Ταλαιπωρείσαι από τις αναπνευστικές αλλεργίες; – Δες πώς να τις αντιμετωπίσεις

Αν και οι αναπνευστικές αλλεργίες έχουν αυξηθεί ραγδαία, υπάρχει τρόπος να αντιμετωπιστούν.

 

αλλεργίες

Παρατηρείται πως, οι αναπνευστικές αλλεργίες έχουν αυξηθεί σε μεγάλο βαθμό κατά  τις τελευταίες δεκαετίες.

Η ανθοφορία των φυτών, η γύρη σε συνδυασμό με τη σκόνη που επιβαρύνει την ατμόσφαιρα, αποτελούν έναν εκρηκτικό συνδυασμό για έξαρση των αλλεργιών. Όσες σχετίζονται με αυτή την εποχή του χρόνου κάνουν την εμφάνισή τους στις αρχές του Φεβρουαρίου και διαρκούν μέχρι τα τέλη του Ιουνίου.

Με την άνοιξη έχουν συνδεθεί και τα αλλεργικά νοσήματα του αναπνευστικού, ωστόσο η αλλεργική ρινίτιδα και το αλλεργικό άσθμα ταλαιπωρούν εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως χωρίς εποχική διάκριση και μάλιστα παρουσιάζουν κατακόρυφη αύξηση τις τελευταίες δεκαετίες.

Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Άσθματος, που έχει καθιερωθεί να γιορτάζεται κάθε χρόνο την πρώτη Τρίτη του Μαΐου, η Voria.gr μίλησε με τον διευθυντή του Τμήματος Αλλεργιολογίας και Κλινικής Ανοσολογίας στο 424 Γενικό Στρατιωτικό Νοσοκομείο, επίκουρο καθηγητής Παιδοαλλεργιολογίας στο πανεπιστήμιο Mount Sinai της Νέας Υόρκης, αρχίατρο Γιώργο Κωνσταντίνου, για τις αναπνευστικές αλλεργίες και τους τρόπους αντιμετώπισής τους.

«Αυτό που λέγεται αναπνευστικό σύστημα είναι ένα. Η αλλεργική ρινίτιδα και το αλλεργικό άσθμα είναι δύο διαφορετικές εκφάνσεις της ίδιας νόσου, που χτυπούν αντίστοιχα το ανώτερο και το κατώτερο αναπνευστικό.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, περίπου το 75% των περιπτώσεων άσθματος είναι αλλεργικής αιτιολογίας. Από αυτούς τους ασθενείς περίπου το 30% με 40% έχουν και αλλεργική ρινίτιδα.

Αντίστοιχα, περίπου το 50% με 60% όσων έχουν αλλεργική ρινίτιδα έχουν ταυτόχρονα και αλλεργικό άσθμα. Όσοι έχουν αλλεργική ρινίτιδα έχουν οχτώ με δέκα φορές μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσουν άσθμα. Αποτελεί, δηλαδή, παράγοντα κινδύνου εμφάνισης άσθματος στον ασθενή που έχει χρόνιο πρόβλημα», εξηγεί ο κ. Κωνσταντίνου.

Γιατί αυξήθηκαν τα περιστατικά

Οι αναπνευστικές αλλεργίες έχουν αυξηθεί κατακόρυφα τις τελευταίες δεκαετίες, ενώ για το διάστημα μετά τη δεκαετία 2000 – 2010 έγινε αναφορά για το δεύτερο επιδημικό κύμα αλλεργίας σε όλα τα νοσήματα, μεταξύ των οποίων και τα αναπνευστικά. «Αιτία είναι το τι αναπνέουμε, τι τρώμε, οι ρύποι, αλλά και η αλλαγή της χλωρίδας, ζήτημα που παρακολουθώ επιδημιολογικά.

Για παράδειγμα, το ότι βάλαμε κυπαρισσοειδή για να κάνουμε φράχτες, είδος που υπάρχει και στα πάρκα, έχει αυξήσει την αλλεργία στο κυπαρίσσι από το 5% στο 33%. Αλλάζουμε, δηλαδή από μόνοι μας περιβαλλοντικές συνθήκες που επιβαρύνουν.

Και βέβαια οι ρύποι συνεργούν στο αναπτύξει κανείς αλλεργία. Επιβαρυντική είναι επίσης η διατροφή και η αλλαγή τρόπου ζωής με το αυξημένο στρες που δημιουργεί νευροανοσολογικούς μηχανισμούς φλεγμονής.

Οι ρυθμοί που ζούμε αλλάζουν τον τρόπο με τον οποίο δουλεύει η άμυνα του οργανισμού μας. Αυτό, στον ασθενή που έχει την ευαισθησία γραμμένη στα γονίδιά του, φαίνεται να αποτελεί παράγοντα κινδύνου εμφάνισης άσθματος», αναφέρει ο κ. Κωνσταντίνου.

Εκτός από τα εποχικά υπάρχουν και τα ολοετή αλλεργιογόνα, τα βασικότερα εκ των οποίων είναι τα ακάρεα της οικιακής σκόνης και οι αεριομεταφερόμενοι μύκητες και οι τρίχες από τα κατοικίδια ζώα, σύμφωνα με την ίδια πηγή. Πολύ σημαντική επιβάρυνση φέρνει η υγρασία, η οποία βοηθάει να αναπτυχθούν τόσο οι μύκητες όσο και τα ακάρεα της οικιακής σκόνης, γι’ αυτό στην κλινική πρακτική οι καλοί αφυγραντήρες συνιστούν οδηγία.

