Μπάτσος και ρομά

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή Σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

 

Το σύνθημα γράφει, «δεν ήταν η βενζίνη- δεν ήταν τα λεφτά- οι μπάτσοι πυροβόλησαν- γιατί ήτανε ρομά». Που σημαίνει ότι εάν ο δράστης δεν ήταν ρομά, ο αστυνομικός δεν θα είχε πυροβολήσει.

Το βέβαιο είναι ότι ο αστυνομικός δεν θα πυροβολούσε αψυχολόγητα εάν δεν τελούσε σε κατάσταση σύγχυσης, οργής και φόβου. (Αποσταθεροποίηση, το λέει η σύγχρονη ορολογία: Αλλάξανε τα ελληνικά μας, γίνανε επιστημονικά). Οση απαξία και αν έτρεφε για τον δράστη που έγινε θύμα, θα ήξερε ως επαγγελματίας ένστολος ποιες συνέπειες μπορούσε να αποφέρει η χρήση πυρός σε ανθρώπινο στόχο ή έστω χωρίς την απόλυτη διασφάλιση ότι ο πυροβολισμός θα ήταν πρακτικά αβλαβής.

Στην περίπτωση της Θεσσαλονίκης χτύπησε για μια φορά ακόμα το φαινόμενο «αγριεμένος αστυνομικός», όργανο της τάξης που στερείται της δέουσας ψυχολογικής και εκπαιδευτικής επάρκειας για το καθήκον που υπηρετεί, ωστόσο έχει επιλεγεί ως όργανο της τάξης, συνεπώς τίθεται ζήτημα καταλληλότητας των ανωτέρων, των μηχανισμών και των διαδικασιών που τον αξιολόγησαν και τον προετοίμασαν ώστε να βγει στους δρόμους με όπλο.

Παράλληλα, όντας ο αστυνομικός σαρξ εκ της σαρκός του λαού, είναι πιθανόν να συμμερίζεται τα αισθήματα και τις απόψεις της μάζας, τη ζοχάδα για «όσα συμβαίνουν», για τους παραβάτες που μας αναστατώνουν και μας σέρνουν μέσα στη νύχτα, και που δεν μας σέβονται, και που μας αντιμετωπίζουν «σαν μπάτσους», ενώ εμείς τραβιόμαστε νυχθημερόν με τρεις κι εξήντα, την οργή για τους εκνευριστικά απείθαρχους, παρασιτικούς, ανεξέλεγκτους, προκλητικούς περιθωριακούς που μας παίζουν με τις μολότοφ ή με τα μηχανάκια τους περιφρονητικά παιχνίδια. Και πολύ επικίνδυνα, καμιά φορά, προπετή και θρασύτατα.

Είναι υψηλός στην ανοιχτή κοινωνία ο δείκτης της επιδοκιμασίας στην αυτοδικία, στην απόδοση δικαίου με συνοπτικές διαδικασίες, και είναι πολύ πιθανό μεγάλο μέρος του αστυνομικού σώματος να είναι διαποτισμένο από την κουλτούρα αυτή, μια εσωτερική φωνή που λέει «αν με αφήνανε, εκείνον εκεί τον διαδηλωτή θα τον έσκιζα», και συχνά πυκνά αυτή η φωνή βρίσκει πατήματα πραγμάτωσης, και η δικαιοσύνη υποκαθίσταται από την άγρια εκτόνωση.

Εχει άραγε πολιτικό πρόσημο αυτή η στάση; Ρέπει περισσότερο η δεξιά ιδεολογία, παράδοση, αντίληψη από την αριστερή στη συγκεκριμένη διαχείριση συγκεκριμένων περιστατικών; Πράγματι, η δεξιά τάσσεται ευκολότερα υπέρ των απλουστευτικών, συνοπτικών λύσεων απέναντι στην παραβατικότητα και το έγκλημα, ενώ η αριστερά συνεκτιμά τον κοινωνιολογικό παράγοντα ως ελαφρυντικό, συν το ανθρωπιστικό ζητούμενο ενός σωφρονισμού που αποσκοπεί στην επανένταξη, κατά συνέπεια τα περιστατικά τύπου Θεσσαλονίκης αξιοποιούνται σαν αφορμές επίδειξης ιστορικού ιδεολογικού πλεονεκτήματος. Η αριστερά ξανά σε θέση επίθεσης, η δεξιά σε θέση άμυνας, χωρίς κανείς από τις δύο να έχει εμπλοκή στο περιστατικό: Αρκεί μια σφαίρα και περνάμε καθένας στο χαράκωμά του. Πού είχαμε μείνει; Στον Γρηγορόπουλο, στον Τεμπονέρα, στον Καλτεζά, στον Πέτρουλα.

Επιστρέφουμε στο αρχικό σύνθημα. «Δεν ήταν η βενζίνη- δεν ήταν τα λεφτά- οι μπάτσοι πυροβόλησαν- γιατί ήτανε ρομά». Αν ο ρομά δεν ήταν ρομά, θα ήταν δράστης; Στο ερώτημα αυτό στέκονται λίγοι, γιατί ενέχει στερεοτυπική χροιά, αλλά αποτυπώνει μια πραγματικότητα, σύμφωνα με την οποία η φυλετική ταυτότητα σε περιθωριοποιεί, σε προσδιορίζει, σε δεσμεύει, σε κατευθύνει, σε καταδικάζει. Προφανώς υπάρχουν ρομά που είναι νομιμότατοι και φιλήσυχοι, και μη ρομά που είναι παραβατικοί, αλλά αν η πολιτική ορθότητα απαγορεύει την επισήμανση των ιδιοτήτων του υποσυνόλου, χάνουμε το δέντρο για να μην πειράξουμε το δάσος, με αποτέλεσμα το δέντρο να παραδίδεται σε μια παθογένεια την οποία δεν επιτρέπεται να αγγίζουμε.

Όλες οι ειδήσεις άμεσα μέσα από το Google News. Κάντε κλικ εδώ και κάντε εγγραφή


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