Πού σαι, γκαρσόν

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή Σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

 

Μέχρι τώρα ξέραμε ότι όταν σκοτώνεις ένα γουρούνι, το κάνεις σουβλάκι, μπριζόλες, παϊδάκια. Πλέον προκύπτει και άλλη εκδοχή: Το σκοτώνεις και το ανασταίνεις. Εντάξει, όχι όλο, αλλά μέρος του. Μπορεί να σας φαίνεται κάπως σκοτεινή αυτή η σκέψη (αλλά η κατακρεούργηση του πτώματος σε παϊδια σας φαίνεται μια χαρά), όμως θα πρέπει να εξοικειωθούμε όλοι σιγά σιγά με το μέλλον που έρχεται. Βρισκόμαστε στα ίχνη του Φρανκενστάιν. Μη σταυροκοπιέστε, όλα γίνονται με καλό σκοπό, άλλωστε και ο Φρανκενστάιν νεκρανάστησε πεθαμένο εξίσου για καλό σκοπό, άλλο αν οι εξωτερικές επιδράσεις προκάλεσαν τραυματικό αποτέλεσμα, και έτρεχε μετά ο Φρανκενστάιν να βρει τον αναστημένο στον Βόρειο Πόλο. Ασε που τον βρήκε κιόλας, σαν να μην έφτανε το ψοφόκρυο.

Εχουμε στα χέρια μας τις ανταποκρίσεις για το νέο επίτευγμα. Επιστήμονες θανάτωσαν χοίρο (και αυτό με καλό σκοπό) και στη συνέχεια επανέφεραν σε ζωή ορισμένα τμήματα του οργανισμού. Είχαμε δηλαδή έναν χοίρο νεκρό, αλλά με ζωντανούς ιστούς, αν καταλάβαμε καλά. Ο στόχος του πειράματος ήταν να γίνουν βήματα προς την καλλιέργεια μοσχευμάτων, αλλά όλοι καταλαβαίνουμε ότι αν πετύχεις αυτό, βαθμιαία θα σημειώνεις προόδους προς ένα κολοσσιαίο, θεμελιώδες ζητούμενο που είναι η διασφάλιση της αθανασίας. Δεν ξέρουμε φυσικά αν αυτό μπορεί να επιτευχθεί, αλλά ποιος περίμενε ότι οι άνθρωποι θα έφτιαχναν κάποτε καρδιές σε φωτοτυπικό μηχάνημα (ασπρόμαυρες, σε αυτή τη φάση) ή ότι θα έφτιαχναν αυτοκίνητο και χωρίς οδηγό, και ελικόπτερα χωρίς πιλότο. Και χωρίς επιβάτη, μάγκα μου, να πετάει σαν χαρταετός με χωρίς καλούμπα.

Ακούγεται λίγο κωμικό, αλλά σκέψου μετά από κάποιες χιλιετίες τον άνθρωπο που θα πεθαίνει και μετά από κανά μισάωρο να τον ξυπνάει ο γιατρός, όπως μετά τη σιέστα, και να λέει «με συγχωρείτε, με πήρε ο θάνατος». Δεν πα να γελάμε εμείς, ξέρουμε ότι η αθανασία ήταν ο μέγιστος καημός του θνητού ανθρώπου, κάτι που ανακλάται στις επινοήσεις μεταφυσικών σχημάτων και θεϊκών δυνάμεων. Είτε μιλάμε για θεούς πανάγαθους και παντοδύναμους, είτε μιλάμε για θεότητες μοχθηρές, τσιλιμπούρδικες και μπαγαμπόντισες, το βέβαιο ήταν πως είναι απαξάπαντες αθάνατοι, είτε ως παιδιά αθανάτων είτε γεννημένοι εξαποανέκαθεν, πριν γεννηθεί ο κόσμος, τον οποίο έφτιαξαν από το μηδέν, διαθέτοντας απίστευτα πολύ πέτρωμα και νετρόνια για να έχουν όλο κι όλο μόνο έναν πλανήτη με ζώντες οργανισμούς. Αρα είτε υπάρχουν πολλοί άλλοι, είτε η ζωή δεν υπήρξε αυτοσκοπός, συνεπώς δεν έχουμε και τόσο μεγάλη υποχρέωση στους δημιουργούς μας.

