«Αβάσιμες» οι καταγγελίες του Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για επαναπροωθήσεις

Το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Human Rights Watch) σε έκθεση που δημοσιεύει σήμερα καταγγέλλει ότι τα ελληνικά σώματα ασφαλείας στην περιοχή του Έβρου «χρησιμοποιούν υπηκόους τρίτων χωρών που φαίνονται να κατάγονται από τη Μέση Ανατολή ή τη Νότια Ασία για να επαναπροωθήσουν αιτούντες άσυλο στην Τουρκία»

καταγγελίες

«Αβάσιμες» χαρακτηρίζουν τα υπουργεία Προστασίας του Πολίτη και Μετανάστευσης και Ασύλου, σε κοινή ανακοίνωσή τους, τις καταγγελίες του Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Human Rights Watch) για τις επαναπροωθήσεις. Σε έκθεσή του το Παρατηρητήριο, που δημοσίευσε σήμερα καταγγέλλει ότι τα ελληνικά σώματα ασφαλείας στην περιοχή του Έβρου «χρησιμοποιούν υπηκόους τρίτων χωρών που φαίνονται να κατάγονται από τη Μέση Ανατολή ή τη Νότια Ασία για να επαναπροωθήσουν αιτούντες άσυλο στην Τουρκία».

Η έκθεση του Παρατηρητηρίου βασίζεται σε συνεντεύξεις 26 Αφγανών, οι οποίοι κατήγγειλαν βία από τις ελληνικές αρχές, κράτηση παρουσία και άλλων αστυνομικών «είτε με γερμανική είτε με αυστριακή σημαία», ενώ σημειώνεται ότι «δεν τους δόθηκε η δυνατότητα να υποβάλουν αίτηση ασύλου».

Τα δύο υπουργεία εκφράζουν στην απάντησή τους «σοβαρή ανησυχία και λύπη για την ποιότητα της έκθεσης», καθώς, όπως τονίζουν, η οργάνωση «υιοθετεί άκριτα καταγγελίες βασιζόμενες αποκλειστικά σε συρραφή τηλεφωνικών συνεντεύξεων, τις οποίες δεν επιβεβαιώνει βάσει αξιόπιστων και βάσιμων αποδεικτικών στοιχείων». Επίσης, αποδίδουν τις όποιες περιγραφές δράσης αλλοδαπών στα σύνορα, «εάν ευσταθούν», σε «συγκρούσεις και ξεκαθάρισμα λογαριασμών μεταξύ των κυκλωμάτων των λαθροδιακινητών».

Στην κοινή ανακοίνωση υπογραμμίζεται ότι τακτικές, όπως αυτές που περιγράφονται στην έκθεση, «δεν ανταποκρίνονται στις επιχειρησιακές διαδικασίες των ελληνικών αρχών και της Frontex που μάχονται καθημερινά τα δίκτυα των λαθροδιακινητών και σώζουν ανθρώπινες ζωές». Επιπλέον, σημειώνουν ότι «η ενισχυμένη παρουσία στον Έβρο έχει οδηγήσει σε σημαντική μείωση των παράνομων αφίξεων και σε τεράστια απώλεια εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες για τους διακινητές». Τέλος, καλούν όσους αναφέρουν τέτοια περιστατικά να παράσχουν τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία στις αρμόδιες εθνικές Αρχές για να διερευνηθούν.