Θρησκευτικός VS Πολιτικός: Τελικά στο δημαρχείο είναι γάμος ή απλά ένα συμφωνητικό;

Το ξέρετε ότι μέχρι τις 17 Φεβρουρίου 1982 ίσχυε στη χώρα μας η υποχρεωτική ιερολογία του γάμου (θρησκευτικός γάμος), η οποία είχε καθιερωθεί με Νεαρά του Βυζαντινού αυτοκράτορα Λέοντος ΣΤ’ του Σοφού το 893 μ.Χ. («Μη ερρώσθαι τα συνοικέσια άνευ της ιεράς ευλογίας»). Σαράντα ένα χρόνια μετά τη ρύθμιση της Πολιτείας και οι απόψεις για τον πολιτικό γάμο εξακολουθούν να διίστανται. Eίναι όντως γάμος όπως είναι ο αντίστοιχος θρησκευτικός ή αποτελεί απλά μια σύμβαση;

γάμος
Χρειάστηκε να περάσουν 200 ολόκληρα χρόνια από τη Γαλλική Επανάσταση για να καθιερωθεί η νομιμότητα του πολιτικού γάμου και στη χώρα μας. Αυτό συνέβη μια μέρα σαν σήμερα το 1982 από την τότε κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου και στο πλαίσιο της γενικής «Αλλαγής» που επέφερε η άνοδος του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία. Σύμφωνα με το πνεύμα της συγκεκριμένης νομοθετικής ρύθμισης «η ελληνική πολιτεία δεν θα παραβίαζε, πλέον, τη θεμελιώδη αρχή της θρησκευτικής ελευθερίας» και επίσης «θα έπαυε να δημιουργεί μία σειρά από προσωπικά αδιέξοδα σε αλλόθρησκους, άθεους, κ.λπ.».

Το σχετικό νομοσχέδιο εισήχθη προς συζήτηση στη Βουλή στις 17 Φεβρουαρίου 1982 και ψηφίστηκε στις 22 Μαρτίου, με τις αρνητικές ψήφους της Νέας Δημοκρατίας και την έντονη αντίδραση της ελλαδικής Εκκλησίας. Για την ιστορία, ο πρώτος πολιτικός γάμος στην Ελλάδα έγινε στις 18 Ιουλίου του ίδιου χρόνου στο χωριό Φραντάτο της Ικαρίας, μεταξύ της ντόπιας Σταματούλας Πλακίδα και του Δημήτρη Μαύρου από τη Νάξο.

ΞΕΡΑΤΕ ΟΤΙ…

…Η πρώτη απόπειρα για την εισαγωγή του πολιτικού γάμου στην Ελλάδα είχε γίνει στις 10 Μαρτίου του 1926 από τον υπουργό Δικαιοσύνης, Ιωσήφ Κούνδουρο, αλλά η πρότασή του απορρίφθηκε από τον δικτάτορα Θεόδωρο Πάγκαλο; Στη συνέχεια, απασχόλησε και τη νομοπαρασκευαστική επιτροπή του Αστικού Κώδικα τη 10ετία του ’30, χωρίς τελικά να υιοθετηθεί.

Τι λένε, όμως, για όλα αυτά η Εκκλησία μας και το εκκλησιαστικό δίκαιο, αλλά και άνθρωποι που λόγω θέσης κλήθηκαν να χειριστούν και κάποιοι εξ αυτών να τελέσουν πολιτικούς γάμους; Οι τοποθετήσεις που έκαναν στην «Π» ο πρώην δήμαρχος Δυτικής Αχαΐας και υποψήφιος βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Ανδρέας Παναγιωτόπουλος, ο δημοτικός σύμβουλος και πρώην αντιδήμαρχος του Δήμου Πατρέων Νίκος Τζανάκος, ο δημοτικός σύμβουλος και πρώην αντιδήμαρχος του Δήμου Πατρέων Χαράλαμπος Στανίτσας και ο επίκουρος καθηγητής του Εκκλησιαστικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και δικηγόρος, Γεώργιος Ι. Ανδρουτσόπουλος, είναι χαρακτηριστικές.

