Μέση Ανατολή: Οι εύθραυστες ισορροπίες δύο χρόνια μετά την εισβολή της Χαμάς στο Ισραήλ, οι συμμαχίες και ο Νετανιάχου
Οι εικόνες από τα ερείπια της Γάζας δεδομένα διέλυσαν δεκαετίες διπλωματικής επένδυσης

Έχοντας συμπληρώσει δύο χρόνια μετά την αιματοχυσία της Χαμάς, η Μέση Ανατολή παραμένει ένα μωσαϊκό ρηγμάτων. Ο πόλεμος της Γάζας πλησιάζει στο τέλος του -εάν τελικώς η Χαμάς ικανοποιήσει το σύνολο των άμεσων αμερικανικών «θέλω»- αλλά το πολιτικό τοπίο που αφήνει πίσω θυμίζει… σεληνιακό τοπίο: κατεστραμμένες πόλεις, αποδυναμωμένα καθεστώτα, νέα σύνορα, αλλαγή στις διαχρονικά εύθραυστες ισορροπίες εξουσίας.
Η Χαμάς ηττήθηκε στο πεδίο, όχι όμως στο αφήγημα. Το Ισραήλ κέρδισε τις μάχες, αλλά έχασε τη διεθνή του νομιμοποίηση και διαλύει συστηματικά την παγκόσμια εικόνα του. Οι εικόνες από τα ερείπια της Γάζας δεδομένα διέλυσαν δεκαετίες διπλωματικής επένδυσης.
Σήμερα, το Τελ Αβίβ έχει λιγότερους συμμάχους και περισσότερους επικριτές από ποτέ. Παράλληλα, το παλαιστινιακό ζήτημα επανήλθε με ορμή στη διεθνή ατζέντα -πάνω από 12 χώρες αναγνώρισαν παλαιστινιακό κράτος, επαναφέροντας το αίτημα για λύση δύο κρατών, που έμοιαζε και ίσως να παραμένει «νεκρό».
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο πόλεμος έγινε πολιτικό εργαλείο. Ο Μπάιντεν πλήρωσε πολιτικό κόστος, ενώ ο Τραμπ επανεμφανίστηκε ως μεσολαβητής της «νέας ειρήνης».
Τα στατιστικά είναι αμείλικτα, παρά το γεγονός πως οι αριθμοί δεν λένε πάντα την αλήθεια: ο θάνατος είναι ο αδιαμφισβήτητος νικητής. Από την 7η Οκτωβρίου, πάνω από 67.000 Παλαιστίνιοι και 2.000 Ισραηλινοί σκοτώθηκαν. Το Ισραήλ επιτέθηκε σε οκτώ χώρες -αριθμός χωρίς προηγούμενο στην ιστορία του, ειδικά σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα. Ο πόλεμος αυτός ήταν μακρύτερος και φονικότερος από οποιαδήποτε ισραηλινή στρατιωτική εκστρατεία των τελευταίων δεκαετιών.
Το παράδοξο είναι πως ο καταστροφικός αυτός κύκλος βίας οδήγησε σε μια σειρά γεωπολιτικών ανατροπών: το Ιράν αποδυναμώθηκε, ο Άσαντ κατέρρευσε, ο Λίβανος άλλαξε πρόεδρο, το Κατάρ έγινε ο νέος άξονας ισχύος στον Κόλπο. Κάθε χώρα ξαναγράφει τον ρόλο της σε μια νέα περιφερειακή ισορροπία.
Στο εσωτερικό του Ισραήλ, η κοινή γνώμη γύρισε τη σελίδα πριν την κυβέρνηση. Η πλειοψηφία ζητά σήμερα άμεσα τον τερματισμό του πολέμου και την αποχώρηση του Νετανιάχου, που παραμένει αγκιστρωμένος στην εξουσία για λόγους πολιτικής επιβίωσης. Η κοινωνία, βαθιά τραυματισμένη, έχει χάσει την πίστη σε συμφιλίωση.
Η ειρήνη του Τραμπ, αν προχωρήσει, ίσως ανοίξει τον δρόμο για ανοικοδόμηση. Αν όχι, το Εξάγωνο της Μέσης Ανατολής θα βυθιστεί σε νέο κύκλο αποσταθεροποίησης. Γιατί, δύο χρόνια μετά, η 7η Οκτωβρίου δεν ανήκει στο παρελθόν -ανήκει στο μέλλον της περιοχής.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η κρίση του Ισραήλ
Ο αμερικανικός παράγοντας επέστρεψε, αλλά σε έναν κόσμο που δεν τον εμπιστεύεται.
