Δένδιας: Το καλό κλίμα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις δεν σημαίνει εφησυχασμό

Όσα δήλωσε ο Νίκος Δένδιας  για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις

Δένδια

«Το πραγματικά καλό κλίμα στη συνάντηση μου με τον Τούρκο ομόλογο μου δεν σημαίνει φυσικά ότι συγχωρείται εφησυχασμός», επισήμανε, μεταξύ άλλων, ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Δένδιας σε συνέντευξη του στην εφημερίδα «Τα Νέα Σαββατοκύριακο». Διευκρίνισε δε ότι «νέα προσέγγιση στα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης δεν απαιτείται. Είναι συγκεκριμένα και με συγκεκριμένο, περιορισμένο σκοπό και δεν πρέπει να γίνεται σύγχυση με τις διερευνητικές συνομιλίες».

Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με τις δηλώσεις του πρωθυπουργού για ενδεχόμενες αναγκαίες υποχωρήσεις ο κ. Δένδιας υπενθύμισε ότι “η προσφυγή στη Χάγη για την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας είναι πάγια θέση της χώρας μας από το 1975 και τη συνάντηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή με τον Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ. Και είναι η Τουρκία αυτή που υπαναχώρησε στη συνέχεια, όχι η Ελλάδα. Στο ενδεχόμενο μιας τέτοιας προσφυγής αναφερόταν ο κ. Μητσοτάκης, όπως και στην πάγια θέση της χώρας μας για οριοθέτηση ΑΟΖ με βάση το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS), και όχι φυσικά σε συζήτηση για θέματα εθνικής κυριαρχίας, όπως κατέστησε σαφές και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος κ. Μαρινάκης.

O πρωθυπουργός συμπλήρωσε στην ίδια συνέντευξη ότι έχει υποχρέωση να διερευνήσει «αν υπάρχει ένα παράθυρο» και ότι «μπορεί και να μην υπάρχει τελικά». Όσον αφορά τα κόμματα και τις αντιδράσεις τους, η Κυβέρνηση έχει αποδείξει ότι δεν είναι αυτό το κριτήριο με το οποίο αναλαμβάνει πολιτικές πρωτοβουλίες και ότι εκτελεί την εθνική της αποστολή», συμπλήρωσε

Όσον αφορά στην ενίσχυση των Ενόπλων δυνάμεων, ο κ. Δένδιας εκτίμησε ότι “πολύ σύντομα θα είμαστε σε θέση να αρχίσουμε άμεσα τις διαπραγματεύσεις για τη συμβασιοποίηση των 20+20 F-35 αλλά και 6 νέων C-130J και 2 μεταχειρισμένων ενώ εξετάζεται εάν θα ενεργοποιηθεί ή όχι η option για μία επιπλέον φρεγάτα FDI και βρίσκονται στη διαδικασία της αξιολόγησης από τα αρμόδια Επιτελεία οι προσφορές για το πρόγραμμα ναυπήγησης 4 νέων κορβετών.

Σε ό,τι αφορά στη συζήτηση για τα περιφερειακά σχέδια του ΝΑΤΟ σχετικά με την αναφορά στα Στενά αλλά και την Κυπριακή Δημοκρατία, ο κ. Δένδιας επανέλαβε ότι «η Ελλάδα έχει δηλώσει σαφώς την αντίθεσή της στα όσα υποστηρίζει η Τουρκία. Το ζήτημα όμως της ονομασίας των Στενών και της αναφοράς στην Κυπριακή Δημοκρατία είναι θέμα που υπάγεται στη δικαιοδοσία του υπουργείου Εξωτερικών».

Όσον αφορά στην πιθανότητα αναβάθμισης των τουρκικών F-16 από τις ΗΠΑ ο κ. Δένδιας παρατήρησε ότι «με βάση τα αριθμητικά δεδομένα για τον ελληνικό σχεδιασμό, αυτή τη στιγμή δεν προκύπτει ιδιαίτερος λόγος ανησυχίας για την αναλογία μαχητικών αεροσκαφών μεταξύ των δύο κρατών, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν παρακολουθούμε το ζήτημα. Οι ΗΠΑ, νομίζω ότι πρέπει να κρίνουν κατά το συμφέρον τους, αλλά η συνοχή του ΝΑΤΟ και η μη παραβίαση της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων των συμμάχων, θα έλεγα ότι εμπίπτει στα συμφέροντα των ΗΠΑ.

Τέλος, σχετικά με τις προγραμματικές δηλώσεις του για διασύνδεση της θητείας με την κατάρτιση, ο υπουργός Εθνικής ‘Αμυνας σχολίασε μεταξύ άλλων ότι: Η πιστοποιημένη απόκτηση κάθετων δεξιοτήτων όπως η εκπαίδευση σε ειδικότητες που οδηγούν σε επαγγελματική αποκατάσταση και η απόκτηση δεξιοτήτων μέσω της φοίτησης σε Κέντρα Δια Βίου Μάθησης των Ενόπλων Δυνάμεων θα χρησιμεύει και ως μοριοδοτούμενο προσόν στις προκηρύξεις συναφών αντικειμένων από το Δημόσιο, ενώ θα υπάρχει σύνδεση με την αγορά εργασίας στον ιδιωτικό τομέα, μέσω συγκεκριμένων δράσεων. Πρόκειται για μία τεράστια αλλαγή, με χρηματοδότηση και από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, η οποία θα καταστήσει τη στρατιωτική θητεία χρήσιμη στον τομέα της απόκτησης δεξιοτήτων και της επαγγελματικής αποκατάστασης».

Καταλήγοντας, επισήμανε: «η Ελλάδα σήμερα, μετά από 4 χρόνια διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, είναι μια χώρα με αυτοπεποίθηση, με ενεργό ρόλο στην ευρύτερη περιοχή και με διευρυμένες συμμαχίες. Σε αυτή την κατεύθυνση, της Ελλάδας που είναι ένας υπολογίσιμος και αξιόπιστος παράγοντας διεθνώς, πιστεύω ότι θα πορευθούμε τη νέα τετραετία και μέσω της αμυντικής διπλωματίας».