Ο αρχίατρος του 424 σημειώνει ότι οι αναπνευστικές αλλεργίες είναι κληρονομικές. «Όταν ένας γονιός έχει μία αλλεργία η πιθανότητα ο απόγονος να αποκτήσει είναι 30% με 50%. Όταν έχει και ο δεύτερος γονιός, η πιθανότητα αγγίζει το 80%», λέει και διευκρινίσει ότι δεν είναι απαραίτητο η αλλεργία να έχει την ίδια μορφή.

Πώς αντιμετωπίζουμε τις αλλεργίες

Το άσθμα ως νόσος έχει αλλάξει πάρα πολύ από το 1950 και μετά που ανακαλύφθηκε η κορτιζόνη. Από το 2002, οπότε μπήκε στη φαρέτρα της ιατρικής κοινότητας το πρώτο φάρμακο που λέγεται βιολογικός παράγοντας, σταμάτησαν οι σοβαροί παροξυσμοί, σπάνια χρειάζονται νοσηλείες και οι ασθενείς έχουν καλύτερη ποιότητα ζωής.

Στην Ελλάδα είναι διαθέσιμοι τέσσερις βιολογικοί παράγοντες, οι οποίοι είναι ενέσιμοι, ενώ πέρσι στην Αμερική βγήκε ακόμα ένας, που δεν έχει έρθει στην Ευρώπη. Συνέχεια, πάντως, γίνονται μελέτες για νέα φάρμακα με διαφορετικούς μηχανισμούς δράσης, ενώ στο στάδιο κλινικής μελέτης είναι η δημιουργία ενός βιολογικού παράγοντα σε χάπι.

Παρότι δεν υπάρχει επίσημη επιδημιολογική μελέτη, με βάση τα στοιχεία από τα νοσοκομεία αναφοράς υπολογίζεται ότι στην Ελλάδα το άσθμα πλήττει ποσοστό 5% με 15% του γενικού πληθυσμού. Μεταξύ αυτών ποσοστό 3% – 5% θα εμφανίζει πολύ σοβαρό άσθμα που θα χρειαστεί βιολογικό παράγοντα.

«Είναι κρίμα να υπάρχουν ασθενείς που απλώς φοβούνται και δεν πηγαίνουν στον γιατρό κι έχουν άσθμα αρρύθμιστο. Πρόκειται για πολύ απλή εξέταση, για την οποία θα πρέπει να υπάρξει ευαισθητοποίηση στην πρωτοβάθμια υγεία.

Εμείς μιλάμε με παθολόγους, παιδιάτρους, γενικούς γιατρούς, ώστε γρήγορα να αναγνωριστεί το σύμπτωμα που είναι συμβατό με άσθμα και μετά να υπάρξει παραπομπή. Βασική μέθοδος διάγνωσης είναι η σπιρομέτρηση, σε συνδυασμό με τη λήψη ενός καλού ιστορικού και την καταγραφή των συμπτωμάτων.

Οι δερματικές δοκιμασίες και οι αντίστοιχες αιματολογικές εξετάσεις βρίσκουν και το αίτιο, δηλαδή αν είναι αλλεργικό ή όχι και σε τι. Εξετάζουμε αλλεργιολόγους παράγοντες, κυρίως περιβαλλοντικούς που είναι και οι πιο συνηθισμένοι στην Ελλάδα. Οι αλλεργιολόγοι έχουμε παρέμβαση αιτιολογική, την λεγόμενη ανοσοθεραπεία ή αλλιώς τα εμβόλια της αλλεργίας.

Αν αναγνωρίσεις γρήγορα το πρόβλημα, μπορεί να τη θεραπεύσεις έως και πλήρως. Το μειονέκτημα είναι ότι διαρκεί τρία με πέντε χρόνια. Όμως, η αποτελεσματικότητα στα παιδιά με την έγκαιρη αναγνώριση αγγίζει το 90%», τονίζει στη voria.gr, ο κ. Κωνσταντίνου.

Σημαντική είναι σύμφωνα με τον ίδιο, η αντιμετώπιση της ρινίτιδας. «Αν αντιμετωπίσεις τη ρινίτιδα μειώνεις την πιθανότητα εξέλιξης του φαινομένου, δηλαδή από ανώτερο να πάει στο κατώτερο αναπνευστικό και να κάνει άσθμα. Αυτός που έχει αλλεργική ρινίτιδα, ειδικά σε ολοετές αλλεργιογόνο, πρέπει να θεραπευτεί και, αν υπάρχει δυνατότητα, να κάνει και ανοσοθεραπεία, γιατί ανακόπτει την εξέλιξη του φαινομένου», υπογραμμίζει.

Στην αντιμετώπιση των συμπτωμάτων της αναπνευστικής αλλεργίας απρόσμενος σύμμαχος ήταν ο κοροναϊός, ο οποίος απενοχοποίησε τη χρήση της μάσκας, η οποία συστήνεται από τους ειδικούς, καθώς φιλτράρει τα περιβαλλοντικά αλλεργιογόνα.