Ο πόλεμος της Γάζας υπήρξε για την Ουάσιγκτον ένα τεστ ισχύος και ηθικής. Ο Τζο Μπάιντεν στήριξε το Ισραήλ με όλο το βάρος της αμερικανικής μηχανής, αλλά είδε τη διεθνή του εικόνα να καταρρέει στα μάτια των νέων και της αριστερής πτέρυγας των Δημοκρατικών. Η εικόνα των φοιτητικών καταλήψεων και των συγκρούσεων στους πανεπιστημιακούς χώρους θύμισε σε πολλούς το Βιετνάμ -ένα ρήγμα γενεών και αξιών.
Η Αμερική βρέθηκε παγιδευμένη ανάμεσα σε δύο αφηγήσεις: την «αντιτρομοκρατική νομιμότητα» του Ισραήλ και την «ανθρωπιστική νομιμότητα» των Παλαιστινίων. Όσο οι βόμβες έπεφταν στη Γάζα, το ηθικό πλεονέκτημα άλλαζε πλευρά. Για πρώτη φορά μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, η Ουάσιγκτον εμφανίστηκε ως δύναμη που υπερασπίζεται το status quo αντί να το διαμορφώνει.
Η επάνοδος Τραμπ άλλαξε το παιχνίδι. Επανέφερε το δόγμα της «συμφωνίας του αιώνα», αλλά αυτή τη φορά με το βλέμμα στραμμένο στη Σαουδική Αραβία. Το ειρηνευτικό του σχέδιο, πιο πραγματιστικό από τα προηγούμενα, υπόσχεται ένα «διαχειρίσιμο παλαιστινιακό κράτος» ως προϋπόθεση για επανεκκίνηση των σχέσεων Ισραήλ–Αραβικού κόσμου. Πίσω όμως από τις διακηρύξεις, κρύβεται η ουσία: η Αμερική θέλει να κλείσει τα ανοιχτά μέτωπα της Μέσης Ανατολής για να στραφεί πλήρως προς την Κίνα.
Η ειρήνη, λοιπόν, δεν είναι αυτοσκοπός -είναι στρατηγική οικονομίας δυνάμεων.
Στο Ισραήλ, ο «πολιτικός σεισμός» -αν και κλισέ- είναι μία ρεαλιστική απεικόνιση της κατάστασης. Ο Νετανιάχου, σύμβολο της αμυντικής αδιαλλαξίας, μετατράπηκε σε «βαρίδι» για το ίδιο το κράτος που υποσχέθηκε να προστατεύσει. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πλειοψηφία υπέρ της αποχώρησής του -της άμεσης παραίτησής του, για να είμαστε ακριβέστεροι- ενώ τα κινήματα των οικογενειών των ομήρων έχουν μετατραπεί σε πραγματική αντιπολίτευση.
Οι Ισραηλινοί πολίτες αισθάνονται διπλά προδομένοι -από μια κυβέρνηση που απέτυχε να τους προειδοποιήσει και από έναν ηγέτη που δεν αναλαμβάνει την ευθύνη. Στο Τελ Αβίβ, το πολιτικό σύστημα βράζει: πρώην στρατηγοί ζητούν εξεταστική επιτροπή, οι έφεδροι αρνούνται επιστράτευση και τα κόμματα ετοιμάζονται για την πιο εκρηκτική προεκλογική περίοδο στην ιστορία της χώρας.
Τα στατιστικά δείχνουν το βάθος της κρίσης. Από το 1948, το Ισραήλ έχει γνωρίσει οκτώ μεγάλες πολεμικές αναμετρήσεις. Καμία δεν κράτησε τόσο πολύ, ούτε κόστισε τόσο σε ανθρώπινες ζωές και κύρος. Μόνο δύο φορές στο παρελθόν -μετά τον Πόλεμο του Γιομ Κιπούρ το 1973 και τον Λίβανο το 1982- η εμπιστοσύνη των πολιτών προς την ηγεσία έπεσε κάτω από το 30%. Σήμερα βρίσκεται στο 19%.
