Μια δημοκρατία αντιδημοκρατική

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή Σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

Χωρίς Στέμμα: Το βιβλίο του καθηγητή και ερευνητή Θανάση Διαμαντόπουλου για τη «Β’ Ελληνική Δημοκρατία». Σε εισαγωγικά η περίοδος, γιατί ο συγγραφέας θεωρεί ότι η «Α’» περίοδος, τον καιρό της Επανάστασης του ’21 δεν πιάνεται, εφόσον δεν υπήρχε ακόμα απελευθερωμένη ελληνική επικράτεια, αναγνωρισμένη και συγκροτημένη ως κράτος. Μιλάμε για την κατάργηση της Βασιλείας, δυνάμει δημοψηφίσματος, πριν από έναν αιώνα ακριβώς, με πρωθυπουργό τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου, έναν πολιτικό σημαντικού διαμετρήματος που δεν μνημονεύεται ιδιαίτερα από τους επιγόνους, όπως και ο Γεώργιος Καφαντάρης, που ο συγγραφέας δείχνει να θεωρεί πιο σημαντική μορφή: Ο Καφαντάρης ήταν ο πρώτος που έκανε χρήση του όρου Κέντρο, αν και η πατρότητα του όρου φέρεται πως ανήκε στην εφημερίδα «Ελευθερία». Αν σας ενδιαφέρουν αυτές οι λεπτομέρειες.

Περιδιαβαίνοντας στις σελίδες του βιβλίου, ζαλίζεσαι. Βρισκόμαστε στην καρδιά μιας περιπετειώδους εποχής, η οποία έχει ως σχηματική της αφετηρία το έτος 1910, και εξελίσσεται με μίση, πάθη, διχασμό, θριάμβους και καταστροφές, κωμικοτραγική αστάθεια, δραματικές μεταπτώσεις και γερές δόσεις τυχοδιωκτισμού. Κοινός τόπος το έλλειμμα δημοκρατικής συνείδησης: Η επιβολή των παρατάξεων ισοδυναμεί με εξ εφόδου κυριαρχία στο πολιτικό σκηνικό και στη διοίκηση, αλλά ουδέποτε η επιβολή αυτή παρουσιάζει διάρκεια και σταθερότητα. Αν δεν είναι τα εκλογικά συστήματα θα είναι οι εθνικές περιδινήσεις ή η ανάκλαση των επεισοδιακών διεθνών εξελίξεων στην εσωτερική ζωή.

Η πολιτική διαπάλη περιλαμβάνει και τη φυσική εξόντωση αντιπάλων, όπως η εκτέλεση των Εξι, και πολλές άλλες λιγότερο προβεβλημένες, η δολοφονία του Δραγούμη, τα πογκρόμ που βαπτίζονται από τους μήνες στα οποία αυτά εξελίσσονται, Νοεμβριανά, Δεκεμβριανά και πάει λέγοντας. Σε κομβική θέση, βεβαίως, το στέμμα, οι φορείς του οποίου και λατρεύονται και μισούνται, αναλόγως παραταξιακής περιοχής, καθώς η ανάμειξή τους στον δημόσιο βίο θεωρείται αυτονόητη. Μεταξύ 1922 και 1936, κινηματίες αξιωματικοί- είτε ιδεολόγοι είτε επίορκοι είτε φανατικοί είτε καιροσκόποι είτε ασύδοτα συνδικαλιζόμενοι είτε όλα αυτά μαζί- και πολιτικοί ανεβοκατεβάζουν κυβερνήσεις και εγκαθιδρύουν οπερετικά, συνήθως, κυβερνητικά σχήματα. Η δημοκρατία προδίδεται συνεχώς, πολύ συχνά από τους ίδιους τους δημοκράτες. Όπως ξέρουμε, το σκηνικό αυτό θα διατηρηθεί με σχετικά μειωμένη νευρικότητα, και με πιο έντονο τον ξένο παρεμβατισμό στη μεταπολεμική περίοδο μέχρι και την επιβολή της δικτατορίας των συνταγματαρχών. Η κατάρρευσή της οδήγησε όχι απλά στην αποκατάσταση της δημοκρατίας, αλλά σε μια γνήσια, ανθεκτική και ποιοτική μεταπολίτευση, στο διάστημα της οποίας χαλυβδώθηκαν οι πολιτειακοί και πολιτικοί θεσμοί επί των οποίων εξελίχθηκε ο δημόσιος βίος και η εθνική ζωή επί μισό αιώνα: Φέτος συμπληρώνουμε πενήντα χρόνια ζωής της «Γ’», αλλά ουσιαστικά της Β’, αν όχι και της Α’ πραγματικής Ελληνικής Δημοκρατίας.

