Ο δικός μας και οι άλλοι

Ο διευθυντής σύνταξης της «Π» Κωνσταντίνος Μάγνης γράφει για το θέμα της δημοσιοποίησης στοιχείων νηπίων από βουλευτή.

Ο βουλευτής προειδοποιήθηκε να μην ξανακάνει τέτοια πράγματα, γιατί δεν θα γίνουν ανεκτά. Αυτό που έκανε έγινε ανεκτό, καθώς δεν είχε κάποια ουσιαστική συνέπεια πέραν της αποδοκιμασίας. Ο βουλευτής δημοσιοποίησε ονοματεπώνυμα νηπίων, που έχουν ξενική καταγωγή, για να δείξει- ένεκα δυσαναλογίας σε σχέση με τα αυθεντικά ελληνόπουλα- ότι μέσω της μετανάστευσης επέρχεται ραγδαίος αφελληνισμός, με τη συνδρομή και της υπογεννητικότητας. Ο βουλευτής, και άλλοι που ασπάζονται τις ίδιες θέσεις-αν και ο ίδιος είναι πολύ πιθανό απλώς να υποκρίνεται πως τις ασπάζεται για λόγους αμοραλιστικής ψηφοθηρίας- παραβλέπουν ότι ο ελληνικός πληθυσμός, όπως και πολλοί άλλοι, σε άλλες επικράτειες, σε κάποιο βαθμό (κανείς δεν ξέρει σε ποιο) είναι το διαχρονικό αποτέλεσμα ενσωματώσεων ξένων στοιχείων στον εθνικό ιστό, στο εκάστοτε ημεδαπό σώμα.

Και μόνο αν ανατρέξει κανείς στις ρίζες των μπ, των γκ, των ντ των επωνύμων μας, θα βρει αρκετούς προγόνους που δεν είχαν ελληνική καταγωγή, αλλά ενσωματώθηκαν φυσιολογικά ή μετά χαράς και πάντως χωρίς αντίσταση, στον εθνικό πληθυσμό, εξελισσόμενοι σε ελληνικότατους Ελληνες. Και παρήγαγαν επιγόνους που εξελίχθηκαν σε ακραιφνείς πατριώτες, κάποιοι από τους οποίους μάλιστα αντέδρασαν ζωηρά σε περιπτώσεις όπου αριστούχοι μαθητές αλβανικής καταγωγής ορίζονταν ως σημαιοφόροι στα σχολικά τους αγήματα.

Η ανησυχία είναι το σπορ και το όπιο του λαού, είτε έχει βάσιμη είτε αβάσιμη αφετηρία. Η ανησυχία είναι πολιτικά και επικοινωνιακά εμπορεύσιμο είδος, δίνει ακροαματικότητες, δημοτικότητες, εκλογιμότητες. Το μεγάλο θέμα δεν είναι τόσο τι έκανε ο βουλευτής, όσο πόσο μεγάλο είναι το μέρος της κοινωνικής μάζας που εγκρίνει και επαυξάνει και που μάλιστα θα ήθελε πολύ δραστικές λύσεις για να εξαλειφθεί αυτό το κακό, της νόθευσης της φυλετικής ταυτότητας, λύσεις καθαρτικού χαρακτήρα που τέθηκαν αρκετές φορές σε εφαρμογή στον 20ο αιώνα, με αρκετή επιτυχία κατά τόπους, αλλά όχι απόλυτη, γιατί έπρεπε να έχουν οικουμενικό χαρακτήρα, και αυτό δεν συνέβη, με αποτέλεσμα να έχει η υφήλιος Αρμενίους ακόμα.

Και εξίσου μεγάλο θέμα είναι ότι ο βουλευτής δεν τιμωρείται, όχι για να μη γίνουν οι 158 της πλειοψηφίας 157, αλλά επειδή δεν είναι εύκολο να εξερεθίζεις τέτοια κοινωνικά ακροατήρια, τα οποία ρέπουν να χαρακτηρίζουν ως διωγμό την εφαρμογή της αντιρατσιστικής νομοθεσίας και των ανθρωπιστικών κανόνων: Οι εθνοαμύντορες έχουν την εξαιρετική τεχνική να παρουσιάζουν εαυτούς ως πρωτοχριστιανούς που ρίπτονται στα λιοντάρια για να μαρτυρήσουν για την πίστη τους. Λιοντάρι δεν υπάρχει, αλλά κάνουν τον βρυχηθμό εκείνοι, κατά την αναστροφή της παροιμίας με τον γάτο που σκούζει όταν ευχαριστιέται: Εδώ έχουμε το θύμα που υποδύεται το λιοντάρι που τον τρώει.

Μην ξεχνάμε ότι έχει επικρατήσει η θεωρία ότι θέλουμε πίσω τους ψηφοφόρους της Χρυσής Αυγής. Δεν θέλουμε τους βουλευτές της, θέλουμε όμως τους εκλογείς της. Οσο ψηφίζουν θεμιτά, δεν μας πειράζει. Δεν εγκρίνουμε τις απόψεις τους (ή μήπως δεν τις απορρίπτουμε και απολύτως;). Το πρόβλημα είναι να μην παράγει η ψήφος τους ενοχλητικά πολιτικά αποτελέσματα. Όχι, ένας ακραίος βουλευτής του ημετέρου χώρου δεν θεωρείται ένα από αυτά. Αφού είναι ημέτερος, δεν υπάρχει πρόβλημα. Αν είναι από «τους άλλους», τότε υπάρχει.

Ποιος είναι ο αμοραλιστής; Και ποιος δεν είναι ;

 

Όλες οι ειδήσεις άμεσα μέσα από το Google News. Κάντε κλικ εδώ και κάντε εγγραφή


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