Υστερία και πραγματικότητα

Του Γιώργου Χώτο, ομότιμος καθηγητής Πανεπιστημίου Πατρών.

Θα επιχειρήσω, με κοινή επιστημονική (κι όχι μόνο) λογική να καθησυχάσω μυαλά και συνειδήσεις, από την εξάπλωση της ιδεοληψίας που καλείται «Κλιματική Αλλαγή».

Ως βιολόγος, υδροβιολόγος με επαρκείς γνώσεις Χημείας και Φυσικής και μακρά εργαστηριακή πείρα στα ψάρια και το πλαγκτόν, έχω εξοικειωθεί με το δαιμονοποιημένο μόριο του διοξειδίου του άνθρακα, αυτό που απελευθερωμένο κι από την καύση ορυκτών καυσίμων συσσωρεύεται στην ατμόσφαιρα και εντείνοντας -κατά τη θεωρία της Κλιματικής Αλλαγής- το φαινόμενο του θερμοκηπίου θα ζεστάνει τόσο πολύ τη γη κάποτε, που θα δημιουργήσει μια κόλαση αποτελειώνοντας την ανθρωπότητα και έμμεσα από το φούσκωμα των θαλασσών, τη μείωση της αλκαλικότητάς τους, το χάσιμο παράλιων περιοχών, την αύξηση τυφώνων, πλημμυρών, μέχρι και σεισμών, επιδημίες, ξηρασία, πείνα και ό,τι άλλο πρόσφορο για κινδυνολογία και εντυπωσιασμό.

Η κοινή αντίληψη δεν γνωρίζει ότι το διοξείδιο είναι άχρουν, άοσμο, μη ερεθιστικό και δεν αποτελεί ρύπο, αλλά αντίθετα είναι η βάση της ζωής και στηρίζει τη ζωή.

Χωρίς διοξείδιο δεν υπάρχουν φυτά, φύκη, ζώα, ούτε ψάρια. Είναι δηλαδή η «ευλογία» της βιόσφαιρας. Συμβάλλει, μαζί με τους υδρατμούς κι άλλα αέρια στο φαινόμενο του θερμοκηπίου που εμποδίζει τη γη να γίνει χιονόμπαλα, διατηρώντας τη μέση θερμοκρασία γύρω στους 15οC.

Να αντιταχθώ στις Κασσάνδρες της επερχόμενης κλιματικής καταστροφής, αυτή την υστερία που οδηγεί σε ενεργειακό ολοκληρωτισμό με τη συνδρομή στρατευμένων επιστημόνων που νέμονται αποκλειστικά τεράστια ερευνητικά κονδύλια.

Το λίγο παραπάνω διοξείδιο του άνθρακα έχει πρασινίσει τον πλανήτη. Ολα τα φυτά αυξάνονται οργιαστικά. Κήποι, περιβόλια, καλλιέργειες, δάση, δεν «συγκρατούνται» στο πρασίνισμα.

Οι Πατρινοί ας κοιτάξουν το Παναχαϊκό ή την Παλιοβούνα όπου η ζώνη του δενδροθάμνων έχει επεκταθεί πολύ ψηλότερα από το παρελθόν.

Επειδή και τα φύκη χρειάζονται το διοξείδιο, στο εργαστήριο όπου καλλιεργώ φυτοπλαγκτόν διοχετεύοντας με αεραντλία ατμοσφαιρικό αέρα, η ανάπτυξή τους είναι τουλάχιστον 40% ταχύτερη και καλύτερη απ’ ό,τι το 1991.

Οι ακτές, όχι μόνο δεν υποχωρούν αλλά επεκτείνονται, όπως παρατηρείται στις εκβολές του Χάραδρου.

Η υποτιθέμενη προβλεπόμενη αύξηση της θερμοκρασίας ανάλογα με την αύξηση του διοξειδίου στην ατμόσφαιρα, όχι μόνο δεν αποδεικνύεται, αλλά υπάρχουν σοβαρότατα στοιχεία από μελέτες ότι, από το μακρινό παρελθόν, πρώτα αύξανε η θερμοκρασία και ακολουθούσε η αύξηση του διοξειδίου μετά κι όχι το αντίθετο.

Δηλαδή, από ένα σημείο και πέρα η αύξηση του διοξειδίου όσο μεγάλη κι αν είναι έχει πλέον ασήμαντη επίδραση στη θερμοκρασία.

Από ιστορικά στοιχεία, όταν δεν υφίστατο καν καύση ορυκτών καυσίμων, πώς εξηγούνται θερμότερες περίοδοι από τη σύγχρονη αφού το διοξείδιο ήταν πολύ χαμηλότερο των σημερινών επιπέδων; Αλλωστε, στην επιστήμη, οι όποιες ενδείξεις και οι εξ αυτών υποθέσεις ή προβλέψεις, ποτέ δεν καθίστανται θεωρίες ή αποδείξεις αν δεν επιβεβαιωθούν ότι καταλήγουν επαναλαμβανόμενα κάπου.

Ενάντια στην περιρρέουσα κινδυνολογία, ο μεγάλος κοραλλιογενής ύφαλος της Αυστραλίας ακμάζει, οι πολικές αρκούδες πληθυσμιακά αυξάνουν, οι πάγοι της Ανταρκτικής δεν μειώνονται και οι μεγάλες παράλιες πόλεις δεν έχουν πλημμυρίσει.

Το να κινδυνολογείς ότι αυτό θα γίνει κάποτε στο μέλλον αόριστα είναι ανέντιμο και το κάνεις για να σε προσέξουν μια και οι μέχρι τώρα διαρκώς μετατιθέμενες χρονικά δυσμενείς προβλέψεις σου έχουν οικτρά διαψευσθεί.

Τα παραπάνω αρκούν για τη σκιαγράφηση της φενάκης της λεγόμενης κλιματικής αλλαγής (ή κρίσης) και επ’ ουδενί δεν εξαντλούν τη βάσει λογικής επιχειρηματολογία αποδόμησης της κλιματικής υστερίας.

Αξίζει να σκεφτούμε το τι συμφέρει την ανθρωπότητα όσον αφορά τα οφέλη από «περισσότερο κρύο» ή «περισσότερη ζέστη». Ναι λοιπόν, λίγο παραπάνω ζέστη είναι επιθυμητή μια και το κρύο σκοτώνει περισσότερο και ναι, λοιπόν, εμφατικότατα, η αύξηση του διοξειδίου είναι ευεργετικότατη (πραγματική ευλογία) καθώς, και το πλανητικό πράσινο αυξάνει και –το κυριότερο η απόδοση των καλλιεργειών έχει μεγιστοποιηθεί, ευνοώντας εντυπωσιακά την αντιμετώπιση του επισιτιστικού προβλήματος.