Σαρμάς: Το Σύνταγμα επιβάλλει αυστηρή πολιτική ουδετερότητα στις υπηρεσιακές κυβερνήσεις

Συνεδρίασε το μεσημέρι της Δευτέρας το υπουργικό συμβούλιο, υπό την προεδρία του υπηρεσιακού πρωθυπουργού Ιωάννη Σαρμά.

Σαρμάς

Με θέματα που έχουν να κάνουν με την έγκριση του σχεδίου Πράξεως Νομοθετικού Περιεχομένου για επείγοντα ζητήματα των υπουργείων Υγείας και Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και την ενεργοποίηση της νομοθετικής ρύθμισης για την αποζημίωση μελών των εφορευτικών επιτροπών στις εκλογές της 25ης Ιουνίου συνεδρίασε το μεσημέρι της Δευτέρας το Υπουργικό Συμβούλιο υπό την προεδρία του υπηρεσιακού πρωθυπουργού, Ιωάννη Σαρμά.

Στην ίδια συνεδρίαση συζητήθηκαν επίσης και τρέχοντα ζητήματα για τα οποία οι αρμόδιοι υπουργοί έκριναν ότι έπρεπε να ενημερώσουν το Υπουργικό Συμβούλιο. Κατά την εισαγωγική του τοποθέτηση, ο κ. Σαρμάς αναφέρθηκε μεταξύ άλλων και στις πρόσφατες εξελίξεις στον Έβρο διαμηνύοντας ότι «τα σύνορα της Ελλάδος ακόμη και στον Έβρο δεν είναι ανοιχτά και ότι τα προστατεύουμε με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο, ενόψει πάντα της επίθεσης που υφίστανται».

Η τοποθέτηση Σαρμά

Ειδικότερα στην εισαγωγική του τοποθέτηση ο υπηρεσιακός πρωθυπουργός Ιωάννης Σαρμάς, ανέφερε τα εξής:

«Καλημέρα σας αγαπητοί συνάδελφοι.

Διαπιστώσαμε αυτές τις 17 ημέρες, κατά τις οποίες έχουμε την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας, ότι το Κράτος συνεχίζει να λειτουργεί, ότι αντιμετωπίζουμε τα προβλήματα που εμφανίζονται και ελπίζουμε ότι θα τα αντιμετωπίσουμε μέχρι τέλους.

Και σε αυτό ακριβώς το σημείο ήθελα να επισημάνω ότι η υπηρεσιακή Κυβέρνηση συνεχίζει να λειτουργεί το Κράτος, γιατί το Κράτος μπορεί να λειτουργεί. Υπ’ αυτή την έννοια, θέλω να συγχαρώ τους κρατικούς λειτουργούς, τους υπαλλήλους, τους στρατιωτικούς, τους αστυνομικούς, οι οποίοι ασκούν τα καθήκοντά τους με την ίδια επιμέλεια, την ίδια φροντίδα, την ίδια αποτελεσματικότητα όπως και μία πολιτική Κυβέρνηση. Και να τονίσω ότι δεν πρέπει να απαξιώνουμε τους κρατικούς λειτουργούς, τους υπαλλήλους, τους στρατιωτικούς, τους αστυνομικούς που επανδρώνουν τις Υπηρεσίες του Κράτους. Και επιπλέον να είμαστε ικανοποιημένοι από τις επιδόσεις της Ελληνικής Πολιτείας και των λειτουργών της και να μην δίνουμε ιδιαίτερη έμφαση σε ορισμένα φαινόμενα μη λειτουργίας επαρκούς, ικανοποιητικής, των κρατικών υπηρεσιών. Στο σύνολό του το Κράτος μας λειτουργεί, πιστεύω, αποτελεσματικά.

Παρ’ όλα αυτά, θέλω να τονίσω ότι τελούμε σε μια περίοδο ειδικών περιστάσεων. Από τις 12 Απριλίου μέχρι σήμερα και για έναν μήνα ακόμα δεν υπάρχει νομοθετούσα Βουλή. Και από τις 22 Απριλίου όταν διαλύθηκε η Βουλή μέχρι σήμερα, τόσο η εκλογική Κυβέρνηση πριν από εμάς, όσο και εμείς ως Υπηρεσιακή Κυβέρνηση, δεν ασκούμε τις πλήρεις εξουσίες που ασκεί μία πολιτική Κυβέρνηση όταν λειτουργεί η Βουλή.