Η ανθεκτικότητα των θεσμών προσέλαβε παιδαγωγικό χαρακτήρα: Καλλιέργησε στο κοινωνικό σώμα τη δημοκρατικότητα, την πεποίθηση δηλαδή ότι έχουμε ένα αδιαμφισβήτητο και αυτονόητο πολίτευμα με αναγνωρισμένες και συνεχώς εμβαθυνόμενες ελευθερίεςαπέναντι στις οποίες συχνά αμυνόμαστε: Ακου γάμους ομοφύλων.  Αλλά την ίδια στιγμή, η παγίωση της πεποίθησης προκάλεσε μια μορφή αφασίας σε συνδυασμό με αμεριμνησία, ελαφρότητα, αγνωμοσύνη αλλά και άγνοια, ιδιαίτερα στις νεότερες γενιές. Όταν κάτι δεν πηγαίνει καλά, η δημοκρατία είναι ο εύκολος διαθέσιμος αντίπαλος για να εκτονώνει κανείς τη δυσφορία του, την εξυπνάδα του και τη θρασύδειλη διάθεσή του για επίδειξη.

Δεν εξέλιπε όλα αυτά τα χρόνια η «μνήμη του λοχία», που χαρακτήρισε την εύκολη κουβέντα του καφενείου, κυρίως όταν παίζουν σκηνές με επεισόδια στην περιοχή του Πολυτεχνείου ή αναπολούμε «τον παλιό καλό καιρό» των αυστηρών ηθών της εκπαίδευσης και το ξύλο που τρώγαμε από τον δάσκαλο: Η νοσταλγία έχει και μαζοχιστικά χαρακτηριστικά. Βαθμιαία, και υπό το βάρος των κρίσεων, του άγχους της καθημερινότητας και κάποιων εκφυλιστικών φαινομένων της δημόσιας ζωής, με κυρίαρχη την καθεστωτική αντίληψη και συμπεριφορά των επαγγελματιών της κομματικής και διοικητικής ζωής, η δημοκρατία ενοχοποιήθηκε ή έστω απώλεσε τη λάμψη της και την εκτίμηση της κοινωνίας.

Οι διεργασίες αυτές συντέλεσαν στην ανάπτυξη  μιας μακαριότητας αλλά και μιας γοητείας στην κατεύθυνση ορισμένων ανοιχτά ή έμμεσα αντιδημοκρατικών ρευμάτων. «Είχα μια αίσθηση ότι ο κόσμος γύρω γουστάρει να δει έναν αξιωματικό να παίρνει το πάνω χέρι» μας έλεγε πατρινός πολιτευτής που βρέθηκε σε εκδήλωση με πατριωτικό περιεχόμενο: Από αυτές όπου δεν έχει σημασία η ιστορία αυτή καθ’ αυτή (στην προκείμενη περίπτωση μάλιστα- διάσκεψη της Βοστίτζας- είναι και αμφιλεγόμενη), όσο η εκμετάλλευσή της για δικαίωση του αφηγήματος που θέλει τους πολιτικούς καλαμαράδες να προδίδουν τους γνήσιους αγωνιστές.

Πάνω σ’ αυτό κτίζεται το νέο κοινωνικό κλίμα που αναδεικνύει βουλευτές και κάνει πιένες στο διαδίκτυο, δυσκολεύοντας πολύ τη ζωή των επαγγελματιών της δημοσιογραφίας, που «πολύ τους χαϊδεύουν τους πολιτικούς». Εμβληματική παραμένει ακόμα η ταινία «Υπάρχει και φιλότιμο», με ήρωα τον φαιδρό Μαυρογυαλούρο, που ενσαρκώνει τη μέση αντίληψη για τους υπηρέτες του δημοσίου βίου.

Η Γερμανία κλίνει προς την σκληρή δεξιά, η Ιταλία ψήφισε Μελόνι, η Γαλλία πάει προς Λεπέν, οι ΗΠΑ ξαναφέρνει τον Τραμπ με ενθουσιασμό. Και εμείς έχουμε την επέτειο από τα 100 χρόνια της πρώτης δημοκρατίας. Που δεν ήταν δημοκρατική, αν διαβάσετε τι συνέβαινε τότε. Διαλύει μύθους η ιστοριογραφία. Αλλά καλό είναι να μην περιμένουμε να περνάει ένας αιώνας για να βλέπουμε την αλήθεια του εαυτού μας. Αν αντέχουμε.

 

Όλες οι ειδήσεις άμεσα μέσα από το Google News. Κάντε κλικ εδώ και κάντε εγγραφή

Άμεση ενημέρωση με όλες τις ειδήσεις τώρα και μέσω WhatsApp - Δες εδω


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