Η «ασπίδα του Νετανιάχου» έχει ραγίσει και μαζί της, το αφήγημα της απόλυτης ασφάλειας που θεμελίωσε ο σιωνισμός του 21ου αιώνα. Η επόμενη μέρα θα κριθεί στην Αίγυπτο, όπου διεξάγονται οι έμμεσες συνομιλίες με τη Χαμάς. Αν υπάρξει συμφωνία, θα ξεκινήσει το πιο δύσκολο κεφάλαιο: η ειρήνη χωρίς εμπιστοσύνη. Αν αποτύχουν, το Ισραήλ κινδυνεύει να παγιδευτεί σ’ έναν «πόλεμο φθοράς» χωρίς τέλος -πολιτικά και κοινωνικά διχασμένο, ηθικά απομονωμένο.
Οι Άραβες, το Κατάρ και η νέα σκακιέρα
Η Μέση Ανατολή ξαναγράφει τον εαυτό της -χωρίς ξεκάθαρο, ως συνήθως- νικητή.
Ο πόλεμος της Γάζας λειτούργησε ως επιταχυντής για μια «αργής ωρίμανσης» αλλαγή στον αραβικό κόσμο. Τα καθεστώτα που άλλοτε κινούνταν με ρυθμούς δεκαετιών βρέθηκαν να επανατοποθετούνται μέσα σε μήνες. Το Ιράν αποδυναμώθηκε, ο Άσαντ έπεσε, ο Λίβανος άλλαξε πρόεδρο και η Υεμένη αναδιατάχθηκε κάτω από αμερικανικά και ισραηλινά πλήγματα. Στο επίκεντρο, ένα μικρό εμιράτο απέκτησε αντιστρόφως ανάλογη του μεγέθους του δύναμη.
Η Ντόχα, που για χρόνια έπαιζε τον ρόλο του διαμεσολαβητή με τη Χαμάς, βγήκε από την κρίση ως ο κεντρικός δίαυλος επικοινωνίας μεταξύ Ουάσιγκτον και αραβικού κόσμου. Η ισραηλινή επίθεση κατά στελεχών της Χαμάς ενοποίησε τις μοναρχίες του Κόλπου στην οργή τους. Αυτή η οργή, αντί να φέρει νέα μέτωπα, δημιούργησε το έδαφος για την ειρηνευτική πρωτοβουλία Τραμπ. Από τα συντρίμμια του πολέμου, το Κατάρ έγινε το νέο γεωπολιτικό κέντρο βάρους.
Η Σαουδική Αραβία, πιο προσεκτική αλλά και πιο αποφασιστική, αναδείχθηκε ως ρυθμιστής του επόμενου κεφαλαίου. Το Ριάντ δεν μπορεί να αγνοήσει τη λαϊκή συμπάθεια προς τους Παλαιστινίους, αλλά ούτε και να θυσιάσει την αμερικανική ασπίδα που εξασφαλίζει τη σταθερότητά του. Το μήνυμά του είναι καθαρό: αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους ως αντάλλαγμα για την ομαλοποίηση με το Ισραήλ. Η Ουάσιγκτον το ακούει. Το Τελ Αβίβ όχι ακόμη.
Από την άλλη πλευρά, ο αραβικός δρόμος αλλάζει. Οι κοινωνίες που κάποτε χειροκροτούσαν τη Χαμάς τώρα βλέπουν στα ερείπια της Γάζας τη δική τους ανημποριά. Η Αίγυπτος, σε ρόλο διαιτητή, φιλοξενεί τις έμμεσες συνομιλίες γνωρίζοντας πως κάθε αποτυχία θα φέρει νέο κύμα προσφύγων προς τα σύνορά της. Οι στρατιωτικοί του Καΐρου δεν μιλούν για ειρήνη αλλά για επιβίωση.
Στο φόντο όλων αυτών, το Ιράν επιχειρεί να ανασυνταχθεί. Οι ισραηλινές επιθέσεις μείωσαν δραστικά τη δυνατότητά του να επηρεάζει Λίβανο και Συρία, όμως η ιδεολογική του επιρροή παραμένει. Ο σιιτικός άξονας δεν διαλύθηκε, απλώς χαμήλωσε το προφίλ του. Η Τεχεράνη ξέρει να περιμένει.
Η Μέση Ανατολή εισέρχεται έτσι σε μια εποχή «ήρεμης ρευστότητας». Καμία χώρα δεν μπορεί να επιβάλει μονοπώλιο ισχύος, καμία δεν έχει το τρόπο να κερδίσει ολοκληρωτικά. Το μόνο σταθερό στοιχείο είναι η αστάθεια. Και αυτό, για μια περιοχή μαθημένη στη φωτιά, μοιάζει σχεδόν με ειρήνη.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News