 

ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ:
«Εξισορρόπηση με όσα ισχύουν διεθνώς»

γάμος

Ο Ανδρέας Παναγιωτόπουλος

«Η νομοθετική ρύθμιση για την κύρωση του πολιτικού γάμου αποτελούσε έναν αναγκαίο συμβιβασμό για τη χώρα μας με βάση πάντα και όλα όσα ίσχυαν και ισχύουν στην Ευρώπη και τον κόσμο. Ηταν μια απόφαση που ελήφθη στο πλαίσιο του εκσυγχρονισμού, της εξισορρόπησης και της εναρμόνησης με όλα το νομοθετικό πλαίσιο που εφαρμόζονταν και εφαρμόζεται και σε άλλες χώρες της Ευρώπης και προκειμένου να μην παραβιάζεται η αρχή της θρησκευτικής ελευθερίας και της ανεξιθρησκείας. Παράλληλα, η ρύθμιση αυτή έλυνε διάφορα γραφειοκρατικά και διαδικαστικά θέματα για αλλόθρησκους και άθεους, ενώ βοηθούσε, παράλληλα, και στη μείωση του κόστους των γάμων, ειδικά σε όσους δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να κάνουν υπέρογκα έξοδα, τραπέζια, κ.λπ. Βεβαίως, επειδή η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων είμαστε Χριστιανοί Ορθόδοξοι, στη συνείδησή μας το Μυστήριο του θρησκευτικού γάμου αποτελούσε και εξακολουθεί να αποτελεί τον βασικό τρόπο τέλεσης του γάμου».

 

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΣ:
«Ιερότητα και μια απλή σύμβαση»

 

γάμος

Ο Γεώργιος Ανδρουτσόπουλος

«Η καθιέρωση του πολιτικού γάμου ως ισόκυρου με τον θρησκευτικό έχει καταγραφεί ως η πρώτη μεταπολιτευτικά σοβαρή κρίση στις σχέσεις Πολιτείας και Εκκλησίας. Από τη μια, η Εκκλησία αντιμετώπιζε τον γάμο ως Μυστήριο και τόνιζε την ανάγκη σεβασμού της ιερότητάς του, ενώ η Πολιτεία τον έβλεπε απλώς ως μια σύμβαση. Ο πολιτικός γάμος, μάλιστα, ισχύει, ως δυνατότητα, ορθώς, και για τα μέλη της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Το αντίθετο θα ήταν κλασικό παράδειγμα ενός καταδικαστέου νομοθετικού σχετικισμού. Ωστόσο, ο πιστός και συνάμα πολίτης βρίσκεται συχνά ενώπιον του διλήμματος: Να επιλέξει τη συμμόρφωση με τους κανόνες της Εκκλησίας ή να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία που του αναγνωρίζουν οι νόμοι της Πολιτείας; Ή μήπως, σε μία εκδήλωση μιας à la carte θρησκευτικότητας, να πράξει και τα δύο; Ηδη από το 1930 ο Ελευθέριος Βενιζέλος έχει τοποθετηθεί σχετικώς: ”…Μη μου λέγη κανείς ότι θέλει και Ορθόδοξος Χριστιανός να είναι, αλλά να μην κάμη τον γάμο με ιεροτελεστία…”».

 

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΣΤΑΝΙΤΣΑΣ:
«Ως αντιδήμαρχος είχα ζητήσει εξαίρεση»

 

γάμος

Ο Χαράλαμπος Στανίτσας

«Ο γάμος είναι ένα από τα επτά Μυστήρια της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Στην ουσία είναι η επιθυμία ενός ζευγαριού να εισέλθει το Αγιο Πνεύμα στην καινούργια του ζωή και η απόφασή του για τη σωτηρία και την εν Χριστώ τελείωσή του.

