ΣΥΡΙΖΑ: Αγωνίζεται να κερδίσει όσους έχει χάσει

Η υπόθεση του Δημήτρη Λιγνάδη μονοπώλησε τις τελευταίες ημέρες τη δημόσια συζήτηση, σε πολιτικό -και όχι μόνο- επίπεδο. Μπορεί οι «προβολείς» να στράφηκαν εκεί, αυτό, όμως, σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει πως στον ΣΥΡΙΖΑ σταμάτησαν να ασχολούνται με την πανδημία και τις συνέπειες της στην οικονομία. Μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, προχώρησαν σε συντονισμένες ενέργειες που έχουν σαν στόχο όχι απλά τη συσπείρωση των ψηφοφόρων τους, αλλά και την επέκταση της επιρροής του ακόμα και σε κοινωνικές ομάδες στις οποίες παραδοσιακά υπερτερεί η Νέα Δημοκρατία, όπως είναι οι παραγωγοί των λαϊκών αγορών.

Η Κουμουνδούρου προσπαθεί να διατηρήσει ανοιχτές τις πύλες επικοινωνίας που άνοιξε με τους μικρομεσαίους επιχειρηματίες – και ειδικά εκείνων του κλάδου της εστίασης.
Φρόντισε, μάλιστα, να προχωρήσει σε κοινοβουλευτικές πρωτοβουλίες που θα την βοηθήσουν να αναπτύξει κι άλλο τους δεσμούς της με αυτές τις κοινωνικές ομάδες. Στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης έχουν καταλήξει εδώ και καιρό στο συμπέρασμα πως για να μπορέσουν να διεκδικήσουν ξανά την διακυβέρνηση της χώρας, χρειάζονται μία νέα κοινωνική συμμαχία. Με δεδομένο ότι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης αντλεί το μεγαλύτερο μέρος της εκλογικής του δύναμης από τα στρώματα των εργαζόμενων, με τους οποίους συνεχίζει να διατηρεί ισχυρούς δεσμούς, έχει ρίξει το βάρος του στους μικρομεσαίους επιχειρηματίες και τους αυτοαπασχολούμενους.
ΛΑΪΚΕΣ ΑΓΟΡΕΣ
Με βάση τα παραπάνω, δεν προκαλεί καμία εντύπωση το γεγονός πως οι τομεάρχες Ανάπτυξης και Αγροτικής Ανάπτυξης, Αλέξης Χαρίτσης και Σταύρος Αραχωβίτης, βρίσκονται σε ανοιχτή γραμμή με τα σωματεία των παραγωγών και πωλητών στις λαϊκές αγορές, προκειμένου να τους στηρίξουν απέναντι στο σχέδιο νόμου που προωθούσε η κυβέρνηση για την «αναμόρφωση» του θεσμικού τοπίου των λαϊκών αγορών, που έχει προκαλέσει την έντονη αντίδραση των επαγγελματιών του χώρου. Μάλιστα, τις προηγούμενες ημέρες, 61 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ προχώρησαν στην κατάθεση ερώτησης επί του θέματος, υποστηρίζοντας ότι οι προωθούμενες αλλαγές για τις λαϊκές αγορές θα έχει ως αποτέλεσμα η κυβέρνηση να «παραχωρεί τη διαχείριση των λαϊκών αγορών σε ιδιώτες, προωθεί τη διενέργεια πλειστηριασμών για τις θέσεις στις λαϊκές, επιτρέπει την απόδοση θέσεων σε εταιρείες, ενώ αποκλείει τους εκπροσώπους των παραγωγών από τη λήψη αποφάσεων».
Το ενδιαφέρον στην προσέγγιση του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης με τους συνδικαλιστικούς εκπροσώπους των λαϊκών αγορών, έχει να κάνει με το γεγονός πως ο συγκεκριμένος κλάδος αποτελεί παραδοσιακό «προπύργιο» της δεξιάς. Γίνεται, επομένως, σαφές πως η Κουμουνδούρου δεν επιχειρεί απλά και μόνο να συσπειρώσει τους ψηφοφόρους της, αλλά και να ανοιχτεί σε κοινωνικές ομάδες με τις οποίες υπήρξε απόσταση τα χρόνια που βρίσκονταν στην εξουσία.