Αυτό με φέρνει στο πρώτο θέμα το οποίο θα ήθελα να σας παρουσιάσω, το θέμα των Πράξεων Νομοθετικού Περιεχομένου, που είμαστε υποχρεωμένοι, μάλλον της Πράξεως Νομοθετικού Περιεχομένου με τις τρεις ρυθμίσεις που περιέχει, που είμαστε υποχρεωμένοι να προτείνουμε στην εξοχότατη Πρόεδρο της Δημοκρατίας, γιατί ακριβώς δεν λειτουργεί αυτή την περίοδο η Βουλή, ώστε να ψηφίσει τις αναγκαίες διατάξεις.

Η πρώτη ρύθμιση αφορά το διοικητικό συμβούλιο του ΕΦΚΑ, του οποίου η θητεία, ακόμα και με την παράταση που προβλέπεται στον Νόμο, λήγει στις 18 Ιουνίου. Εδώ είχαμε να επιλέξουμε μεταξύ τριών λύσεων. Ή να αφήσουμε τα πράγματα ως έχουν και να απευθυνθούμε στις γενικές αρχές του Δικαίου περί συνεχείας του Κράτους. Όμως, αυτό θα δημιουργούσε μια αβεβαιότητα για έναν μεγάλο Οργανισμό, το μεγαλύτερο Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου. Ή η Υπηρεσιακή Υπουργός να εκδώσει μία Πράξη ορισμού νέων μελών, που, όμως, θα είχε διάρκεια τριών ετών και κατά συνέπεια θα δέσμευε την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου για τρία χρόνια ή να προβούμε σε αυτό που αποφασίσαμε: Στην έκδοση Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, η οποία θα προβεί σε απλή παράταση για τον αναγκαίο χρόνο, μέχρι 3 μήνες, της παρούσης, της θητείας του παρόντος, των μελών του διοικητικού συμβουλίου που τώρα υπηρετούν. Προτιμήσαμε αυτή τη λύση ως την πιο ισορροπημένη και αυτή που εξασφαλίζει ασφάλεια του Δικαίου.

Η δεύτερη ρύθμιση της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου αφορά την παράταση της υπηρεσίας ορισμένων γιατρών του Ε.Σ.Υ., οι οποίοι διατηρούνται στην υπηρεσία με Νομοθετική Διάταξη που υιοθετήθηκε κατά την περίοδο της πολιτικής κυβέρνησης, με πολιτική ευθύνη της κυβέρνησης, γιατροί που υπηρετούν, παρά το ότι συμπλήρωσαν το όριο ηλικίας και που θα υπηρετούσαν μέχρι της 30 Ιουνίου του 2023. Αυτοί είναι περίπου στον αριθμό των 250, πράγμα που σημαίνει ότι την 1η Ιουλίου το Ε.Σ.Υ. θα εστερείτο των υπηρεσιών αυτών των γιατρών που η πολιτική κυβέρνηση έκρινε ότι έπρεπε να μείνουν μέχρι τις 30 Ιουνίου του 2023.

Οι λύσεις που προσφέρονταν ήταν ή να επεκτείνουμε, να παρατείνουμε τη θητεία όλων, προκειμένου το Ε.Σ.Υ. να έχει τους γιατρούς που είχε στις 30 Ιουνίου ή να διακόψουμε για όλους τη θητεία τους ή η λύση που προτείνουμε είναι για ορισμένους εξ αυτών – που κρίθηκε ύστερα από ενδελεχή έρευνα ότι είναι αναγκαίοι για 92 – να παραμείνουν στην υπηρεσία για ένα πολύ συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, για δύο μήνες, μέχρι τα τέλη Αυγούστου, δεδομένου ότι δεν ήταν δυνατό να προκηρυχθούν θέσεις ή να γίνουν προσλήψεις ή οτιδήποτε και το Σύστημα Υγείας θα βρισκόταν την 1η Ιουλίου χωρίς αυτούς τους γιατρούς.

