Σοφία Χαντζή: «Τίποτα δεν μπορεί να με κάνει να το βάλω κάτω»

Η Σοφία Χαντζή μιλά στην «Πελοπόννησο» για το νέο της επιχειρηματικό βήμα.

Χαντζή

Γυναίκα με τσαγανό, μυήθηκε στη μαγειρική από τα μικράτα της, μέσα στην οικογενειακή ταβέρνα, και κατάφερε να καταξιωθεί ως σεφ και επιχειρηματίας. Μετά την επιτυχή συμπόρευση με την αδελφή της στο στέκι της Γερμανού, «Απέναντι από το Ωδείο», άνοιξε μόνη της, πλέον, πανιά στην παραλία των Βραχνεΐκων. Οι προκλήσεις πολλές, η Σοφία Χαντζή, όμως ξέρει να πολεμά και να βγαίνει νικήτρια.

-Εντονότερες αναμνήσεις από τα παιδικά σας χρόνια;

Είχα πολύ όμορφα παιδικά χρόνια, με γονείς βιοπαλαιστές, μετανάστες στην Αυστραλία -έχω γεννηθεί στο Σίδνεϊ- μ’ έναν μπαμπά ο οποίος ήταν πρότυπο για μένα και μια εξαιρετική μαμά. Επίσης, θυμάμαι, -γύρω στα έξι ήμουν- όταν οι γονείς μας μας άφησαν εμένα και τα αδέλφια μου για ένα χρόνο στο Μεσολόγγι, με τη γιαγιά. Εκπληκτική εμπειρία: η γιαγιά να υφαίνει στον αργαλειό, να ακούει μυθιστορήματα στο ραδιόφωνο, να μας βάζει ελαιόλαδο στα μαλλιά για να μας χτενίσει… Ολα τόσο διαφορετικά από το Σίδνεϊ, αλλά πολύ γλυκά.

-Επιστρέφετε, πότε, οικογενειακώς στην Ελλάδα και την Πάτρα;

Ο μπαμπάς μου ήταν πολύ καλός μουσικός δημοτικών τραγουδιών, είχε ζήσει στην Πάτρα, οπότε την επέλεξε για μόνιμη εγκατάσταση το 1974. Εδώ άνοιξε «Το Σίδνεϊ», την ταβέρνα που κέρδισε τον κόσμο.

-Αρα, εξοικειωθήκατε από τότε με τη μαγειρική;

Ε, με τα αδέλφια μου ζούσαμε μέσα στο μαγαζί, οπότε μυηθήκαμε, αναπόφευκτα όλοι στη μαγειρική. Εγώ την αγάπησα πολύ και θέλησα να την ακολουθήσω επαγγελματικά.

-Πότε δημιουργήθηκε το αγαπημένο «Απέναντι από το Ωδείο» και πώς νιώσατε, όταν, μετά από τόσα χρόνια, κλείσατε αυτό το κεφάλαιο;

Το «Απέναντι από το Ωδείο» το ανοίξαμε με την αδελφή μου το 2009. Ζήσαμε πολύ ωραίες στιγμές με τους ανθρώπους που μας τίμησαν με την παρουσία τους. Η γωνία εκείνη της Γερμανού ταυτίστηκε με το μαγαζί. Ερχονταν και οι καλλιτέχνες που έδιναν παραστάσεις στο Ωδείο, με τους οποίους αναπτύξαμε φιλικές σχέσεις, καθώς ένιωθαν σαν στο σπίτι τους. Ηταν πόλος έλξης το «Απέναντι από το Ωδείο»

Για μένα δεν ήταν εύκολο να γυρίσω σελίδα. Η αλήθεια είναι ότι ένιωσα στενάχωρα, γιατί η αδελφή μου κι εγώ ήμασταν συναισθηματικά δεμένες μαζί του. Ακόμα ρωτάει ο κόσμος γιατί τους στερήσαμε το μαγαζί. Κι αυτή τη στιγμή που σας μιλάω συγκινούμαι…

-Πριν γυρίσετε σελίδα, ήρθατε αντιμέτωπη με μια μεγάλη δοκιμασία.

Ναι, το 2020. Επεσα έξω από το μαγαζί και χτύπησα στον αυχένα. Απαιτήθηκε ένα πολύ σοβαρό χειρουργείο και για αρκετούς μήνες είχα μερική παράλυση. Ο γιατρός μού είπε ότι στάθηκα πολύ τυχερή, γιατί παρά ένα χιλιοστό δεν έμεινα μόνιμα ανάπηρη. Αισθάνομαι πάρα πολύ ευλογημένη, και όταν συνέβη το ατύχημα, ρώτησα με λαχτάρα τον καταπληκτικό επιστήμονα κ. Γκαρτζούνη αν είχα το περιθώριο να το παλέψω και να ξανασταθώ όρθια και ενεργή. Οταν άκουσα το «ναι», πάλεψα σκυλίσια για να ξανακερδίσω τη ζωή μου. Η μεγαλύτερη χαρά μου ήταν όταν για πρώτη φορά μπόρεσα να βγω από το σπίτι μου, να μπω στο αυτοκίνητό μου και μ’ ένα κυπελάκι καφέ να κοιτάζω τη θάλασσα, να χαμογελάω και να τραγουδώ. Μου πήρε δυο χρόνια γα να ξανανιώσω δυνατή. Είχα, όμως, θετική στάση κι αυτό με βοήθησε.

