Θέατρο: Η τρέλα ως καταφύγιο
Τα πρώτα φανερώματα του θέματος της τρέλας στην ιστορία του θεάτρου ανιχνεύονται στο αρχαίο ελληνικό δράμα. Οι απαξιωμένοι από την κοινότητα στην οποία ανήκουν, Αίας και Φιλοκτήτης, στις ομώνυμες αντιστοίχως τραγωδίες του Σοφοκλή, ο μαινόμενος Ηρακλής και η εκστασιασμένη Αγαύη στις «Βάκχες» του Ευριπίδη αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα. Πλούσιο επίσης υλικό στο ίδιο θεματικό πεδίο παρέχει και το θέατρο του Σαίξπηρ, μέσα από την τρέλα του Αμλετ και της Οφηλίας αλλά και τις ψυχικές στρεβλώσεις μιας πλειάδας προβληματικών προσώπων (του ιδεοληπτικού Οθέλλου, της ανδρόγυνης λαίδης Μάκβεθ λ.χ.). Διαφορετικής τάξεως περίπτωση είναι αυτή της Ορελί, της «Ωραίας Τρελής» του Ζαν Ζιρωντού, καθώς η εκκεντρική συμπεριφορά της ταυτίζεται με την ονειροπόληση και τον ιδεαλισμό της για έναν καλύτερο κόσμο.
«Το Ημερολόγιο ενός Τρελού» (1835) του Νικολάι Γκόγκολ, είναι η ιστορία του ταξιδιού ενός ανθρώπου προς την τρέλα, ενός ταξιδιού τόσο παράλογα αστείου και συγχρόνως τόσο εύλογα σπαρακτικού. Ο Ρώσος συγγραφέας, κουβαλώντας τα δικά του πονεμένα βιώματα, των οποίων την κορύφωση παρακολουθεί κανείς στο έργο του «Νεκρές Ψυχές», γράφει «Το Ημερολόγιο», ανοίγοντας την πόρτα στον παράξενο κόσμο του, στη φαντασία και το κοινωνικό σχόλιο απέναντι σε μια καταπιεστική εποχή με δραστικό όπλο τη σάτιρα.
Με φόντο την τσαρική Ρωσία της δεκαετίας του 1830 και από τη θέση ενός χαμηλόβαθμου στην ιεραρχία υπαλλήλου, του αντιήρωα Ποπρίτσιν, ο Γκόγκολ ακολουθώντας τη φόρμα του ημερολογίου, αναδεικνύει μέσα από τον εξομολογητικό τόνο της πρωτοπρόσωπης αφήγησης τη σταδιακή καταφυγή του ήρωά του από τον αποκρουστικό κοινωνικό περίγυρο στον κόσμο των παραισθήσεων και της απελπισμένης αυταπάτης. Μια ακολουθία γεγονότων βαθαίνουν την απόσχισή του από την κανονικότητα και συντελούν σταδιακά στην απώλεια της επαφής του με την πραγματικότητα.
Ενας άνθρωπος, πιεσμένος από τον ασφυκτικό γραφειοκρατικό κλοιό του απολυταρχικού καθεστώτος, καθηλωμένος στην κοινωνική αφάνεια, αποτυχημένος όχι μόνο στην κοινωνική αλλά και στην προσωπική του ζωή –εξαιτίας του ανικανοποίητου έρωτα για τη Σοφί– αναζητάει καταφύγιο και λύτρωση στη σφαίρα του μη πραγματικού. Εκεί όπου μπορεί να ικανοποιήσει την επιθυμία του για επιδοκιμασία και αποδοχή, που του στέρησε η διαβρωμένη από τη διαφθορά κοινωνία, εκεί όπου με τους όρους του αρρωστημένου του μυαλού μπορεί να κερδίσει αξιοπρέπεια, αυτοπεποίθηση και αναγνώριση, αναβαθμίζοντας την απαξιωμένη δημόσια και ιδιωτική του εικόνα.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο κοινωνικά ανύπαρκτος και ηττημένος Ποπρίτσιν, χάνοντας σταδιακά την αίσθηση του χρόνου και του τόπου, καθώς οι βεβαιότητες της ψυχικής του ρώμης κλονίζονται και διαλύονται, και διολισθαίνοντας στη μεγαλομανία, ενδύεται ισπανική βασιλική στολή και μεταμορφώνεται σε αυτοκράτορα μονάρχη, πιστεύοντας ότι με αυτό τον τρόπο έχει ανακαλύψει την πραγματική του ταυτότητα και έχει κερδίσει την αναγνωρισιμότητα από τους ανθρώπους («Η Ισπανία έχει βασιλιά. Έχει βρεθεί. Αυτός είμαι εγώ. Μόνο αυτή τη μέρα το έμαθα. Δεν καταλαβαίνω πως θα μπορούσα να φανταστώ και να σκεφτώ πως ήμουν υπάλληλος»).
