Βρίσ’ τα Χρυσόστομε

Ο διευθυντής σύνταξης της «Π» Κωνσταντίνος Μάγνης γράφει για την ένταση που προκλήθηκε στο δημοτικό συμβούλιο της Πάτρας την Τετάρτη.

Βρίσ’ τα Χρυσόστομε

Οι πετυχημένες λαμπρές και γλωσσικά πλούσιες ρητορείες αρέσουν, αλλά δεν θα γίνουν βάιραλ. Βάιραλ θα γίνει το βίντεο με τον δημοτικό σύμβουλο που απευθύνει καφενειακή σεξιστική βρισιά σε αντίπαλο, πάνω στην έξαρση της στιγμής, επειδή ο δεύτερος άρχισε να επιδίδεται σε εκνευριστικούς και κούφιους χαρακτηρισμούς, στο όνομα της «πολιτικής κριτικής». Εξυπακούεται ότι κατακριτέος- και αποδιοπομπαίος- θεωρήθηκε ο πρώτος, αλλά όχι ο δεύτερος. Σύμφωνα με τους κανόνες της ευσχημοσύνης, η διάκριση αυτή είναι ορθή. Οφείλουμε να τηρούμε κάποια όρια στον πολιτικό διάλογο, πολλώ δε μάλλον στους κόλπους ενός αιρετού οργάνου, που οφείλει να λειτουργεί με όρους αυτοσεβασμού, ευπρέπειας και μιας μίνιμουμ αισθητικής, στο μέτρο που είναι αντιπροσωπευτικός φορέας της κοινωνίας.

Η κοινωνία βέβαια και βρίζει και χλευάζει και παραφέρεται και ξεσπά και απαξιώνει και μετέρχεται σεξιστικά σχήματα, συνεπώς εάν θέλουμε να μιλάμε για γνήσια αντιπροσώπευση, η βρισιά όχι δεν πρέπει να απαγορεύεται, αλλά επιβάλλεται. Όμως ισχύει ένας παλιός- αλλά όχι αρχαίος, διότι οι αρχαίοι δεν κολλούσαν σ’ αυτά- κανόνας τήρησης των προσχημάτων. Ένα αιρετό όργανο οφείλει να λειτουργεί, παράλληλα, ως πρότυπος συλλογικός μηχανισμός. Είναι η ομοίωση μιας Πόλεως, με την πολιτική έννοια, που δεσμεύεται εθελουσίως (ενίοτε όμως και καταδυναστευτικά) από εξιδανικεύσεις: Ο δημόσιος χώρος της πρέπει να λειτουργεί όπως η Πόλις θέλει να βλέπει τον εαυτό της. Ή έτσι πιστεύει πως πρέπει να θέλει να τον βλέπει (κατά τα πρότυπα της δεκαετίας του ‘50). Κάτω από αυτό το πρίσμα, οι συνεδριάσεις και το δημόσιο φέρεσθαι διέπονται από ένα πνεύμα ανεκτής υποκρισίας, που μπορεί να φθάσει και στα επίπεδα του πουριτανισμού, κάτι που μας φέρνει συνειρμικά στον νου τον τίτλο μιας ταινίας που είχε κάνει πάταγο στη δεκαετία ’70: Ιδιωτικά βίτσια και δημόσιες αρετές. (Παρεμπιπτόντως, είναι άχαστος τίτλος αν ζητήσεις από την αντίπαλη ομάδα να τον παραστήσει με μιμητική, στο πλαίσιο του γνωστού παιχνιδιού).

Από την άλλη πλευρά, οι βρισιές δεν πρέπει να δαιμονοποιούνται. Είναι γνωστές οι λυτρωτικές τους επιδράσεις, που ενίοτε είναι και αφροδισιακές (ίσως ακριβώς επειδή είναι λυτρωτικές). Πολύ συχνά είναι ευστοχότερες από τον συμβατικό λόγο, αν αναλογιστούμε το διάσημο παράδειγμα του Καραϊσκάκη. Χωρούν στη δημόσια ζωή; Την απάντηση σ’ αυτό τη δίνει χρηματιστήριο των αξιών. Το δημόσιο αίσθημα αποφασίζει για την  καταλληλότητα και την ευστοχία της πολιτικής έκφρασης, κάτω από ένα πολυπαραγοντικό πρίσμα. Δεν ξεχνάμε βέβαια ότι σε εποχές κατάπτωσης, παρακμής, εξαλλοσύνης, φανατισμού, οι συμβατικοί κανόνες ακυρώνονται.  Οποιος επιμένει σ’ αυτούς είναι από γραφικός και ξεπερασμένος έως άχρηστος και επιζήμιος.

Για τα πάντα αποφασίζουν η κοινωνία και η ιστορία.  Στις μέρες μας έχουν καταρριφθεί πολλά ταμπού, κάτι που συνδέεται με την οικονομική κρίση, τη γελοιοποίηση και την απαξίωση του συστήματος, συνεπώς και των κανόνων του, σε συνδυασμό με την προσβασιμότητα που δίνει το διαδίκτυο στην αγριεμένη, απύλωτη, ναρκισσευόμενη κοινωνική αγορά. Αλλά δεν παύει να υπάρχει ανάγκη ορίων, τα οποία δεν τα επιβάλλουν οι πρόεδροι των συμβουλίων και των συνεδριάσεων, αλλά ο εαυτός μας. Αρκεί να αποφασίσουμε ποιόν εαυτό μας θέλουμε να κάνουμε παρέα και ποιόν θα θέλαμε να θυμάται η συλλογική μνήμη, στο μέτρο που μπορούμε να την απασχολήσουμε, όταν αναχωρήσουμε για τις συνεδρίες του Κάτω Κόσμου.

Μένει να δούμε τώρα τη διάσταση Νο2: Ναι, να μη βρίζουμε στις συνεδριάσεις. Αλλά άμα επιδιδόμαστε σε ρηχότητες, λαϊκισμούς, κολπάκια, προβοκάτσιες, ανιαρά στερεότυπα, είμαστε εντάξει; Αμα κάποιος δεν τα κόβει, κάτι δεν πρέπει να του πεις;

Όλες οι ειδήσεις άμεσα μέσα από το Google News. Κάντε κλικ εδώ και κάντε εγγραφή

Άμεση ενημέρωση με όλες τις ειδήσεις τώρα και μέσω WhatsApp - Δες εδω


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