Η τρίτη ρύθμιση αφορά την προμήθεια ενός αντιιϊκού φαρμάκου, που είναι αναγκαίο για την εξάλειψη κινδύνου ζωής των ασθενών με covid 19. Τι συμβαίνει εδώ; Ενώ στις δύο προηγούμενες περιπτώσεις το απρόβλεπτο, όπως απαιτεί το Σύνταγμα – που απαιτεί εξαιρετικά επείγουσες και απρόβλεπτες ανάγκες – το απρόβλεπτο ήταν το ότι βρισκόμαστε σε περίοδο Υπηρεσιακής Κυβέρνησης, κάτι που όπως αντιλαμβάνεστε ήταν πράγματι θεσμικά απρόβλεπτο – μπορεί πολιτικά να μην ήταν απρόβλεπτο αλλά θεσμικά ήταν απρόβλεπτο – εδώ στο αντιιϊκό φάρμακο έχουμε την εξής ιδιαιτερότητα: Ότι η πορεία της πανδημίας δεν ήταν αυτή που αναμενόταν, σύμφωνα με τις κάμψεις που εμφάνιζε τα περασμένα χρόνια όταν πλησίαζε το θέρος, με αποτέλεσμα να εξαντληθούν γρηγορότερα τα αποθέματα αυτού του φαρμάκου και έτσι να βρισκόμαστε στον κίνδυνο να μην το έχουμε πριν ολοκληρωθεί η τακτική διαδικασία προμήθειάς του. Αυτή είναι η εξήγηση της τρίτης ρύθμισης που περιέχεται σε αυτή την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου.

Η Κυβέρνηση είναι Υπηρεσιακή, με έναν Υπηρεσιακό Πρωθυπουργό, ο οποίος μαζί με τους Υπουργούς προσπαθούμε χωρίς να υπερβαίνουμε τα όρια της εντολής που έχουμε και των δυνατοτήτων που έχουμε από το Σύνταγμα, να διεκπεραιώνουμε τις τρέχουσες υποθέσεις, αλλά, συγχρόνως όμως, οφείλουμε να αντιμετωπίσουμε και αντιμετωπίζουμε σοβαρά ζητήματα, τα οποία ανακύπτουν, με πλήρεις εξουσίες, μέχρις ότου αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα αυτά αποτελεσματικά.

Τα όρια της Υπηρεσιακής Κυβέρνησης και τα όρια του Υπηρεσιακού Πρωθυπουργού καθορίζονται από το άρθρο 37 παράγραφος 3 του Συντάγματος και όπως έχω εξηγήσει είναι όρια που επιβάλλονται από την αυστηρή πολιτική ουδετερότητα της Κυβέρνησής μας.

Και στο σημείο αυτό θα ήθελα να κάνω μια δήλωση η οποία έχει τρία σκέλη, τα οποία μπορεί να διαβαστούν και αυτόνομα. Το πρώτο σκέλος είναι ότι η Κυβέρνηση οφείλει να εγγυάται και εγγυάται τον σεβασμό της ελευθερίας έκφρασης, της ελευθερίας διάδοσης ιδεών και πληροφοριών, την ελευθερία της εκτίμησης των γεγονότων και της συναγωγής από αυτά συμπερασμάτων. Σε αυτό δεν μπορεί να επέμβει η Υπηρεσιακή Κυβέρνηση, ακόμα και στον προεκλογικό αγώνα. Κι εδώ να θυμίσω ότι σύμφωνα με την νομολογία του Δικαστηρίου δικαιωμάτων του ανθρώπου, η ελευθερία εκφράσεως, ειδικά στις περιόδους τις προεκλογικές καλύπτει και εκφράσεις, καλύπτει και ιδέες, καλύπτει και πληροφορίες, οι οποίες μπορεί να δημιουργούν ανησυχία, ακόμα και να σοκάρουν. Αυτό είναι αναγκαίο στο νομικό μας πολιτισμό και αυτό οφείλουμε να το δεχτούμε.

