Πολυτεχνείο 1973: Δύο μαρτυρίες Αχαιών

Πως βίωσαν τα γεγονότα του Πολυτεχνείου το 1973, δυο Αχαιοί, που βρέθηκαν σε αντίθετα «στρατόπεδα».

Πολυτεχνείο 1973: Δύο μαρτυρίες Αχαιών

Δύο μαρτυρίες αχαιών προσώπων για τα γεγονότα του Πολυτεχνείου φιλοξενεί σήμερα η στήλη. Η πρώτη προέρχεται από τον καταξιωμένο Αιγιώτη δημοσιογράφο Φάνη Ζουρόπουλο, ο οποίος έζησε από κοντά τα δραματικά γεγονότα της 17ης Νοεμβρίου 1973.

Και η δεύτερη, από τον Άγγελο Παπαθάνου, εξ απορρήτων συνεργάτη και συγγενή του δικτάτορα Γ. Παπαδόπουλου, που αποκαλύπτει την αρχική εκτίμηση του πρωταιτίου της 21ης Απριλίου για την κινητοποίηση των φοιτητών, αλλά και την αντίδρασή του μετά το αντικίνημα Ιωαννίδη, που ακολούθησε στις 25 Νοεμβρίου 1973.

Φάνης Ζουρόπουλος: «Είχαν διαπραγματευτεί την αναίμακτη έξοδο»

Πολυτεχνείο 1973: Δύο μαρτυρίες Αχαιών

Ο Φάνης Ζουρόπουλος.

«Από νωρίς το απόγευμα μαζί με τον Ολλανδό δημοσιογράφο Αλμπερτ Κόραντ, ο οποίος με είχε πάρει σαν βοηθό του από τη σχολή δημοσιογραφίας που τότε φοιτούσα, βρισκόμαστε γύρω από το Πολυτεχνείο καταγράφοντας τα γεγονότα. Ο Αλμπερτ είχε νοικιάσει ένα δωμάτιο με θέα προς το Πολυτεχνείο, στο ξενοδοχείο «Ακροπόλ» που ήταν απέναντι επί της Πατησίων, γιατί είχε πληροφορίες ότι η αντίστροφη μέτρηση για την βίαιη εκκένωση είχε αρχίσει. Είχε μεταφέρει κάμερες και μαγνητόφωνα και από εκεί μετέδιδε στα ξένα μέσα που συνεργαζόταν.

Γύρω στις 7 το απόγευμα με πήρε και πήγαμε στο σπίτι του Σπύρου Μαρκεζίνη που είχε ορκιστεί πρωθυπουργός, στην οδό Λυκαβηττού και Σόλωνος για να του πάρουμε μια δήλωση για τα γεγονότα. Ο Μαρκεζίνης δήλωσε άγνοια, δεν είχε καμιά ενημέρωση από πουθενά… Το παιχνίδι παιζόταν πια από τον Ιωαννίδη και τους σκληρούς, που ετοίμαζαν την ανατροπή του Παπαδόπουλου και της κυβέρνησης Μαρκεζίνη.

Γυρίσαμε στο Πολυτεχνείο, είχε νυχτώσει και η ατμόσφαιρα ήταν αποπνικτική από τα δακρυγόνα και τις φωτιές… Ο Αλμπερτ πήγε στο «ΑΚΡΟΠΟΛ» και έστησε την κάμερα, εγώ προτίμησα να μπω μέσα, όπου η κατάσταση ήταν εκρηκτική. Ο ραδιοφωνικός σταθμός εξέπεμπε ακόμα αλλά η απόφαση είχε ληφθεί. Μια ομάδα με τον Λαλιώτη και τους άλλους είχε ήδη διαπραγματευτεί την αναίμακτη έξοδο, με τον αστυνομικό διευθυντή Δασκαλόπουλο και τον επικεφαλής της ΑΣΔΕΝ….

