Οπως είναι γνωστόν οι δυνάμεις του άξονα πριν από το θέρος του 1944 άρχισαν να υποχωρούν σε όλα τα μέτωπα. Από την άλλη πλευρά οι δυτικές δυνάμεις πίστευαν σε μια μεγάλη νίκη, η οποία θα είχε σαν αποτέλεσμα την απελευθέρωση των λαών της Ευρώπης, οι οποίοι τελούσαν υπό την κατοχή των Γερμανών.

Η ελληνική Κυβέρνηση

Μετά από τα γεγονότα αυτά η Ελληνική Κυβέρνηση, η οποία είχε εγκατασταθεί στο Κάιρο μετεφέρθη στην Ιταλία για να βρίσκεται κοντά στα γεγονότα και για να φθάσει νωρίτερα στην Ελλάδα.
Βέβαια, την Ελληνική Κυβέρνηση την απασχολούσαν πολλά προβλήματα, διότι η αποχώρηση των Γερμανών θα άφηνε πίσω ένα πραγματικό χάος.


Το μεγαλύτερο όμως πρόβλημα που απασχολούσε τη Ελληνική Κυβέρνηση ήταν η ομαλή μετάβαση στην έννομη τάξη μετά από αποχώρηση των Γερμανικών στρατευμάτων κατοχής. Για την ιστορία πρέπει να υπεν θυμίσουμε, ότι τη περίοδο εκείνη στη χώρα μας δρούσαν ο στρατός του ΕΛΑΣ, ο στρατός του ΕΔΕΣ, που ήλεγχε το μεγαλύτερο μέρος της Ηπείρου και τα τάγματα ασφαλείας, τα οποία είχαν συνεργασθεί με τα στρατεύματα κατοχής.
Το ζήτημα λοιπόν ήταν ποιος θα επέβαλε την τάξη στην Ελλάδα. Βέβαια, είναι προφανές ότι καμία από τις ανωτέρω δυνάμεις δεν θα μπορούσε να επιβάλλει την τάξη, δηλαδή ούτε ο ΕΛΑΣ, ούτε ο ΕΔΕΣ, ούτε πολύ περισσότερο τα τάγματα Ασφαλείας.

Η διάσκεψη της Καζέρτας

Προς επίλυση ίου μεγάλου αυτού προβλήματος που αναφέρουμε στην εισαγωγή, αποφασίστηκε να γίνει η Διάσκεψη της Καζέρτας. Στη Διάσκεψη αυτή πήραν μέρος οι εξής:


Από πλευράς συμμάχων ο Στρατηγός Ουίλσον, Αρχιστράτηγος των συμμαχικών δυνάμεων στην Μεσόγειο και ο Μακμίλαν (μετέπειτα Πρωθυπουργός της Αγγλίας) Υπουργός της Βρετανικής Κυβέρνησης για θέματα της Μεσογείου. Από πλευράς Ελληνικής πήραν μέρος ο Πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου, ο Στέφανος Σαράφης εκπρόσωπος του ΕΛΑΣ και ο Ναπολέων Ζέρβας εκπρόσωπος του ΕΔΕΣ.
Μετά από μακράν συζήτηση συνεφώνησαν και την 26η Σεπτεμβρίου 1944 υπέγραψαν συμφωνία η οποία προέβλεπε τα εξής:
Όλες οι δυνάμεις που δρούσαν στην Ελλάδα, ετίθεντο υπό τις διαταγές της Ελληνικής Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας. Η Ελληνική Κυβέρνηση με τη σειρά της έθετε τις δυνάμεις αυτές υπό τις διαταγές του στρατηγού Σκόμπι, ειδικά ως προς την Αθήνα, ουδεμία ενέργεια
επιτρεπόταν άνευ αμέσου διαταγής του. Τα τάγματα Ασφαλείας χαρακτηρίζονταν ως όργανα του εχθρού και εφ’ όσον δεν παραδίδονταν θα τύγχαναν της μεταχείρισης εχθρικών σχηματισμών. 0 στρατηγός Ζέρβας θα εξακολουθούσε να δρα εντός των εδαφικών ορίων της συμφωνίας της Πλάκας.

Νέα συνάντηση

Στις 30 Νοεμβρίου πραγματοποιήθηκε νέα συνάντηση των εκπροσώπων του ΕΑΜ (Σιάντος, Ζεύγος, Αγγελόπουλος) με τον Πρωθυπουργό και τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο. Στη σύσκεψη επαναλήφθηκαν τα ίδια και οι δύο πλευρές έμειναν ανένδοτες στις θέσεις τους.
Η Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας του Γεωργίου Παπανδρέου επέστρεψε από την Ιταλία στις 18 Οκτωβρίου 1944. Τα προβλήματα τα οποία αντιμετώπισε από την πρώτη στιγμή ήταν τεράστια. Φεύγοντας οι Γερμανοί άφησαν πίσω τους ερείπια. Τίποτα δεν είχε μείνει όρθιο σε αυτό τον τόπο.