Ολοι θέλουμε να ζήσουμε για πάντα, ανεξάρτητα τι διατεινόμαστε πίνοντας τα κρασιά μας ή αναστενάζοντας από το πολύ σιδέρωμα. Αλλά μια αιωνιότητα που θα επιτυγχάνεται με νεκραναστάσεις προϋποθέτει γήρας και ανημπόρια. Θα σε ξαναφέρνουν στη ζωή, και θα ξαναπέφτεις το επόμενο πρωινό και νάσου πάλι νοσοκομεία και πάνες για την ακράτεια, ενώ δεν θα έχεις επίγνωση ποιοι είναι αυτοί που σε τριγυρίζουν. Λένε πως είναι τα παιδιά σου, αλλά πού στο διάολο έχετε ξανασυναντηθεί;

Διορθώνουμε την παραγγελία. Πού’ σαι γκαρσόν. Θέλουμε να ζήσουμε για πάντα, αλλά ακμαίοι, με ανάσχεση του γήρατος. Σύμφωνοι, λέει ο γκαρσόν, αλλά σε ποια ηλικία θέλετε να φρενάρει η γήρανσή σας; Στα είκοσι; Στα σαράντα; Στα εξήντα; Οπα. Αυτό δεν το είχαμε σκεφτεί. Ισως το ρυθμίσει νόμος. Διότι αν μείνουν όλοι πενηντάρηδες, άντε να πάρεις τη θέση του ανωτέρου σου. Θα καταντήσεις σαν τον ήρωα του Τσέχοφ που αρρώστησε στο τέλος του θανατά πριν τον εκνευριστικά υγιή τμηματάρχη στην υπηρεσία του.

Μπορεί να ονειρευόμαστε την αιωνιότητα, αλλά μας τρομάζει. Ο Νοσφεράτου του Χέρτσογκ έπληττε θανάσιμα ζώντας επί αιώνες, αν και έπαιζε κάποιο ρόλο ότι ήταν βρυκόλακας. Δεν είναι εύκολο να έχεις κοινωνική ζωή πίνοντας το αίμα του αλλουνού μόλις πήγαινε δώδεκα. Η ίδια η Σέλεϊ προτείνει το δημιούργημα του Φρανκενστάιν ως μια ψυχή που πέφτει θύμα του απόκοσμου χαρακτήρα της. Στις λαϊκές δοξασίες, ο νεκραναστημένος είναι ανεπιθύμητος, μοχθηρός, αιμοδιψής, εκδικητικός, ζοχαδιασμένος για τη θανάσιμη εμπειρία. Δεν έχει καμιά δουλειά στα εγκόσμια, στο πέρασμά του από τον Αχέροντα έχει παγώσει η ψυχή του. Στον Αδη γενικά κρυώνεις. Ο Ηρακλής και ο Οδυσσέας που κατέβηκαν, επιστρέφοντας είχαν την όψη που παίρνεις όταν βγαίνεις καλοκαίρι από κατάστημα καλλυντικών, με όλους αυτούς τους κλιματισμούς, που σου φέρονται λες και είσαι αλίευμα.

Θέλουμε τη ζωή μας, αλλά τη θέλουμε ζωένια, ζωική, θαλερή, μια κινούμενη πόζα της αγαπημένης μας φωτογραφίας, μέσα οι κοιλιές, πλαγιαστά το πόδι, στρωμένο το μαλί και να μην κάνει κανένας κερατάς κερατάκια από πίσω. Θέλουμε έναν θάνατο εν ζωή, μια στάσιμη κατάσταση στα κύτταρα και την ψυχή και τα κύτταρα της ψυχής, να διατηρήσουμε την ψευδαίσθηση του εαυτού μας, που νομίζουμε ότι είναι ακόμα παιδί, το οποίο παιδί νόμιζε ότι είναι μεγάλος. Στον Φρανκενστάιν του Μελ Μπρουκς, το τέρας εξανθρωπίζεται, τραγουδάει το Πούτιν Ον Δε Ριτζ και τα κάνει μαντάρα, νομίζοντας ότι είναι τέλειος.

Τον έπαιξε ο Ντάνι Μπόιλ ο οποίος βέβαια πέθανε πριν 2-3 χρόνια. Το γουρούνι που λέγαμε δεν είχε ακόμα γεννηθεί. Αλλά ίσως σήμερα γεννήθηκε ο άνθρωπος που δεν θα πεθάνει, και δεν το ξέρει. Να κάνει οικονομίες, πες του.

 

Όλες οι ειδήσεις άμεσα μέσα από το Google News. Κάντε κλικ εδώ και κάντε εγγραφή

Άμεση ενημέρωση με όλες τις ειδήσεις τώρα και μέσω WhatsApp - Δες εδω


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