Μάλιστα, οι αντιδράσεις των ανθρώπων των λαϊκών αγορών, σε συνδυασμό με την κοινοβουλευτική πίεση εκ μέρους του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, φαίνεται να έχει δημιουργήσει δεύτερες σκέψεις στο κυβερνητικό επιτελείο. Απαντώντας την Παρασκευή στην ερώτηση των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, ο Αδωνις Γεωργιάδης υποστήριξε πως δεν υπάρχει κανένα σχεδίου νόμου και πως υπάρχουν μόνο προσχέδια για την επικείμενη αναμόρφωση του θεσμικού τοπίου των λαϊκών αγορών που γράφονται και ξαναγράφονται στη γενική γραμματεία Καταναλωτή. Από τη πλευρά του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, κάνουν λόγω για «υποχώρηση» του Αδωνι Γεωργιάδη. Και αυτό γιατί τα οφέλη τα οποία πίστευε ότι θα αποκόμιζε, δείχνουν να είναι μικρότερα από τη πολιτική «ζημιά» την οποία πιθανότατα θα υποστεί.
Η κίνηση αυτή του ΣΥΡΙΖΑ, θυμίζει σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο με τον οποίο κατάφερε να αναπτύξει επικοινωνία και τους συνδικαλιστικούς εκπροσώπους των επιχειρηματιών της εστίασης, εκμεταλλευόμενη την απογοήτευση τους από τους κυβερνητικούς χειρισμούς. Οπως γίνεται ευκόλως αντιληπτό, σε περίπτωση που το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης εδραιώσει αυτές τις συμμαχίες, δεν θα πετύχει μόνο την αύξηση της δικής της επιρροής, αλλά επίσης και τη μείωση της επιρροής της Νέας Δημοκρατίας.
ΑΛΕΞΗΣ ΧΑΡΙΤΣΗΣ
Μάλιστα, το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης συνεχίζει να επιρρίπτει ευθύνες στην κυβέρνηση για την κατάσταση της οικονομίας και την δύσκολη θέση στην οποία έχουν βρεθεί πολλοί μικρομεσαίοι επιχειρηματίες εν μέσω πανδημίας. «Η ελληνική οικονομία θα έπρεπε να στηριχτεί με μέτρα άμεσης μη επιστρεπτέας ενίσχυσης της ρευστότητας των επιχειρήσεων, ενίσχυση των υφιστάμενων θέσεων εργασίας και γενναία ρύθμιση του ιδιωτικού χρέους της κρίσης και με απομείωση του αρχικού κεφαλαίου», δήλωσε προ ημερών ο Αλέξης Χαρίτσης.
Μάλιστα, ο μεσσήνιος βουλευτής και τομεάρχης Οικονομίας του ΣΥΡΙΖΑ, εξακολουθεί να βρίσκεται σε ανοιχτή γραμμή με τα εμπορικά και οικονομικά επιμελητήρια, όχι μόνο στην Αττική, αλλά και στην περιφέρεια. Η Κουμουνδούρου υποστηρίζει ότι με βάση την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί, για να επανεκκινήσει η οικονομία με ουσιαστικούς όρους δεν αρκεί το άνοιγμα των καταστημάτων και των επιχειρήσεων από μόνο του, αλλά προσθέτει πως απαραίτητη προϋπόθεση αποτελεί η αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης και η στήριξη των επιχειρήσεων ώστε να αποπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους, καθώς και η ύπαρξη ενός σοβαρού σχεδίου για το άνοιγμα του τουρισμού.

Του
Αντώνη Γκιόκα