Σταύρος Ζαλμάς στην «Π»: «Δεν σταμάτησα ποτέ να ελπίζω, όσο κι αν πληγώθηκα»
Μετά την επιτυχημένη της πορεία στην Αθήνα και τη διάκρισή της στα Θεατρικά Βραβεία Θεσσαλονίκης, η παράσταση ανεβαίνει στο θέατρο «Πάνθεον» της Γούναρη, το Σάββατο 8 Νοεμβρίου (ώρες 18:15 και 21:15) και την Κυριακή 9 Νοεμβρίου (ώρα 19:00). Η Πέμη Ζούνη και ο Σταύρος Ζαλμάς, υπό τη σκηνοθετική ματιά της Βάνας Πεφάνη, θα ξανασυναντηθούν πάνω στη σκηνή
Υπάρχουν παραστάσεις που δεν ανεβαίνουν απλώς στη σκηνή· ανθίζουν μέσα μας. Η «Φθινοπωρινή Ιστορία» του Αλεξέι Αρμπούζωφ είναι μία από αυτές.
Μετά την επιτυχημένη της πορεία στην Αθήνα και τη διάκρισή της στα Θεατρικά Βραβεία Θεσσαλονίκης, η παράσταση ανεβαίνει στο θέατρο «Πάνθεον» της Γούναρη, το Σάββατο 8 Νοεμβρίου (ώρες 18:15 και 21:15) και την Κυριακή 9 Νοεμβρίου (ώρα 19:00).
Εκεί, η Πέμη Ζούνη και ο Σταύρος Ζαλμάς, υπό τη σκηνοθετική ματιά της Βάνας Πεφάνη, θα ξανασυναντηθούν πάνω στη σκηνή ως δύο άνθρωποι που μαθαίνουν ξανά να αγγίζουν ο ένας τον άλλον, όχι από πάθος, αλλά από ανάγκη για ζωή.
Λίγο πριν το φθινόπωρο κατέβει οριστικά στις ψυχές και στους δρόμους της Πάτρας, ο Σταύρος Ζαλμάς μιλά για τον ρόλο του Ροντιόν Νικολάγεβιτς, για τα τραύματα και τις σιωπές των ανθρώπων, για την τρυφερότητα που κρύβεται πίσω από το γέλιο και τη σοφία που γεννιέται μέσα από τη μελαγχολία.
-Στην εποχή της υπερεπικοινωνίας, έχουμε γίνει πιο ικανοί ή πιο ανίκανοι να συναντάμε ο ένας τον άλλον ουσιαστικά;
Παρότι σήμερα έχουμε περισσότερα μέσα επικοινωνίας από ποτέ, έχουμε χάσει την ουσία. Η μεγαλύτερη μοναξιά είναι να ζεις δίπλα σε κάποιον και να μην μπορείς να επικοινωνήσεις. Οι συναντήσεις γίνονται μέσα από οθόνες και μηνύματα, χωρίς φυσική παρουσία. Ομως η επικοινωνία απαιτεί το βλέμμα, τη φωνή, την ενέργεια του άλλου ανθρώπου. Χωρίς αυτά, μένει κενή. Οι ρυθμοί της ζωής, το άγχος και η πίεση της καθημερινότητας μας έχουν στερήσει τον χρόνο και τη διάθεση για ουσιαστικές επαφές. Ετσι, ενώ είμαστε «συνδεδεμένοι» τεχνολογικά, στην πραγματικότητα απομακρυνόμαστε όλο και περισσότερο.
– Εσείς ως καλλιτέχνης, πώς κρατάτε ζωντανό το όνειρο μέσα στον χρόνο;
Πιστεύω ότι το μυστικό είναι να μη χάσεις ποτέ το παιδί που κρύβεις μέσα σου. Αυτό που ονειρεύεται, ελπίζει και αντιστέκεται στην πραγματικότητα. Οσο διατηρείς αυτή την παιδικότητα, την πίστη στα όνειρα και την ευαισθησία σου, παραμένεις ζωντανός. Προσωπικά, δεν σταμάτησα ποτέ να ονειρεύομαι, να ελπίζω και, όσο κι αν πληγώθηκα, δεν κλείδωσα ποτέ την καρδιά μου. Αυτό, νομίζω, είναι που μας κρατά νέους και δημιουργικούς.
