Ιστορίες τζόγου στις εποχές δόξας της Πάτρας: Τότε που τα εκατομμύρια άλλαζαν χέρια με… μπλοκάκι!

Ο παραδοσιακός τζόγος «δοξάστηκε» στα χρόνια της παρανομίας. «Πρωταθλήτρια» η Πάτρα στα ζάρια και στην πόκα τις τρεις τελευταίες δεκαετίες του περασμένου αιώνα

Ιστορίες τζόγου στις εποχές δόξας της Πάτρας: Τότε που τα εκατομμύρια άλλαζαν χέρια με… μπλοκάκι!

Σας λένε τίποτα τα κυβία και οι οστρακίνδες;  Το τάβλιον, οι ορτυγοκοπίες και η πόκα; Οι κυβευτές και οι χαρτοπαίκτες;

Ελάτε τώρα, όλα τούτα είναι γνωστά από αρχαιοτάτων χρόνων. Μπορεί μια-δυο λέξεις να είναι άγνωστες, όμως όλες παραπέμπουν, όπως γίνεται αντιληπτό, στον τζόγο. Στην προαιώνια έξι ή και «ταύτιση» του Έλληνα. Και σιγά μην υστερούσε ο Πατρινός.

Όταν ολοκληρώθηκε η θεματογραφία του περιοδικού και ένα από τα θέματά του είχε αποφασισθεί να είναι ο… μεταπολιτευτικός τζόγος στην Πάτρα μέχρι τα τέλη του προηγούμενου αιώνα, το «καπάρωσα» αμέσως. Οι αναβιώσεις γαρ, συνδέονται ευθέως με τα βιώματα.

Δεν υπήρξαμε χαρτοπαίκτες. Παρακολουθούσαμε όμως τα σχετικά… αθλήματα του τζόγου δίπλα σε φίλους που ήταν παθιασμένοι με τα ζάρια, την πόκα, το σεμέν ντε φερ και το «21».

«Δύο κυριλάτα στέκια, όπου δεν τολμούσε η Αστυνομία να πλησιάσει. Αναφέρομαι στη Λέσχη του ΝΟΠ, στην Αγίου Νικολάου, επί προεδρίας Μαντέλη και Πραπόπουλου, και στον Εισαγωγικό, στο πάνω μέρος της πλατείας Γεωργίου, επί Κολαΐτη»

Ωστόσο, πολύ περισσότερες είναι οι εμπειρίες του συμπολίτη Δημήτρη Αϊβαλή. Διοργάνωνε παιχνίδια τις δεκαετίες του ’80 και του ’90 κι έχει ακόμη και σήμερα στον νου του «καλολαδωμένη» τη  μηχανή του χρόνου:

«Τι να πρωτοπώ; Ήταν μια άλλη εποχή, όπου κυριαρχούσαν η προκατάληψη και ο φόβος. Η κοινωνία εκείνων των χρόνων σημάδευε και στιγμάτιζε τους τζογαδόρους. Το πάθος τους, όμως, θέριευε μέσα στην παρανομία και το ημίφως…».

«Δύο κυριλάτα στέκια, όπου δεν τολμούσε η Αστυνομία να πλησιάσει. Αναφέρομαι στη Λέσχη του ΝΟΠ, στην Αγίου Νικολάου, επί προεδρίας Μαντέλη και Πραπόπουλου, και στον Εισαγωγικό, στο πάνω μέρος της πλατείας Γεωργίου, επί Κολαΐτη»

Μέσα από την αφήγησή του ο Δημήτρης Αϊβαλής ταξινομεί τον χρόνο:

«Μόλις έγινε η μεταπολίτευση, υπήρχαν δυο κυριλάτα στέκια, όπου δεν τολμούσε η Αστυνομία να πλησιάσει. Αναφέρομαι στη Λέσχη του ΝΟΠ, που βρισκόταν στην Αγίου Νικολάου, επί προεδρίας Μαντέλη και Πραπόπουλου, και στον Εισαγωγικό, στο πάνω μέρος της πλατείας Γεωργίου, επί Κολαΐτη. Όλη η καλή κοινωνία μαγνητιζόταν από την πράσινη τσόχα.

Η κοινωνική… μορφολογία διαφοροποιήθηκε τη δεκαετία του ’80. Ξεφύτρωσαν μπαρμπουτιέρες σε διάφορα σημεία της Πάτρας και σε αυτές «εισέβαλε» ο λαϊκός νεοπλουτισμός».

