητο.

Παλιάς κοπής μορφή δείχνει και ο Ερντογάν. Με το μουστάκι που τρέφει, αν του έβαζες στο χέρι ένα μπουζούκι, θα τον μπέρδευες άνετα με τον Βαμβακάρη ή τον Παπαϊωάννου. Όταν εμφανίζεται και όταν παίρνει τον λόγο, σου έρχεται η απορία γιατί δεν του δίνουν έναν καφέ αυτού του ανθρώπου, και μισό λουκούμι, όπως μας δίδαξαν οι πρώτοι Μικρασιάτες, για να του φτιάχνει λίγο η διάθεση. Βαρύς, ασήκωτος, πένθιμος, εκφωνεί μόνο λόγους σκληρούς, γρέντζους, πολεμοχαρείς, απειλητικούς. Πώς αντέχουν οι Τούρκοι πολίτες έναν ηγέτη που τους μαυρίζει την ψυχή τρεις φορές την ημέρα; Τον πολύ φανατισμό, τον βαριέται και ο γενίτσαρος. Από το στόμα του ρέει μια μόνιμη αίσθηση μειονεξίας, μια γκρίνια, μια εκδήλωση προσβόλας, ένας απόηχος επαρχιακού καφενείου του ’50, σαν να ξυπνάει ένα ανδροειδές που αναφωνεί μονότονα «ξέρεις ποιος είμαι εγώ;», φαφλατάδικα, σκουντούφλικα, συμπλεγματικά. Αρφ, γκρρ, αγκρρρ. Γουφ.

Πιστεύει, φαίνεται, ότι η ιστορία του χρωστάει μια αυτοκρατορία πίσω. Στο πρόσωπό του καθρεπτίζεται η αίσθηση του ίδιου και μιας μερίδας του λαού του για τον κόσμο. Η κουλτούρα του ριγμένου, του τιμητή, του ζοχάδα. Θυμόμαστε τον Μπαρμπαγιώργη, τον ήρωα του Λούνα Παρκ που ενσάρκωνε ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, συνεχώς κακοδιάθετος, αγανακτισμένος, καταγγελτικός, κατέληγε στους μονολόγους του με ένα Οξωωωω, καθόταν πάλι στον πάγκο του ιδρωμένος. Όταν δεν το συνδυάζει με γκρίζους λύκους, παραβιάσεις, Πίρι Ρέις, γελάς. Αλλά ίσως να είναι έστω κι έτσι αρμοδιότητα κωμικού η κατάσταση, υφαλοκρηπίδες, ΑΟΖ, εναέριοι χώροι, γκρίζες ζώνες, τουρκολιβυκά σύμφωνα, πάνω στα ελληνοαιγυπτιακά, λες, που τα βρίσκεις μωρ’ αδελφάκι μου, σαν τα παιδάκια που λυσσάνε στις παραλίες να χαλάνε τα πυργάκια των άλλων παιδιών και να ζηλεύουν τα νεροπίστολά τους.

Έναν καφέ κάποιος. Τούρκικο. Τους πήραμε τον Καραγκιόζη, αλλά αφήσαμε αρκετούς ήρωες πίσω.

Όλες οι ειδήσεις άμεσα μέσα από το Google News. Κάντε κλικ εδώ και κάντε εγγραφή


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