Σακελλαροπούλου: Οι απειλές χρήσης πυρηνικών όπλων μας επιστρέφουν στις πιο μελανές σελίδες της ιστορίας

Από τη Ρίγα της Λετονίας η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου, ανέφερε ότι  η ηρωική αντίσταση του ουκρανικού λαού συγκινεί βαθύτατα και εμπνέει την ανθρωπότητα

Σακελλαροπούλου

«Οι χώρες μας μοιράζονται το ίδιο όραμα για μια ενωμένη και ισχυρή Ευρώπη, για την πρόοδο και την ευημερία των πολιτών τους. Η περαιτέρω επέκταση και εμβάθυνση της συνεργασίας μας, προς όφελος των λαών μας και της ισχύος της ευρωπαϊκής μας οικογένειας, αποτελεί κοινό στόχο», τόνισε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου, κατά την αντιφώνησή της στο δείπνο, που παρέθεσε προς τιμήν της, ο Πρόεδρος της Λετονίας, Έγκιλς Λέβιτς, στο πλαίσιο της επίσημης επίσκεψής της στη Ρίγα.

Η κ. Σακελλαροπούλου υπογράμμισε ότι η συνάντησή της, συμπίπτει με τη συμπλήρωση 100 χρόνων από την έναρξη των ελληνο-λετονικών διπλωματικών σχέσεων, ένα σημαντικό ορόσημο που έθεσε τα θεμέλια μιας στενής συνεργασίας με έναν πολυδιάστατο σήμερα χαρακτήρα, αφού οι δύο χώρες μας είναι ευρωπαίοι εταίροι και σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ, ενώ στα Κοινοβούλια των δύο χωρών έχουν θεσμοθετηθεί ομάδες φιλίας Ελλάδας-Λετονίας. «Και βέβαια δεν ξεχνάμε ότι στην Αθήνα, το 2003, υπεγράφη η συνθήκη προσχώρησης της Λετονίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι δε γνωστή, κύριε Πρόεδρε, η δική σας συμβολή, το 1990, στην διακήρυξη της αποκατάστασης της ανεξαρτησίας της χώρας σας, η θητεία σας ως πρώτου Λετονού Δικαστή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και η συνεισφορά σας στην προάσπισή τους, καθώς και στην εξέλιξη του διεθνούς και ευρωπαϊκού δικαίου» πρόσθεσε.

Αναφερόμενη στη δύσκολη συγκυρία που βιώνουμε σήμερα, υποστήριξε ότι «στην ευρωπαϊκή μας γειτονιά σήμερα αντιμετωπίζουμε πολλές προκλήσεις, με αποκορύφωμα τη βάναυση ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, 48 χρόνια μετά την τελευταία εισβολή επί ευρωπαϊκού εδάφους, εκείνης της Κύπρου από την Τουρκία. Η βίαιη προσβολή της κυριαρχίας ενός ανεξάρτητου κράτους, η αμφισβήτηση με στρατιωτικά μέσα της αρχής της εδαφικής του ακεραιότητας και η απειλή μαζικής καταστροφής με τη χρήση πυρηνικών όπλων, όχι μόνο παραβιάζουν κατάφωρα το διεθνές δίκαιο και τις κοινές μας αξίες και αρχές, αλλά επιχειρούν και την αναθεώρηση του μεταπολεμικού κεκτημένου της ειρήνης και της προόδου και την επιστροφή στις πιο μελανές σελίδες της ιστορίας».

Όπως σημείωσε «Στον πόλεμο αυτό, η εδώ και τρεις μήνες ηρωική αντίσταση του ουκρανικού λαού μας συγκινεί βαθύτατα και εμπνέει την ανθρωπότητα. Χρέος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της διεθνούς κοινότητας είναι να υπερασπιστούν την ασφάλεια και τη σταθερότητα του κόσμου, επιδεικνύοντας πνεύμα αλληλεγγύης».

Παράλληλα, τόνισε ότι «ο αναθεωρητισμός είναι υπαρκτή απειλή και για την Ελλάδα, η οποία υφίσταται καθημερινά την έμπρακτη αμφισβήτηση της εθνικής της κυριαρχίας και των κυριαρχικών της δικαιωμάτων από την Τουρκία, συμπεριφορά που θέτει και σε κίνδυνο τη σταθερότητα της ευρύτερης περιοχής και της νοτιοανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ» και τόνισε ότι «αποτελεί πάγια πεποίθηση της χώρας μου ότι ο καλύτερος τρόπος αντιμετώπισης των απειλών, από όπου κι αν προέρχονται, είναι η αμοιβαία υποστήριξη και συσπείρωση εκείνων των κρατών που τάσσονται με το διεθνές δίκαιο και θέλουν να διαφυλάξουν τη διεθνή νομιμότητα».

Ειδικότερα, επισήμανε ότι ο συνδυασμός της ανθρωπιστικής τραγωδίας που προκάλεσε ο πόλεμος στην Ουκρανία με μια σειρά άλλων κρίσεων, όπως η πανδημία, η ενεργειακή κρίση, ο κίνδυνος επισιτιστικής ανεπάρκειας και η κλιματική αλλαγή – για να αναφέρω μόνο ενδεικτικά κάποιες – δημιουργεί, όπως τόνισε ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών, Αντόνιο Γκουτέρες, συνθήκες «τέλειας καταιγίδας» για τον κόσμο, την οποία μόνο ενωμένοι θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε.

Αναφερόμενη στις μακροχρόνιες και φιλικές διμερείς σχέσεις Ελλάδας και Λετονίας, τόνισε ότι βρίσκονται σε υψηλότατο επίπεδο και διαπνέονται από πνεύμα αμοιβαίου σεβασμού και εκτίμησης και κατέληξε λέγοντας ότι «επιθυμία και στόχος είναι η περαιτέρω ενδυνάμωσή τους όχι μόνο σε πολιτικό, αλλά και σε οικονομικό και εμπορικό επίπεδο, και σε τομείς που έχουν μεγάλο περιθώριο ανάπτυξης, όπως οι μεταφορές, η ενέργεια και ο τουρισμός».