Ιστορίες τζόγου στις εποχές δόξας της Πάτρας: Τότε που τα εκατομμύρια άλλαζαν χέρια με… μπλοκάκι!Ανακαλεί στη μνήμη του ο συνομιλητής μας τα κυριότερα στέκια του τζόγου: «Στο… βουνό γράφτηκε ιστορία…  Σ’ ένα σπίτι, δηλαδή, στον Άγιο Τρύφωνα, στην περιοχή του Γηροκομείου. Έγιναν μεγάλα παιχνίδια εκεί. Οι χαμένοι έφευγαν και επέστρεφαν με σακούλες γεμάτες με χαρτονομίσματα. Άλλαζαν χέρια τα εκατομμύρια με δυο-τρεις ζαριές.

Από μια χρονική στιγμή και μετά, το χρήμα ευτελιζόταν. Έφταναν στο σημείο οι  παίκτες να μην έχουν λεφτά και να συνεχίζουν γράφοντας τα πονταρίσματά τους σε μπλοκάκια. Πονταρίσματα με πολλά μηδενικά. Την  επόμενη μέρα έδιναν ραντεβού, προκειμένου οι χαμένοι να καταβάλουν τα οφειλόμενα. Ο λόγος της τιμής τους, από την προηγούμενη νύχτα, ήταν η καλύτερη επιταγή…

Εξίσου, «ιστορική» ήταν και η παράνομη χαρτοπαικτική λέσχη στο Ρίο, κοντά στα βενζινάδικα. Εκεί προσφερόταν στους φίλους των χαρτοπαικτών που δεν έπαιζαν βραστό, μακαρονάδες, σουβλάκια, ενώ είχαν τη δυνατότητα να «σκοτώνουν» την ώρα τους βλέποντας… τσόντα»!

Οι αναμνήσεις ρέουν χωρίς σταματημό και ο Δημήτρης Αϊβαλής συνεχίζει:

«Στην οδό Λευκωσίας, απέναντι από το Elegan, στήθηκαν μεγάλα παιχνίδια στα τέλη της δεκαετίας του ’80, ενώ ο ανταγωνισμός είχε εξαπλωθεί μέχρι την Κάτω Αχαΐα. Εκεί οι παίκτες ήταν πιο… ήσυχοι μέχρι το 1984, γιατί υπήρχε ακόμα η Χωροφυλακή, που υποτίθεται ότι επόπτευε την περιοχή, όμως διέθετε μικρή δύναμη και δεν ήλεγχε τον παράνομο τζόγο…».

Ήταν ασφαλώς σοβαρό θέμα εκείνη την εποχή για την Αστυνομία η πάταξη του παράνομου τζόγου. Ένας ικανότατος αξιωματικός, ο Νίκος Αρώνης, έγραψε ιστορία, καθώς κατάφερνε να «χαλάει» παιχνίδια και να συλλαμβάνει τζογαδόρους πάνω στο πικ του παιχνιδιού.  Ο Δημήτρης Αϊβαλής αντιτείνει: «Ήταν μεν το φόβητρο, αλλά είχαμε και ‘μεις τρόπους να ξεγλιστράμε. Τα ευκόλως εννοούμενα παραλείπονται..».

Κοντολογίς, γνώρισε δόξες ο παράνομος τζόγος, γιατί πράγματι διοργανώνονταν στην Πάτρα «επαγγελματικά» παιχνίδια εκείνες τις τρεις τελευταίες δεκαετίες του περασμένου αιώνα. Η φήμη τους είχε εξαπλωθεί και έρχονταν να παίξουν στις παράνομες λέσχες και μπαρμπουτιέρες της αχαϊκής πρωτεύουσας παίκτες από το Ξυλόκαστρο, το Αίγιο, το Κιάτο, τα Φιλιατρά, την Αμαλιάδα, τη Βάρδα, τη Μεσσήνη κ.ά.

Οι χαμένοι έφευγαν και επέστρεφαν με σακούλες γεμάτες με χαρτονομίσματα. Αλλαζαν χέρια τα εκατομμύρια με δυο-τρεις ζαριές

Είχε, όμως, αυτή, η δεκαετία και την κακιά, την τραγική ώρα της, στο 1982. Τότε που έκανε «ντου» στη λέσχη του «Πατραϊκού», μεταξύ Αγίου Νικολάου και Ερμού, επί της οδού Καραϊσκάκη, η Αστυνομία. Θορυβημένοι πολλοί επώνυμοι παίκτες (γιατροί, δικηγόροι, επιχειρηματίες) προσπάθησαν να αποφύγουν τη σύλληψη. Ο 58χρονος τότε Γιάννης Σταγκόπουλος επιχείρησε να το σκάσει από τον φωταγωγό. Δεν τα κατάφερε, βρέθηκε στο κενό και σκοτώθηκε…

Θ. Ρήγας: Έχασε σε μια νύχτα δέκα… γκαρσονιέρες!