Γύρω στις 12.30 πήδηξα από τα κάγκελα στην Τοσίτσα και μαζί με άλλους πήγαμε στην γωνία Αλεξάνδρας και Πατησίων… Στην ταράτσα του Μεγάρου του ΟΤΕ κάποιος πυροβολούσε αδέσποτα, τρέξαμε στην πρώτη πολυκατοικία δεξιά που ήταν ανοικτή η πόρτα και μπήκαμε μέσα. Δίπλα μου κάποιος έφαγε μια σφαίρα στο πόδι και έπεσε, τον βάλαμε μέσα και τον ξαπλώσαμε…

Από την Αλεξάνδρας ακουγόταν τα τανκς να κατεβαίνουν, όπως μάθαμε κατέβηκαν και από την Πανεπιστημίου… Μπαίναμε και βγαίναμε από την πολυκατοικία, στο υπόγειο της οποίας έμενε μια φοιτήτρια που μας έδινε νερό και ό,τι είχε για τα μάτια που έτσουζαν από τα δακρυγόνα… Σε κάποια φάση έξω από την ΓΣΕ, είμαστε μια ομάδα, 10 – 15 ατόμων άγνωστοι μεταξύ μας και μας πλησίασε κάποιος άγνωστος και μας ρώτησε τι θα κάνουμε και αν θα προβάλουμε αντίσταση… Αν θέλετε, μας είπε υπάρχουν όπλα μπορώ να σας πάω να πάρετε. Φαινόταν παλιός αριστερός, διακρινόταν και από τη φρασεολογία του… Του είπαμε δεν υπάρχει λόγος, αντίσταση στα τανκς κάνεις μόνο με μπαζούκας… άλλωστε απέναντι είναι οργανωμένος στρατός. Μάταιος κόπος, και έφυγε…
Σε κάποια φάση προσπάθησα να πάω προς το «Ακροπόλ» να βρω τον Αλμπερτ, αλλά στην Πατησίων υπήρχαν μόνο αστυνομικοί που πυροβολούσαν και άνοιγαν κεφάλια με μακριά λοστάρια. Ολοι είχαν εξαφανιστεί. Φαινόταν ότι «καθάριζαν» το έδαφος για να μπει το τανκ, δεν ήθελαν να υπάρχει κανείς γύρω για να μην υπάρξουν μάρτυρες… Παρατεταγμένοι αστυνομικοί προχωρούσαν προς την Πατησίων. Δεν είχαμε οπτική επαφή πλέον με το Πολυτεχνείο…

Η ώρα ήταν πια 2.00 με 2.30 και με έναν άγνωστο που ήθελε να πάει στο Κολωνάκι, αποφασίσαμε να επιχειρήσουμε να φύγουμε. Μέσω της οδού Μετσόβου και ψηλά στην Μπουμπουλίνας, πέσαμε στα Εξάρχεια και χωρίσαμε στην Α. Μεταξά όπου ήταν το σπίτι μου. Αυτός ανέβηκε την Διδότου και έφτασε Κολωνάκι. Μου τηλεφώνησε μόλις έφτασε, είχαμε ανταλλάξει τηλέφωνα, ήταν το μόνο που κάναμε. Δεν τον ξαναείδα ποτέ, ούτε θυμάμαι το όνομά του… Αρχισα τα τηλεφωνήματα, κανείς δεν απαντούσε… Ηταν η ώρα που ο Σαρρηκώστας ήταν έξω από το Πολυτεχνείο και τράβηξε τις μοναδικές αυτές φωτογραφίες, σε απόσταση αναπνοής από την πόρτα και ο Αλμπερτ από το παράθυρο του «Ακροπόλ» το πασίγνωστο αυτό φιλμάκι…

Αν δεν υπήρχαν αυτοί οι δυο, δεν θα υπήρχε καμιά εικόνα από την τραγικότερη νύχτα της Χούντας… Εκτός από την δική μας μαρτυρία που δεν είναι και σίγουρο ότι θα μιλούσαμε.

Όσο για τον Αλμπερτ, τον Δημοσιογράφο με κεφαλαίο «Δ», τον ξαναείδα το 1974 στο σπίτι του Γιάννη Κουτσοχέρα στη Σκουφά, που προβάλαμε το φιλμ και πριν λίγα χρόνια έμαθα ότι πέθανε στο Αμστερνταμ…».

Άγγελος Παπαθάνου: «Είδα τον Παπαδόπουλο να δακρύζει»

Πολυτεχνείο 1973: Δύο μαρτυρίες Αχαιών

Ο Άγγελος Παπαθάνου.

«Το γενικό πνεύμα που μετέδωσε στο περιβάλλον του ο Γ. Παπαδόπουλος, αμέσως μόλις άρχισαν οι πρώτες κινήσεις των φοιτητών, συνοψίζεται στην φράση «αφήστε τα παιδιά να εκτονωθούν με το καθιερωμένο και επαναλαμβανόμενο κάθε φθινόπωρο φοιτητικό πανηγύρι, οπότε οι παλαιότεροι φοιτητές υποδέχονται τους πρωτοετείς και ιδιαίτερα τις πρωτοετείς».