Καταφέρνει έτσι ο Νικολάι Γκόγκολ, με «Το Ημερολόγιο ενός Τρελού» όχι μόνο να σατιρίσει με μαύρο χιούμορ και πικρή ειρωνεία τη γραφειοκρατία της εποχής του αλλά και να συνθέσει μια αλληγορία της πολιτικής κατάστασης της προεπαναστατικής Ρωσίας, θέτοντας θέματα διαχρονικά: Την αλλοτριωτική σχέση του ατόμου με την κοινωνία αλλά και την αναζήτηση της δημόσιας και της ιδιωτικής ταυτότητας του ανθρώπου στους κόλπους ενός διεφθαρμένου κοινωνικού περίγυρου.
Αν και γραμμένη η σύντομη ιστορία πριν από 186 χρόνια, δεν χρειάζεται παρά μόνο η μετάθεση του χρονικού φόντου στο παρόν, για να διαβαστεί ολόφρεσκη ως ένα αιχμηρό σχόλιο της σημερινής κοινωνικής κατάστασης και της επίδρασής της στο μυαλό ενός ανθρώπου, που οδεύει στην τρέλα. Το έργο που έχει σταδιοδρομήσει στην ελληνική σκηνή με κυριότερους ερμηνευτές τον Χορν, τον Καρρά, τον Μεσσάλα (μακροβιότερο όλων), τον Ψάλτη, τον Λαζόπουλο και τελευταία τον Σωτήρη Χατζάκη (2018), παρουσιάζεται και πάλι, κατά την παρατεταμένη φετινή σεζόν, στο θέατρο Επί Κολωνώ, με την παράστασή του να κάνει πρεμιέρα μόλις στις αρχές Μαΐου. με ιδιαίτερη περίσκεψη, που επιχειρεί καταβύθιση στα εσώψυχα του ήρωα, επιδιώκοντας να φωτίσει τη διαδρομή του ως την αντίπερα όχθη.
Με την ύπαρξή του εγκιβωτισμένη σε μια ξύλινη ντουλάπα, που γίνεται το απόκοσμο καταφύγιό του -μια ιδιαίτερη σκηνική ιδέα της Σοφίας Καραγιάννη- ο άξιος ηθοποιός Ιωσήφ Ιωσηφίδης παρακολουθεί με ερμηνευτική ευαισθησία τους δαιδαλώδεις δρόμους του μυαλού και της ψυχής του Ιβάνοβιτς Ποπρίτσιν, αναδεικνύοντας με αξιομνημόνευτο μόχθο τις αντιφατικές εσωτερικές δονήσεις του σχιζοειδούς ήρωα: τα όνειρα και τις φοβίες του, τον αγώνα και τις αγωνίες του, τις ελπίδες και τις ματαιώσεις του, την απελπισία και τη συντριβή του.
Μια αξιόλογη παράσταση ενός διαχρονικού μονολόγου, που όσο η αβάσταχτη πραγματικότητα θα εξωθεί τον άνθρωπο στο καταφύγιο μιας «άλλης ζωής» και διαφορετικής θέασης του κόσμου, θα βρίσκει πάντα το ζωτικό του χώρο στη σκηνή του Παγκόσμιου Θεάτρου.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News