Ήταν η βραδιά του ανεπανάληπτου 5-3 της Τούμπας, τον Απρίλη του 1973. Τότε που η Παναχαϊκή, με τη θρυλική μεσοεπιθετική πεντάδα της, μάγευε το πανελλήνιο. Εκείνο το «εξωγήινο» 5-3 σε βάρος του ΠΑΟΚ είχε πριμοδοτηθεί γενναία από τον εφοπλιστή πρόεδρο του Ολυμπιακού Νίκο Γουλανδρή. Ο τότε προπονητής του Ολυμπιακού Λάκης Πετρόπουλος, για λογαριασμό του εφοπλιστή, έταξε 3 εκ. δρχ. στον «σφαιράτο» εξτρέμ της Παναχαϊκής Θέμη Ρήγα, προκειμένου να μοιρασθούν τα χρήματα στον ίδιο και τους συμπαίκτες του αν δεν έχαναν στην Τούμπα. Σ’ ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα προσπερνούσε ο Ολυμπιακός τον ΠΑΟΚ στην βαθμολογία, όπως και συνέβη.

Ιστορίες τζόγου στις εποχές δόξας της Πάτρας: Τότε που τα εκατομμύρια άλλαζαν χέρια με… μπλοκάκι!

Οι τρεις θρύλοι της Παναχαϊκής, Πέτρος Λεβεντάκος, Θέμης Ρήγας και Κώστας Δαβουρλής

Εκείνο το κυριακάτικο βραδινό, μετά το ανεπανάληπτο 5-3, ζήτησε άδεια ο Ρήγας από την ομάδα και ταξίδεψε από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα αεροπορικώς, χώρια από την υπόλοιπη αποστολή.

Μόνο τον Πέτρο Λεβεντάκο είχε ενημερώσει για το ραντεβού του που θα γινόταν στο πάρκινγκ του «Ελληνικού». Εκεί είχε συμφωνήσει να συναντηθεί με τον Λάκη Πετρόπουλο, αν η Παναχαϊκή έκανε το «κόλπο γκρόσο»  στην Τούμπα. Το ραντεβού βόλευε στο αεροδρόμιο γιατί επέστρεφε και η αποστολή του Ολυμπιακού από την Καβάλα.

Στο μεταξύ προσγειώθηκε και η επόμενη πτήση από τη Θεσσαλονίκη και μπήκε και ο Λεβεντάκος στη λευκή «Μερσεντές» του Λάκη Πετρόπουλου με προορισμό το αρχοντικό του Γουλανδρή, επί της οδού Ηρώδου Αττικού.

Είχε μεταφέρει τα χρήματα τη νύχτα με ταξί στην Πάτρα ο Λεβεντάκος, γιατί ο Ρήγας έμεινε στην Αθήνα, έχοντας φυσικά στην τσέπη του το τεράστιο ποσό των 500.000 δρχ. εκείνη την εποχή…

Ο γαλαντόμος εφοπλιστής έπλεε σε πελάγη ευτυχίας και φίλησε τον Ρήγα και τον Λεβεντάκο. Τα τρία εκατομμύρια ήταν διπλωμένα σε μια εφημερίδα. Μόλις ήπιαν το ουισκάκι τους, ευχαρίστησαν τον «κύριο Νίκο» και κατευθύνθηκαν στην Ομόνοια ν’ αγοράσουν τις δυο αθλητικές εφημερίδες «Φως των Σπορ» και «Αθλητική Ηχώ», που είχαν πρώτο θέμα τον απίστευτο θρίαμβο της Παναχαϊκής.

Επειδή το «ντιλ» είχε γίνει από τον δαιμόνιο Ρήγα, έδωσε στον… εαυτό του 500.000 δρχ. Τα ίδια λεφτά πήραν ο Λεβεντάκος και ο Δαβουρλής, που ήταν οι μεγάλες φυσιογνωμίες της Παναχαϊκής. Το 1,5 εκατομμύριο που έμεινε μοιράσθηκε την επόμενη μέρα στους υπόλοιπους παίκτες των «κοκκινόμαυρων». Είχε μεταφέρει τα χρήματα τη νύχτα με ταξί στην Πάτρα ο Λεβεντάκος, γιατί ο Ρήγας έμεινε στην Αθήνα, έχοντας φυσικά στην τσέπη του το τεράστιο ποσό των 500.000 δρχ. εκείνη την εποχή. Δέκα γκαρσονιέρες μπορούσε ν’ αγοράσει, όμως άλλο πράγμα είχε στο μυαλό του ο «κατσαμπρόκος». Πήγε κατευθείαν στην ξακουστή λέσχη του Ξυπνητού, στο Περιστέρι. Ένα βράδυ στα μπουζούκια, μια δεκαετία αργότερα, λίγο πριν φύγει από τη ζωή, μου είχε πει το αμίμητο: «Όση ρέντα είχα εκείνο το απόγευμα στην Τούμπα, άλλη τόση γκίνια βίωσα τη νύχτα στη λέσχη. Ήταν ασόδυο όλες οι ζαριές. Ούτε ένα … χι».