Υπάρχουν ασφαλώς και κάποιοι που επιλέγουν τον πολιτικό γάμο, δηλώνοντας εμπράκτως την άρνησή τους στα Μυστήρια. Προφασίζονται οικονομικούς λόγους, αυτοδιαψεύδονται όμως με την πολυδάπανη συνέχεια, μετά την τελετή. Αυτό είναι απολύτως σεβαστό. Η Εκκλησία στενοχωρείται από αυτήν την άρνηση, αλλά πάντοτε ελπίζει στη συνειδητή μεταμέλεια και οπωσδήποτε έχει ανοικτή την αγκαλιά της.

Ως αντιδήμαρχος Πατρέων είχα εκ του νόμου την αρμοδιότητα τέλεσης πολιτικών γάμων, αλλά ποτέ δέν πραγματοποίησα αντίστοιχη τελετή. Είχα ζητήσει από τον τότε δήμαρχο Γιάννη Δημαρά να με απαλλάξει. Μάλιστα, δε, όταν ανανεώθηκε η θητεία μου, στο καθηκοντολόγιο του αντιδημάρχου που δημοσιεύονταν σε ΦΕΚ, δεν υπήρχε ούτε καν ως δυνατότητα. Και αυτό γιατί απλά, ως συνειδητό και αγωνιζόμενο μέλος της Ορθόδοξης Εκκλησίας, συνειδησιακά δεν μπορούσα, ούτε μπορώ να προτρέπω, πολλώ δε μάλλον να επικυρώνω πράξεις που η επίσημη Εκκλησία αρνείται. Κάθε πράξη, χωρίς την ευλογία του Θεού, είναι ανευλόγητη, είναι εκτός της Χάριτος.

Σέβομαι απόλυτα την ελευθερία οποιουδήποτε να παντρεύεται πολιτικά, να μην βαφτίζεται, να κηδεύεται πολιτικά και να αποτεφρώνεται. Επιθυμώ, όμως, να σέβονται και οι άλλοι τα πιστεύω μου που με παρρησία ακολουθώ».

 

ΝΙΚΟΣ ΤΖΑΝΑΚΟΣ:
«Δεν συγκρίνονται τα συναισθήματα»

 

γάμος

Ο Νίκος Τζανάκος

«Ο πολιτικός γάμος εμφανίστηκε ως μια παράδοξη και παράξενη τελετή στα πρώτα χρόνια της εφαρμογής της. Ηταν κάτι έξω από τα κοινωνικά και θρησκευτικά πιστεύω της ελληνικής κοινωνίας, ασύμβατο με τα ήθη και έθιμά της. Ανάλογη ήταν και η αντίδραση των δήμων. Εμφανιζόταν ως αναγκαία εκ του νόμου διαδικασία. Ο δήμαρχος επέλεγε και όριζε ως αρμόδιους αντιδημάρχους γι΄ αυτό τον σκοπό, αλλά ήταν αρκετοί που δεν επιθυμούσαν να πραγματοποιούν πολιτικούς γάμους.

