Μια Νέα ετών 48

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή Σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

 

Πέρασαν 48 χρόνια από τότε που ο Καραμανλής ο Α’ ίδρυσε τη ΝΔ, έχοντας φύγει για το Παρίσι ως αρχηγός της ΕΡΕ την οποία ο ίδιος είχε ιδρύσει, στη θέση του Ελληνικού Συναγερμού που είχε ιδρύσει ο Παπάγος, εξαφανίζοντας το συρρικνούμενο Λαϊκό Κόμμα που είχε ιδρύσει ο Γούναρης. Ο τελευταίος δεν ταυτίστηκε αποκλειστικά με το κόμμα, καθώς εκτελέστηκε το ’22. Ακολούθησαν στη θέση του Παναγής και Κων. Τσαλδάρης, θείος και ανεψιός, προπολεμικά και μεταπολεμικά αντιστοίχως.

Η ΝΔ γιορτάζει την επέτειο με ένταση αταίριαστη με το μη στρογγυλό της χρονολογίας, αλλά η εκλογική συγκυρία επιβάλλει περισσότερη έμφαση. Το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας αποδείχθηκε το ανθεκτικότερο όλων των εποχών της συντηρητικής παράταξης, μια επίδοση που δικαιολογείται από διάφορες παραμέτρους: Την προσωπικότητα του Καραμανλή και τη μεταδικτατορική συγκυρία που επέβαλε συσπειρώσεις, αλλά και που είχε σαρώσει τον προδικτατορικό κόσμο, πλην δύο προσωπικοτήτων, τον Κων. Μητσοτάκη και τον Α. Παπανδρέου, εκ των οποίων ο πρώτος ήταν παραγκωνισμένος λόγω του ισχυρού απόηχου των τραυματικών γεγονότων του 1965. Ακολούθησε μια περίοδος μακράς πόλωσης που επέβαλε τη ΝΔ σαν αυτονόητο πυλώνα του κοινοβουλευτικού, του πολιτικού και εν τέλει του κοινωνικού συστήματος, σε μια χώρα όπου κόμμα και κοινωνία είχαν έντονες αντιστοιχήσεις, που περιλάμβαναν την οικονομική ζωή και την απασχόληση.

Οντας, είπαμε, συντηρητική παράταξη, ο κόσμος της εξ ορισμού δεν έβλεπε με καλό μάτι σκιρτήματα και αποσχίσεις που έβλαπταν την ενότητα του χώρου, και διαφωνούσαν μ’ αυτές κατ’ αρχάς για λόγους αρχής: Πρώτα έρχεται η παράταξη και όλα τα άλλα τα βρίσκουμε, κάτι που ίσχυσε ακόμα και σε περιόδους παρακμής και διχαστικών τριβών μεταξύ των μνηστήρων της ηγεσίας.

Η δυναμική της ενότητας, και η θρησκευτική της διάσταση που προσλαμβάνει τη συνείδηση της κοινωνικής μάζας, διασφαλίζει το αρραγές των κομμάτων εξουσίας, με την εξηγήσιμη εξαίρεση της ανατίναξης που υπέστη το ΠΑΣΟΚ κατά την περίοδο της κρίσης, στερούμενο, ενός ηγέτη αδιαμφισβήτητου και δεσποτικού.

Την ίδια στιγμή, ωστόσο, βασικός αντίπαλος ενός κόμματος είναι ο εαυτός του. Όπως ξέρουμε η λαϊκή εντολή έχει κυρίως χαρακτήρα βραχυπρόθεσμων αναμονών. Όχι πως δεν δηλώνουμε ερωτευμένοι με τις τραγουδισμένες ρήξεις και τομές, αλλά δεν μας χαρακτηρίζει υπομονή για μια μακροπρόθεσμη απόδοση, πολλώ δε μάλλον, αν οι μεταρρυθμίσεις μας ξενίζουν ή στριμώχνουν το βιοτικό μας επίπεδο.

Ο μέσος οπαδός, αλλά και το μέσο στέλεχος, δύσκολα αποδέχεται αλλαγές μη συμβατές με την παραδοσιακή φυσιογνωμία του χώρου, δηλαδή αποφάσεις που αποσκοπούν να μας αλλάξουν, νεωτερισμούς ξένους με την κουλτούρα και τις έξεις μας, ενώ την ίδια στιγμή έχει προσμονές που αφορούν την καθημερινότητα και τη συντεχνιακή του ή την ατομική του κλίμακα. Το υπέστη σε μεγάλο βαθμό ο Κ. Καραμανλής ο Β’ που χειροκροτείτο καθώς πρέσβευε ριζοσπαστικές αλλαγές, επανίδρυση του κράτους και ηθική επανάσταση, όλα αυτά με ταπεινοφροσύνη, αλλά την ίδια στιγμή η κοινωνική βάση απαιτούσε αποκαταστάσεις και δικαιοσύνη , ως απάντηση της περιόδου ΠΑΣΟΚ και της καταχρηστικής μεταχείρισης του κράτους ως εργοδοτικό μηχανισμό και χορηγό καριέρας ή εισοδήματος.

Η συνέχεια είναι γνωστή: Ακόμα μας κρατάει μούτρα ο Καραμανλής, ενώ και η θέση του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι μερικώς υπονομευμένη από όσους διατείνονται ότι καλός ο φιλελευθερισμός και τα κεντρώα ανοίγματα, αλλά υπάρχει μια παράταξη που «δεν πρέπει να ξεχνάμε». Όταν λέμε «παράταξη», καθένας εννοεί τον εαυτό του, φυσικά, και τη διαδρομή του στον στίβο, κοινωνικό και πολιτικό, ένα κράμα βιωμάτων, αναμνήσεων, αρχών, πεποιθήσεων και απαιτήσεων. Ένα μερίδιο συνιδιοκτησίας. Όχι αβάσιμης.

Καθώς ο αρχηγός της ΝΔ εγγυάται νικηφόρα προοπτική, το καράβι τσουλάει, έστω και με υπόκωφες μουρμούρες και σάτιρα, ενίοτε σκληρή. Μέγας χορηγός είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, που γίνεται τόσο πολύ δομικά αντίθετος στον οπαδό της ΝΔ, που αρκεί να βλέπει Τσίπρα και να ψηφίζει Μητσοτάκη. Παραλλήλως, οι αποφασιστικοί χειρισμοί της κυβέρνησης στις αλλεπάλληλες, παράλληλες κρίσεις, διατήρησαν τη μετοχή της σε καλά επίπεδα, μάλλον με διαφορά ασφαλείας. Εχει ενδιαφέρον όμως ότι παρ’ όλα αυτά, και τις πρωτοφανείς μεταρρυθμίσεις Πιερακάκη, η μετοχή δεν αυξήθηκε: Είναι ένα σημάδι ότι ζούμε σε μια εποχή κατά την οποία ο κόσμος δεν θα είναι ποτέ ευχαριστημένος. Αυτό είναι κακό. Αλλά είναι και καλό, γιατί η εξουσία δεν θα ξαναγίνει ποτέ αλαζονική, ούτε και καθεστωτική.

Όλες οι ειδήσεις άμεσα μέσα από το Google News. Κάντε κλικ εδώ και κάντε εγγραφή


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