Πέρασαν από τότε 40 ολόκληρα χρόνια. Άλλον που να αντιμετώπισε με τέτοιο χιούμορ μια τόσο μεγάλη χασούρα δεν συνάντησα στην «συνομοταξία» τον τζογαδόρων!

Ιστορίες τζόγου στις εποχές δόξας της Πάτρας: Τότε που τα εκατομμύρια άλλαζαν χέρια με… μπλοκάκι!

Φρειδερίκος: «Φούνταρε» γιατί δεν μπορούσε να παίξει!

Έχανε σπάνια. Τα σύνορα της Τριταίας ήταν μικρά για να σταματήσουν τη φήμη του, που είχε εξαπλωθεί στην Πάτρα, την Αιγιαλεία και την Ηλεία.

Είχε εξομολογηθεί σε συμπαίκτες του ότι έχανε μόνο αν δεν είχε κοιμηθεί το μεσημέρι, γι’ αυτό και φρόντιζε σχεδόν πάντα να ξαπλώνει για να βρίσκεται σε φόρμα τα βράδια.

Ο Νίκος Αρώνης έγραψε ιστορία, καθώς κατάφερνε να «χαλάει» παιχνίδια και να συλλαμβάνει τζογαδόρους πάνω στο πικ του παιχνιδιού

Ο λόγος για τον Φρειδερίκο με τ’ όνομα. Πασίγνωστος στα χωριά του και στους κύκλους των σοβαρών χαρτοπαικτών της Πάτρας και της ευρύτερης περιοχής. Ανέπνεε καλύτερα όταν ήταν πάνω από την πράσινη τσόχα κι όταν άναβε το παιχνίδι της πόκας. Σεβόταν τα τραπουλόχαρτα, γι’ αυτό και τα έριχνε με απαλό, βελούδινο τρόπο στο τραπέζι. Τα σεβόταν γιατί γνωρίζονταν καλά. Ήταν μέγας αριθμομνήμων ο Φρειδερίκος. Πάντα πράος. Θαυμαστό προσόν ο αυτοέλεγχος. Προτιμούσε να καλείται σε παιχνίδια που γίνονταν σε σπίτια και πήγαινε πάντα με το πεσκέσι του. Ένα κεφάλι τυρί, ένας λαγός ή καλό δικό του κρασί. Ήταν δε, εκείνος που μεριμνούσε για την αμοιβή της οικοδέσποινας. Φρόντιζε έγκαιρα να θυμίζει στους συμπαίκτες του ότι είχε έλθει η ώρα να βγει το βιδάνιο. Τζέντλεμαν.

Επί τρεις ολόκληρες δεκαετίες (του ’60, του ’70 και του ’80) ο Φρειδερίκος ήταν ο κυρίαρχος του παιχνιδιού.  Ένιωθε και ζούσε σαν… Ωνάσης του τζόγου. Έπαιζε για να παίζει, γιατί αυτή ήταν η φύση του.

Αυτός ο ανίατος χαρτοπαίκτης βίωσε την ειρωνεία των ικανοτήτων και της τύχης του. Έχασε τη δυνατότητα να μπορεί να πιάσει τα τραπουλόχαρτα στα χέρια του, γιατί ένα μηχάνημα του έκοψε τα δάχτυλα!

Το νόημα που είχε επιλέξει να δώσει στη ζωή του έπαψε να υφίσταται. Ένα πρωινό, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, έφυγε από το χωριό του, έφθασε στην Κυλλήνη, πήρε το πλοίο της γραμμής για τη Ζάκυνθο και μεσοπέλαγα βούτηξε στη θάλασσα.

Τουλάχιστον είχε πλήρη συνείδηση της απελπισίας του…

*Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Trip του Δεκεμβρίου 2023

Όλες οι ειδήσεις άμεσα μέσα από το Google News. Κάντε κλικ εδώ και κάντε εγγραφή

Άμεση ενημέρωση με όλες τις ειδήσεις τώρα και μέσω WhatsApp - Δες εδω


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