Οι πρώτοι ”τολμηροί” οι οποίοι εμφανίστηκαν στο ληξιαρχείο του Δήμου για να παντρευτούν με πολιτικό γάμο, ήταν ηλικιωμένοι οι οποίοι δεν ήθελαν να πληροφορηθεί το γεγονός, το στενό τους περιβάλλον αλλά και η κοινωνία αλλά και ζευγάρια που το ένα μέλος ήταν αλλοδαπός ή αλλοδαπή. Μερικές φορές και με απλά καθημερινά ρούχα για να μην γίνουν αντιληπτοί από το περιβάλλον, ενώ σπάνια εμφανιζόταν ανθοδέσμη. Παρόντες στη διαδικασία ήσαν μόνο δύο μάρτυρες από τους στενούς φίλους του ζευγαριού και οι οποίοι είτε ήταν εχέμυθοι και είχαν κρατήσει το μυστικό είτε τους ενημέρωναν την τελευταία στιγμή. Αρκετές φορές δεν υπήρξαν ούτε φωτογραφίες που να απαθανατίζουν το γεγονός. Στην καλύτερη περίπτωση ένας εχέμυθος φωτογράφος ή ένα κινητό στα χέρια φίλου. Δεν ήταν λίγες οι φορές που η τελετή καθυστέρησε επειδή δεν εμφανίστηκαν οι μάρτυρες αλλά και εκείνες που αναζητείτο κάποιος πρόθυμος να τους αντικαταστήσει. Υπήρχαν και περιπτώσεις, αλλά ελάχιστες να παντρεύονται νέα ζευγάρια κρυφά από τους γονείς τους κυρίως επειδή κάποια από τις οικογένειες δεν συναινούσε στον γάμο τους. Η όλη διαδικασία θύμιζε κάτι σαν ΄΄κρυφό σχολειό΄΄ ή τον ΄΄όρκο των Φιλικών΄΄ και είχε ως όρο, τον λόγο τιμής των παρισταμένων, πως δεν θα διαρρεύσει το μυστικό. Δεν ήταν λίγες οι φορές που μου είχαν τύχει, να μου ζητούν βοήθεια στην ανεύρεση-αντικατάσταση των μαρτύρων που τους είχαν ”εγκαταλείψει” ή την εχεμύθειά μου, όταν τύχαινε να γνωρίζω τους γονείς του ενός εκ των δυο νυμφευμένων. Σπάνια εμφανιζόντουσαν 2- 3 στενοί φίλοι του ζευγαριού από εκείνους που ήξεραν το ”μυστικό”. Η εικόνα άλλαξε γύρω στη δεκαετία του 2000, όταν ένας νόμος που έδινε πρόσθετα μόρια και δυνατότητα συνυπηρέτησης, σε δασκάλους κυρίως, έφερε στο δημαρχείο δεκάδες νέους, οι οποίοι χρησιμοποίησαν τον πολιτικό γάμο ως ”εργαλείο”, προκειμένου να βρεθούν κάτω από την ίδια στέγη, με σκοπό όμως οι περισσότεροι να προχωρήσουν αργότερα και σε θρησκευτικό γάμο, τον οποίο τις περισσότερες φορές τον είχαν ήδη προγραμματίσει.

Τότε οι γάμοι απέκτησαν περισσότερη ”φωτεινότητα”, άρχισαν να εμφανίζονται, αρχικά δειλά, οι γονείς του ζευγαριού με εμφανή τα ίχνη μιας ”ντροπής” αφού δεν ακολούθησαν τη θρησκευτική τελετή και λίγο αργότερα και οι πρώτοι καλεσμένοι στον γάμο. Αντίστοιχα η διαδικασία άνοιξε, άρχισαν να φέρνουν γλυκά και να ραίνουν με ρύζι τους νεόνυμφους με τα φλας να έχουν την τιμητική τους. Θα έλεγα πως εξαιτίας αυτού του νόμου έσπασε και το ταμπού, άνοιξε ο δρόμος και η κοινωνία άρχισε να αποδέχεται τον πολιτικό γάμο, ως ”νόμιμη” κοινωνικά τελετή.

Στις αρχές του αιώνα που διανύουμε, η οικονομική κρίση και στη συνέχεια η πανδημία, αύξησαν κατακόρυφα τους πολιτικούς γάμους, κάποιοι από αυτούς μάλιστα άρχισαν να εμφανίζουν σε μικρογραφία, συνήθειες του θρησκευτικού γάμου, όπως κάποιο είδος νυφικού και αξεσουάρ τοποθετημένα στην είσοδο και μέσα στην αίθουσα του δημαρχείου. Σε καμία περίπτωση βέβαια δεν μπορεί να συγκριθεί το γεγονός, με το περιβάλλον, τη λαμπρότητα, τη θρησκευτικότητα και τα συναισθήματα ενός θρησκευτικού γάμου».