– Ο χρόνος, τελικά, είναι εχθρός ή σύμμαχος του ανθρώπου;
Ε… δύσκολη ερώτηση. Νομίζω ότι ο χρόνος είναι ό,τι αποφασίσεις να είναι. Αν τον φοβάσαι, γίνεται εχθρός, γιατί σου θυμίζει όσα έχασες. Αν όμως τον αποδεχτείς, τότε είναι σύμμαχος. Ο χρόνος σού δείχνει ποιος είσαι πραγματικά. Σου παίρνει μεν πράγματα, αλλά σου δίνει σοφία, κατανόηση, εσωτερική γαλήνη. Εμένα προσωπικά, δεν με τρομάζει πια. Με βοηθά να βάζω προτεραιότητες, να εκτιμώ τη στιγμή. Οσο πιο συμφιλιωμένος είσαι μαζί του, τόσο πιο ελεύθερος γίνεσαι.
-Αν μπορούσατε να επιστρέψετε στο παρελθόν, υπάρχει κάποια στιγμή που θα θέλατε να ξαναζήσετε;
Οχι για να την αλλάξω, αλλά ναι, υπάρχουν στιγμές που θα ήθελα να ξαναζήσω απλώς για να τις αισθανθώ ξανά. Ξέρετε, οι πιο όμορφες στιγμές δεν είναι οι μεγάλες επιτυχίες ή οι φώτα της σκηνής. Είναι μικρές, ανθρώπινες στιγμές. Ενα βλέμμα, ένα ταξίδι, ένα γέλιο με φίλους. Αυτά είναι που μένουν. Και νομίζω ότι το μυστικό είναι να μη ζούμε με τη νοσταλγία, αλλά με την ευγνωμοσύνη γι’ αυτό που υπήρξε. Γιατί κάθε στιγμή, όσο μικρή κι αν είναι, ανήκει πια στην αιωνιότητα.
– Τι ήταν αυτό που σας τράβηξε περισσότερο στον ρόλο του Ροντιόν Νικολάγιεβιτς;
Αυτό που με συγκίνησε βαθιά είναι η ανθρώπινη αλήθεια που κρύβει το έργο του Αρμπούζοφ. Μιλά για ανθρώπους πληγωμένους από την απιστία και την εγκατάλειψη, οι οποίοι έχουν επιλέξει να αποσυρθούν από τον έρωτα και να αφοσιωθούν αποκλειστικά στη δουλειά τους, κλειδώνοντας την καρδιά τους. Είναι μια τρυφερή και γεμάτη ευαισθησία ιστορία, γραμμένη με μαστοριά και αγάπη. Αυτό που γοητεύει ιδιαίτερα είναι η συνεχής εναλλαγή ανάμεσα στο γέλιο και στη συγκίνηση, κάτι που αντικατοπτρίζει απόλυτα τη ζωή, όπου η χαρά και η λύπη συνυπάρχουν και εναλλάσσονται διαρκώς.
– Γιατί δεν πρέπει να χάσουν οι ακροατές τη «Φθινοπωρινή ιστορία»;
Γιατί είναι ένα έργο που μιλά κατευθείαν στην ψυχή. Ολοι μπορούν να αναγνωρίσουν κάτι από τον εαυτό τους ή από ανθρώπους του περιβάλλοντός τους. Θίγει καταστάσεις που έχουμε ζήσει – ην απώλεια, τη μοναξιά, την ανάγκη για δεύτερη ευκαιρία. Θυμίζει ότι στη ζωή τίποτα δεν είναι οριστικό, πως οι εκπλήξεις μάς περιμένουν σε κάθε βήμα και ότι τελικά ο έρωτας και η ελπίδα δεν σβήνουν ποτέ.
– Πώς καταφέρνετε να κρατάτε την ισορροπία ανάμεσα στη μελαγχολία και το χιούμορ επί σκηνής;
Αυτή είναι η ουσία της δουλειάς μας. Οταν το κείμενο είναι ζωντανό, οργανικό και «μιλάει» στην ψυχή σου, τότε σου ανοίγει μόνο του τους δρόμους. Με τη δουλειά στις πρόβες, με τη Βάνα και την Πέμη, ανακαλύψαμε τα μονοπάτια αυτής της ευαίσθητης ισορροπίας. Το γέλιο και η συγκίνηση γεννιούνται φυσικά, μέσα από την αλήθεια των χαρακτήρων. Η παράσταση μας θυμίζει ότι στη ζωή δεν μπορούμε να ελέγξουμε τα πάντα και πως, όπως λέει ο σοφός λαός «ποτέ μη λες ποτέ». Ο έρωτας, ακόμη κι όταν προσπαθείς να τον αποφύγεις, βρίσκει πάντα τον τρόπο να σε ξαναβρεί.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News
