Οι μικρές επιχειρήσεις σε συνθήκες πολυκρίσης

Ο Φίλιππος Σαχινίδης είναι οικονομολόγος – πρώην βουλευτής και υπουργός Οικονομικών.

Η συζήτηση για την αναγκαία αναδιάρθρωση του παραγωγικού προτύπου έχει επαναφέρει το ερώτημα για τον ρόλο, που διαδραματίζει η παρουσία πολλών μικρών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην ανταγωνιστικότητα της ελληνικής Οικονομίας, αλλά και στην πράσινη – ψηφιακή μετάβαση.

Με δεδομένο τον κυρίαρχο ρόλο τους στην Οικονομία, εύλογα, εγείρεται το ερώτημα, ποιες είναι οι προοπτικές τους σε ένα περιβάλλον πολυκρίσεων, που όλα δείχνουν ότι θα συνιστά νέα κανονικότητα.

Η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα είναι από τα διαρθρωτικά χαρακτηριστικά. Η συντριπτική πλειοψηφία (99,9%) των επιχειρήσεων χαρακτηρίζονται ως μικρές και μεσαίες (κάτω από 250 εργαζόμενους), απασχολούν το 83,5% και παράγουν το 57% της προστιθέμενης αξίας.

Κατά την τελευταία δεκαετία πολλαπλών κρίσεων και ιδιαίτερα μετά την πανδημία και την ενεργειακή κρίση η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα έφτασε σε οριακό σημείο ,αλλά κατάφερε να ανακάμψει.

Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΕ για το 2022, ο αριθμός των ΜμΕ αυξήθηκε κατά 3,6% ετησίως (731,8 χιλ.) η απασχόληση 5,1% (2,2 εκατ. εργαζόμενοι) και η ακαθάριστη προστιθέμενη αξία 7,6% (34,8 δισ.)

Παρά το γεγονός ότι σε αριθμούς οι ΜμΕ έχουν προσεγγίσει τα προ κρίσης επίπεδα, σε παραγωγή προστιθέμενης αξίας υπολείπονται. Η υστέρηση της παραγωγικότητας, καθώς και εξωστρέφειας δεν οφείλεται -αποκλειστικά- στα ενδογενή χαρακτηριστικά της επιχειρηματικότητας, αλλά στο προβληματικό θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας της Οικονομίας και στην απουσία ουσιαστικής στήριξης από κυβερνητικές πολιτικές.

Οι πολιτικές της ΝΔ δεν διευκολύνουν την ανάπτυξη της υγιούς μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας. Δεν δημιουργήθηκαν οι κατάλληλοι μηχανισμοί, που θα τις απεγκλωβίσουν από βάρη του παρελθόντος, όπως ληξιπρόθεσμες οφειλές κατά την υπερδεκαετή κρίση.

Καθοριστική είναι η απουσία αναγκαίων εργαλείων μεγέθυνσής τους, καθώς δεν υπήρχε η βούληση να προχωρήσουν προοδευτικές μεταρρυθμίσεις, που θα δημιουργούσαν ευνοϊκότερο περιβάλλον. Για παράδειγμα, μικρή πρόοδος επιτεύχθηκε στα προβλήματα που περιορίζουν τις υγιείς ΜμΕ, όπως η απλοποίηση της αδειοδότησης, η μείωση της γραφειοκρατίας κι όχι η ψηφιοποίηση αυτής, η ολοκλήρωση του Κτηματολογίου και των χρήσεων Γης, η διασύνδεση Εκπαίδευσης με την Αγορά Εργασίας ώστε να υπάρχει επαρκώς καταρτισμένο ανθρώπινο δυναμικό με βάση τις ανάγκες των επιχειρήσεων. Τα φορολογικά κίνητρα, που δόθηκαν για συγχωνεύσεις, δεν απέδωσαν.

Ενα από τα πιο κρίσιμα προβλήματα των ΜμΕ είναι η δυσκολία πρόσβασης στη χρηματοδότηση. Πάνω από το 80% δεν την έχει στις συστημικές τράπεζες. Γεγονός, που εμποδίζει την ανάπτυξη και την προσαρμογή στα νέα δεδομένα, που διαμορφώνει η Τεχνολογική επανάσταση και η Τεχνητή
Νοημοσύνη.

Η κυβέρνηση επικαλείται το Ταμείο Ανάκαμψης, στο οποίο, όμως, η συντριπτική πλειοψηφία των ΜμΕ δεν πληροί τις προϋποθέσεις ένταξης, καθώς ουσιαστικά συνιστά εργαλείο χρηματοδότησης των μεγάλων. Ο υπουργός ανέφερε ότι δόθηκαν πάνω από 1,7 δις σε 116 επιχειρήσεις, αλλά είναι προφανές ότι αυτές δεν είναι ΜμΕ. Επιχειρήσεις, με λιγότερους από 3 – 4 εργαζόμενους –το 75% των Ατομικών- δεν έχουν πρόσβαση στα προγράμματα ΕΣΠΑ. Μόλις το 6,5% της ΓΣΕΒΕΕ έχει πρόσβαση.

Σε έναν Επιχειρηματικό Τομέα στερημένο από χρηματοδότηση, εξαιτίας προβλημάτων των τραπεζών με τα κόκκινα δάνεια και σε περιβάλλον αυξημένου κόστους χρηματοδότησης λόγω της αυστηρής νομισματικής πολιτικής, η κυβέρνηση εγκλωβίζει τις ΜμΕ σε φαύλο κύκλο εσωστρέφειας και χαμηλής παραγωγικότητας.

Σε ένα περιβάλλον γεμάτο προκλήσεις, αβεβαιότητες και εντεινόμενου ανταγωνισμού, η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα χωρίς συγκροτημένες πολιτικές και στήριξη από πολιτικές δεν θα καταφέρει να προχωρήσει.

Σε μια μικρή ανοικτή Οικονομία η βιώσιμη ανάπτυξη δεν θα κριθεί από επενδύσεις των λίγων και μεγάλων επιχειρήσεων, αλλά από την κρίσιμη μάζα των ΜμΕ. Αν αυτό δεν γίνει κατανοητό, η Οικονομία θα χαρακτηρίζεται από χαμηλή παραγωγικότητα και δεν θα γίνει πιο ανθεκτική και δυναμική με νέες ποιοτικές και καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας. Θα μετεξελιχθεί σε μια Οικονομία χαμηλών προσδοκιών και περιορισμένης αποτελεσματικότητας, με ό,τι αυτό σημαίνει για την κοινωνική συνοχή.