-Πάμε, λοιπόν, στο νέο σας μαγαζί στα Βραχνέικα.  

Εχοντας αποφασίσει να πάρουμε χωριστούς δρόμους με την αδελφή μου, η οποία διαπρέπει, πλέον, στην  Ιθάκη με τον μεγάλο της γιο, θέλησα να αλλάξω πορεία. Από χρόνια έλεγα ότι ήθελα να ανοίξω ένα μαγαζί στα Βραχνέικα. Πέρυσι, που δεν το είχα στο μυαλό μου, γιατί σκεφτόμουν και κάποιες προτάσεις που είχα στο εξωτερικό, ο πολύ καλός μου φίλος και δικηγόρος Αλέξης Σκαρμέας, μου πρότεινε να δω ένα ελεύθερο μαγαζί στην περιοχή προτού αποφασίσω οτιδήποτε άλλο. Πήγα ένα βράδυ μες στη βροχή, βγήκα από το αυτοκίνητο, άνοιξα την ομπρέλα μου και κοιτάζοντας τον χώρο είπα «αυτό το μαγαζί το θέλω!». Και το πήρα. Τα Βραχνέικα είναι μια περιοχή που αγαπώ και παράλληλα πολύ δύσκολη. Οι κάτοικοι και οι επαγγελματίες με καλοδέχτηκαν, αλλά στόχος μου είναι να φέρω την Πάτρα και το Ρίο στα Βραχνέικα. Πρέπει όμως να παλέψω για τη θέση.

-Ποιες οι προκλήσεις σε αυτό σας το εγχείρημα;

Καταρχάς είναι μια μεγάλη επιχείρηση που λειτουργεί από το πρωί μέχρι το βράδυ, σερβίρει μεσογειακή κουζίνα κι έχει ένα πολύ ωραίο μπαρ, όπου σκοπεύω να διοργανώνω διάφορα events. Αυτό το πάντρεμα είναι μεγάλη πρόκληση. Κατά δεύτερον, πρέπει να επιμελούμαι τα πάντα όσον αφορά στην κουζίνα. Κι έπειτα, απαραίτητη προϋπόθεση είναι το κατάλληλο προσωπικό. Ευτυχώς, φέτος στάθηκα τυχερή. Πλέον, είμαστε μια οικογένεια, τους αγαπώ και με αγαπούν και αγωνιζόμαστε όλοι μαζί για να περνάει καλά ο κόσμος.

-Το ονομάσατε «Tzoutzouka» επειδή…

Το Τζουτζούκα το είχα μέσα μου (γέλια). Ωστόσο, δεν ήξερα και δυστυχώς οι συνεργάτες μου δεν με ενημέρωσαν ότι στην Αθήνα, στο Ρουφ, υπάρχει η ταβέρνα «Τζουτζούκα». Οπότε, φέτος, στην ταμπέλα αναγράφεται Sofia’s Tzoutzouka και παρότι στην αρχή κάποιοι αποπροσανατολίστηκαν, τελικά κατάλαβαν ότι είμαι εγώ εκεί.

-Χαρακτηρίσατε τα Βραχνέικα δύσκολη περιοχή. Ο λόγος;

Επειδή η περιοχή είναι πανέμορφη, πρέπει όλοι οι επαγγελματίες, από κοινού, να παλέψουμε για να αναβαθμιστεί. Επίσης, οι αρμόδιοι φορείς θα πρέπει να φροντίσουν περισσότερο για την καθαριότητα, τη βελτίωση, κατασκευαστικά, του δρόμου, όπως επίσης και για την αρμονική συνύπαρξη των επαγγελματιών με τους ρομά της περιοχής, ώστε να μη δημιουργούνται δυσάρεστες καταστάσεις. Είναι κρίμα να αδικείται η περιοχή.

-Τηλεόραση θα ξανακάνατε;

Εννοείται. Εγώ θα ήθελα να είμαι μια τηλεοπτική μαγείρισσα και τίποτε άλλο. Ζω γι’ αυτό. Εχω περάσει καταπληκτικά, και στην  Πάτρα και στην Αθήνα. Θα ήθελα να γυρίζω  μαγειρικά βιντεάκια και να μου τηλεφωνούν γυναίκες όλων των ηλικιών για να απαντώ στα ερωτήματά τους.

-Η δημιουργία οικογένειας σας απασχόλησε ποτέ;

Δεν παντρεύτηκα, δεν έκανα παιδιά. Εχω υπάρξει μανούλα στην κυριολεξία στα δύο παιδιά της αδελφής μου. Εχω δώσει κι έχω εισπράξει αγάπη. Από συγκυρίες μπορεί ένας άνθρωπος να μην παντρευτεί. Είμαι μια χειραφετημένη γυναίκα. Ολες μου οι αποφάσεις ήταν συνειδητές, με τίμημα καθαρά προσωπικό. Δεν έχω, όμως, κόμπλεξ και απωθημένα.

-Ονειρεύεστε να…

… είμαι όρθια και να έχω την υγεία μου. Θα τα παρατήσω μόνο όταν θελήσω, κι όταν ο Θεός, γιατί πιστεύω στον δικό μου Θεό, αποφασίσει ότι δεν μπορώ να είμαι όρθια. Κατά τα τ’ άλλα, δεν υπάρχει τίποτα που να με κάνει να το βάλω κάτω.