Αλλά και οι ίδιοι οι φοιτητές-πρωτοπόροι, που ξεκάθαρα ανήκαν στον χώρο της Αριστεράς, δεν είχαν σχεδιάσει και προετοιμάσει την εξέγερση ούτε είχαν φαντασθεί την απροσδόκητη έκβαση τής κινητοποιήσεώς τους εκείνης.

Στη συνέχεια και μέσα στη καμπή προς φιλελευθεροποίηση με το πείραμα Μαρκεζίνη, η Αστυνομία αδράνησε περίεργα, η καιροφυλακτούσα αριστερά άδραξε την ευκαιρία να πραγματοποιήσει την πατροπαράδοτη ανατρεπτική αποστολή της και ο «συμμαχικός παράγων» καθησύχαζε τους υπευθύνους πως δεν υπάρχει κανένας φόβος, ενώ παράλληλα σφύριζε δόλια στον Ιωαννίδη και στα παλληκάρια του, πως ήρθε ή ώρα να παρα­μερίσουν τον Παπαδόπουλο και τον Μαρκεζίνη, προκειμένου και το παραστρατημένο έργο της Επαναστάσεως να διορθώσουν και το Κυπριακό να λύσουν με την ένωση της Μεγαλονήσου με τη Μητέρα Ελλάδα.

Συγχρό­νως οι «σύμμαχοι» θα έπαιρναν και εκδίκηση σε βάρος του Γ. Παπαδοπούλου για το «τσαλάκωμα» πού τους είχε κάνει από την 21η Απριλίου 1967 και μετά.

Έτσι, διάφοροι, ως επί το πλείστον περίεργοι και άλλοι εντεταλμένοι μπαινόβγαιναν ανενόχλητοι την πρώτη και την δεύτερη μέρα στο ξέφραγο Πολυτεχνείο και αφού βεβαιώθηκαν ότι κανείς έλεγχος δεν υπήρχε, θεώ­ρησαν κατάλληλη την ευκαιρία για να συνδράμουν το κίνημα των φοι­τητών και τα πάντοτε ελκυστικά συνθήματα ΨΩΜΙ – ΠΑΙΔΕΙΑ – ΕΛΕΥ­ΘΕΡΙΑ. Ξεθαρρεμένοι στην συνέχεια, κυρίως οι αριστεροί, άρχισαν να με­ταφέρουν απ’ έξω στους μέσα καλάθια με τρόφιμα από πάνω και άλλα απαραίτητα για τον αγώνα εφόδια από κάτω.

Με εξασφαλισμένες τις «ευκολίες» αυτές, ήταν πλέον παιχνίδι η μετα­τροπή τού φοιτητικού χαβαλέ σε εξέγερση[…]

Μια εβδομάδα αργότερα, επήλθαν οι άμεσες συνέπειες τού Πολυτε­χνείου με το κίνημα τού Ιωαννίδη, την κατάργηση της Κυβέρνησης Μαρκεζίνη και την απομάκρυνση τού Γ. Παπαδοπούλου, για να ολοκληρωθεί το σχέδιο κάποιων στη, μετά από οκτώ μήνες, συμφορά της Κύπρου.

Δέκα ημέρες μετά την 25η Νοεμβρίου 1973, δηλαδή μετά την ανατροπή τού Γ. Παπαδοπούλου από τον Δημήτρη Ιωαννίδη, επισκέφθηκα τον Γ. Παπαδόπουλο στο σπίτι που διέμενε απομονωμένος, στο Δαγονήσι.

Υστερα από τα συνήθη, έγινε λόγος για τα τελευταία συμβάντα και είδα για πρώτη φορά τον Γ. Παπαδόπουλο να δακρύζει μπροστά μου, λέγοντας:«Δεν το περίμενα από τον Ιωαννίδη, στον όποιο είχα εμπιστευθεί τα πάντα». Του απάντησα, πρώτον, ότι δεν του ταίριαζε να κλαίει εκείνος και μάλιστα για φαινόμενο επαναλαμβανόμενο στην ιστορία με κορυφαίο το του Ιουλίου Καίσαρος «…και συ τέκνον Βρούτε» και άλλο πρόσφατο περιστα­τικό στην Αίγυπτο…».

 

Όλες οι ειδήσεις άμεσα μέσα από το Google News. Κάντε κλικ εδώ και κάντε εγγραφή

Άμεση ενημέρωση με όλες τις ειδήσεις τώρα και μέσω WhatsApp - Δες εδω


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