Αλέξης Τσίπρας: Πού θα βγάλει το rebranding;

Κατά τα φαινόμενα, ο Αλέξης Τσίπρας ετοιμάζεται να «σερβίρει» στον ελληνικό λαό μια διαφορετική και πιο ώριμη εκδοχή του πολιτικού εαυτού του

Αλέξης Τσίπρας: Πού θα βγάλει το rebranding;

Η πολιτική σκηνή της χώρας δείχνει να παρακολουθεί με προσοχή κάθε κίνηση του Αλέξη Τσίπρα. Είναι δεδομένο ότι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο θα επανέλθει. Αυτό δείχνουν όλα τα σημάδια. Ο Αλέξης Τσίπρας ουδέποτε έπαψε να αποτελεί υπολογίσιμη πολιτική οντότητα για τη χώρα και μέσα σε ένα πεδίο αντιπολιτευτικής αδυναμίας, στο μυαλό πολλών φαντάζει ως πιο αξιόπιστη εναλλακτική απέναντι στις πολιτικές της σημερινής κυβέρνησης.

Τα τελευταία στοιχεία δείχνουν ότι ο Τσίπρας κινείται μεθοδικά προς την επάνοδο. Οι εμφανίσεις του πυκνώνουν, πολιτικοί παράγοντες που πρόσκεινται σε εκείνον ενεργοποιούνται εκ νέου –έστω και αυτοβούλως, ενώ οι δημοσκοπήσεις τον καταγράφουν με υπολογίσιμα ποσοστά. Στην πρόσφατη έρευνα της MRB, το 26% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι θα τον ψήφιζε, με ακόμη 15% να αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να μετακινηθεί προς το μέρος του. Αλλες μετρήσεις δείχνουν ότι περίπου 10% θα ψήφιζε ένα νέο κόμμα με επικεφαλής τον ίδιο αν γίνονταν εκλογές την επόμενη Κυριακή. Αυτό σημαίνει ότι, χωρίς οργανωμένο κόμμα, πρόγραμμα ή στελέχη, το πιθανό «ταβάνι» του φτάνει σε ικανοποιητικό σημείο λίγο πάνω από το 40%, αν και αυτή είναι η αισιόδοξη εκτίμηση των αριθμών.

Η στρατηγική που ακολουθεί δείχνει να εστιάζει σε δύο άξονες: αποκατάσταση της εικόνας του και επανατοποθέτηση στον δημόσιο διάλογο. Στο πρώτο σκέλος, επιχειρεί να «πουδράρει» τις αρνητικές μνήμες από την περίοδο διακυβέρνησής του, ιδιαίτερα από το καλοκαίρι του 2015, επαναδιατυπώνοντας την αφήγηση εκείνων των ημερών. Στο δεύτερο, αντί να απευθύνεται απευθείας στην κοινωνία, επιλέγει να συνομιλεί με ισχυρά κέντρα επιρροής και συμμάχους, ενώ εντάσσει στη ρητορική του έννοιες όπως ο «πατριωτισμός», υπονοώντας ένα πολιτικό μίγμα πέρα από τις παραδοσιακές ιδεολογικές γραμμές.

Η δραστηριότητά του τον Ιούλιο του 2025 ήταν ενδεικτική. Μέσα σε τέσσερις ημέρες έκανε τρεις παρεμβάσεις – δύο εκ των οποίων είχαν σαφές πολιτικό και συμβολικό βάρος. Ανήμερα της συμπλήρωσης δέκα χρόνων από την προκήρυξη του δημοψηφίσματος, ζήτησε τη δημοσιοποίηση των πρακτικών της σύσκεψης των πολιτικών αρχηγών μετά το αποτέλεσμα του «Οχι». Οταν έλαβε αρνητική απάντηση, η επίθεσή του δεν περιορίστηκε στο 2015, αλλά επεκτάθηκε στην τρέχουσα κυβερνητική πρακτική, μιλώντας για «βαλκανοποίηση της Ελλάδας» και «καθεστώς κλεπτοκρατίας».
Λίγες μέρες αργότερα, στην εκδήλωση μνήμης για τη Μυρσίνη Ζορμπά, επανήλθε με διεθνείς αναφορές, μιλώντας για κράτη που λειτουργούν σαν «ιδιωτικές εταιρείες» και για την ενίσχυση της άκρας δεξιάς, θέτοντας το ζήτημα ως «αγώνα για τον πολιτισμό». Οι δηλώσεις αυτές ενίσχυσαν την εντύπωση ότι επιχειρεί να διαμορφώσει ξανά ένα ευρύτερο ιδεολογικό αφήγημα, πέρα από τα ελληνικά σύνορα.

Αν η επιστροφή του είναι προ των πυλών, αυτό δεν έχει ακόμη ανακοινωθεί. Συνεργάτες του δηλώνουν ότι η βασική του προτεραιότητα είναι η ολοκλήρωση του βιβλίου του για την περίοδο 2015-2019, ένα έργο που πολλοί αναλυτές θεωρούν απαραίτητο για την πολιτική του επανεκκίνηση. Με αυτό, θα επιχειρήσει να «κλείσει λογαριασμούς» με την κριτική που του έχει ασκηθεί και να προσφέρει τη δική του εκδοχή για τα γεγονότα.

Τα σενάρια περί νέου κόμματος παραμένουν ανεπιβεβαίωτα, ωστόσο η κινητικότητα γύρω του είναι έντονη. Πολιτικά στελέχη που τον στηρίζουν πυκνώνουν τις δημόσιες θετικές αναφορές στο πρόσωπό του, πιθανόν προσβλέποντας σε ρόλο σε ένα μελλοντικό σχήμα. Αν πράγματι προχωρήσει σε ίδρυση νέου φορέα, είναι σχεδόν βέβαιο ότι αυτή τη φορά η επιλογή των συνεργατών θα γίνει με μεγαλύτερη προσοχή – «καμένος» από προηγούμενες εμπειρίες, ο Τσίπρας φαίνεται να επιδιώκει αυστηρότερο έλεγχο στη στελέχωση.

Εν κατακλείδι, όλα δείχνουν ότι ο Αλέξης Τσίπρας δεν έχει πει την τελευταία του λέξη στην πολιτική. Με προσεκτικά βήματα, επιλέγει το timing και τα μηνύματά του, χτίζοντας μια πιθανή επιστροφή που μπορεί να αναδιαμορφώσει το πολιτικό σκηνικό. Η πορεία δείχνει πως η «επιστροφή» είναι περισσότερο ζήτημα χρόνου, παρά πρόθεσης. Πάντως, η όποια κίνηση θα πρέπει να γίνει σχετικά σύντομα, ώστε να μπορέσει ο νέος φορέας να τοποθετηθεί στην πολιτική σκηνή έγκαιρα και να έχει χρόνο για τις επόμενες εθνικές εκλογές.