Το δεύτερο σκέλος της δήλωσής μου είναι το ακόλουθο: ότι η ελληνική Πολιτεία και κάθε Κυβέρνησή της, αγκαλιάζει όλους τους Έλληνες, χωρίς διάκριση ανάλογα με το θρήσκευμα ή άλλο ανάλογο κριτήριο. Όλοι οι Έλληνες ως μέλη της δημοκρατικής μας πατρίδας, κατανοώντας, όμως, τις απαιτήσεις που μας επιβάλλονται από την ουσία του δημοκρατικού μας πολιτεύματος, που εξέθεσα στο πρώτο σκέλος της δήλωσής μας, πρέπει απερίσπαστοι να ασκούν όλα τους τα πολιτικά δικαιώματα.

Και το τρίτο σκέλος της δήλωσής μου είναι το εξής: Επιθυμώ να εκφράσω τις ευχαριστίες μου προς την κυβέρνηση της Τουρκικής Δημοκρατίας. Και τούτο γιατί, όπως διαπιστώνουμε στην πράξη, η κυβέρνηση της Τουρκίας συνεργάζεται με την ελληνική για την αντιμετώπιση της μάστιγας των δημοκρατικών κοινωνιών που στοιχειοθετεί η εκμετάλλευση ευάλωτων ατόμων από αδίστακτους διακινητές. Παραλάβαμε τις σχέσεις μας με την Τουρκία σε μια δυναμική βελτίωσης. Κινούμεθα σε αυτή τη δυναμική χάριν στις συνεχείς προσπάθειες των Υπουργών Εξωτερικών και της Ελλάδος και της Τουρκίας και ευελπιστούμε, χωρίς ατυχήματα στην πορεία, να τις παραδώσουμε στην πολιτική κυβέρνηση της χώρας στο ίδιο πλαίσιο.

Τώρα, αναφορικά ειδικότερα με τον Έβρο και τα ζητήματα που αντιμετωπίσαμε εκεί, θα ήθελα πρώτα από όλα να ευχαριστήσω τους δύο αρμόδιους Υπουργούς: τον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη και τον Υπουργό Εθνικής ‘Αμυνας και να ευχαριστήσω και τις αστυνομικές δυνάμεις, τις ένοπλες δυνάμεις, για την προσπάθεια που καταβάλλεται, ώστε να αποτραπεί αυτό που αποκαλούμε αντικανονική είσοδος των αλλοδαπών στη χώρα μας. Οι αλλοδαποί που επιθυμούν να ζητήσουν άσυλο, οφείλουν, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, να χρησιμοποιούν τις θεσμοθετημένες πύλες εισόδου στην Ελλάδα. Από εκεί και πέρα, κάθε είσοδος που γίνεται χωρίς να χρησιμοποιούνται οι θεσμοθετημένες πύλες εισόδου της Ελλάδος, δημιουργεί ένα ζήτημα κανονικότητας. Και αυτό το οποίο έχουμε επανειλημμένως πει ως Κυβέρνηση, σεβόμενοι το Εθνικό, το Ενωσιακό και το Διεθνές Δίκαιο, καταβάλλουμε τις προσπάθειες που απαιτούνται, ώστε να αποτρέπεται κάθε αντικανονική είσοδος αλλοδαπού στην ελληνική επικράτεια.

Μαζί, λοιπόν, με τις ευχαριστίες μου στα αστυνομικά όργανα και στους υπηρετούντες στις Ένοπλες Δυνάμεις, οι οποίες θωρακίζουν τον Έβρο, μια πολύ δύσκολη περιοχή όπου δεν υπάρχει νομολογία του Δικαστηρίου δικαιωμάτων του ανθρώπου σε αποφάσεις του, για το ποια είναι η κατάλληλη μέθοδος αντιμετώπισης, εμείς, όμως, έχουμε βρει τρόπους, ώστε να περάσουμε το μήνυμα – πιστεύω- στους διακινητές ότι τα σύνορα της Ελλάδος ακόμη και στον Έβρο δεν είναι ανοιχτά και ότι τα προστατεύουμε με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο, ενόψει πάντα της επίθεσης που υφίστανται».