Το σπουδαιότερο, όμως, πρόβλημα της Κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου ήταν ο αφοπλισμός των αντάρτικων ομάδων και η εδραίωση της τάξης και της ασφάλειας στη χώρα μας. Προς αυτή τη κατεύθυνση κινούμενος ο Πρωθυπουργός κήρυξε στις 5 Νοεμβρίου 1944 τη λήξη της Εθνικής Αντίστασης και ανακοίνωσε τη συμφωνία για τον αφοπλισμό του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ. Παράλληλα συγκροτήθηκε «Προσωρινή Εθνοφυλακή» και κλήθηκε η κλάση του 1936 για την επάνδρωση της.
Πώς, όμως, θα γινόταν ο αφοπλισμός; Θα συμφωνούσαν όλοι να παραδώσουν τα όπλα; Εδώ πράγματι δημιουργήθηκε μεγάλο πρόβλημα, το οποίο ήταν πολύ δύσκολο να επιλυθεί.

Για τον αφοπλισμό

Όλοι έβλεπαν τη μεγάλη δυσκολία του αφοπλισμού και όλοι διερωτώντο εάν τελικά θα συμφωνούσαν οι εκπρόσωποι του ΕΛΑΣ – ΕΑΜ και του Κομουνιστικού Κόμματος που κρυβόταν πίσω τους. Η κυβέρνηση, όμως, είχε πάρει τις αποφάσεις της και προσπαθούσε να βρει τρόπο ώστε να συμφωνήσουν και οι εκπρόσωποι του ΕΛΑΣ – ΕΑΜ.

Από την πλευρά του, όπως γράφει ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος στο ημερολόγιο του, ο Πρωθυπουργός έδειξε καλή διάθεση και προσπαθούσε να βρει τρόπο ώστε να πραγματοποιηθεί ο αφοπλισμός με τη σύμφωνη γνώμη όλων. Οι κομουνιστές, όμως, δημιουργούσαν προβλήματα και διαρκώς έθεταν νέους όρους, με αποτέλεσμα να παρατείνεται η εκκρεμότητα. Σ’ αυτή τη φάση, και συγκεκριμένα από τις 26 Νοεμβρίου, ο Κανελλόπουλος αναγκάστηκε να αναμειχθεί ενεργά στην υπόθεση, με αντικειμενικό στόχο να βοηθήσει την Κυβέρνηση και τον Πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου να βγουν από το αδιέξοδο στο οποίο είχαν οδηγηθεί οι διαπραγματεύσεις με τους εκπροσώπους του ΚΚΕ. οι οποίοι άλλαζαν συνεχώς απόψεις.

Το κείμενο

Τελικά, και υστέρα από πολλές συζητήσεις και διαπραγματεύσεις, φάνηκε ότι θα λυνόταν οριστικά το όλο πρόβλημα. 

Και τούτο διότι στις 27 Νοεμβρίου οι Υπουργοί της Κυβέρνησης και εκπρόσωποι του ΚΚΕ (Σβώλος, Ζεύγος και Τσιριμώκος) επισκέφθηκαν τον Πρωθυπουργό και του επέδωσαν κείμενο το οποίο θα μπορούσε να υπογραφεί ως απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου για την οριστική λύση του ζητήματος που αφορούσε το στρατιωτικό πρόβλημα και γενικότερα το θέμα του αφοπλισμού των αντάρτικων ομάδων. Η πρώτη φράση του κειμένου έλεγε, ότι στις 10 Δεκεμβρίου 1944 θα αποστρατεύονταν οι άντρες του ΕΛΑΣ και του Ζέρβα και ότι θα σχηματιζόταν μια ταξιαρχία του ΕΛΑΣ ισάριθμη με το άθροισμα της Ορεινής Ταξιαρχίας, του Ιερού Λόχου και ενός τμήματος του Ζέρβα που θα διατηρείτο.

Προς εμφύλιο σπαραγμό

Μετά τη σύσκεψη που έγινε την 30η Νοεμβρίου 1944 με τους εκπροσώπους του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ διαπιστώθηκε ότι δεν υπήρχε περίπτωση συμβιβασμού, διότι και οι δύο πλευρές παρέμεναν ακλόνητες στις θέσεις τους. Έτσι, ολοταχώς η χώρα οδηγείτο σε εμφύλιο σπαραγμό.

Για την ιστορία πρέπει να πούμε ότι, σύμφωνα με την απόφαση της Κυβέρνησης, η πολιτοφυλακή του ΕΑΜ θα έπρεπε να παραδώσει τα όπλα στα τμήματα της εθνοφυλακής που σχηματίστηκαν μετά την επιστράτευση των κληρωτών της κλάσης του 1936. Όμως αυτή αρνήθηκε να παραδώσει τα όπλα, οπότε η κατάσταση κατέστη ιδιαίτερα επικίνδυνη. Η Κυβέρνηση δεν μπορούσε να ανεχτεί μια τέτοια καάσταση, διότι δεν εκτελούνταν οι αποφάσεις της. Προς αντιμετώπιση του ζητήματος που ανέκυψε, ο Πρωθυπουργός κάλεσε σε σύσκεψη τους Υπουργούς που δεν ανήκαν στην ΕΑΜική παράταξη.
Στη σύσκεψη αυτή αποφασίστηκε να υπογράψουν όλοι οι Υπουργοί απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου που διέταζε την ΕΑΜική πολιτοφυλακή να παραδώσει τα πάντα στην εθνοφυλακή.

 

  • Από τις “Επιλογές” της “Π” στις 13 Δεκεμβρίου 2020