Τρίτη ηλικία: Κι όμως υπάρχουμε

* Ο Βασίλης Μαγκλάρας είναι αρθρογράφος.

Του ΒΑΣΙΛΗ ΜΑΓΚΛΑΡΑ* 

Η φωνή απ’ την άλλη άκρη της τηλεφωνικής μου σύνδεσης, μου συστήθηκε βιαστικά ρωτώντας με αν μπορούσα να αφιερώσω λίγο από το χρόνο μου για μια έρευνα της εταιρείας για τα ΜΜΕ. Στην καταφατική απάντησή μου, με ρώτησε πόσα άτομα συστεγαζόμαστε στο ίδιο σπίτι; Του απάντησα δύο. Ηλικίας; Με ρώτησε. Του αποκάλυψα ότι είμαι 75 ετών. Εβδομήντα πέντε είπατε; Α, τότε δεν μπορείτε να συμμετάσχετε γιατί υπάρχει όριο μέχρι τα 74 και μου έκλεισε το τηλέφωνο στα μούτρα!

Ηξερα ότι υπάρχουν όρια για όλα τα πράγματα στον μάταιο τούτο κόσμο, είτε έχουν να κάνουν με όσα πραγματευόμαστε στη ζωή, είτε με τους κανόνες που καθορίζουν το κοινωνικό μας πλαίσιο, είτε στις σχέσεις μας με τους ανθρώπους, που οφείλουμε να τηρούμε μέσα στο «Δημοκρατικό Πολίτευμα…». Το να υπάρχουν ηλικιακά όρια για να έχεις άποψη, πρώτη φορά μου συμβαίνει. Δηλαδή μέχρι τα 74 ήμουν ενεργός πολίτης, σκεπτόμενο άτομο και είχα γνώμη που μου επιτρεπόταν να την εκφράσω. Μετά… Η απόλυτη και ανεπιφύλακτη διαγραφή. Ο απόλυτος αποκλεισμός.

Το αχρείαστο είδος που μας καταλαμβάνει τον χώρο και απλά το ανεχόμαστε. Είμαστε με λίγα λόγια οι 75 ετών και άνω το περιττό υπόλοιπο της κοινωνίας, που δεν μπορεί να έχει λόγο. Οι αρχαίοι υμών πρόγονοι, που μας κάνουν περήφανους και μας υπολήπτεται η Παγκόσμια Κοινότητα, έτρεφαν τη μεγαλύτερη εκτίμηση και σεβασμό για τους ηλικιωμένους. Αρκεί να θυμίσω τη Γερουσία της Σπάρτης, που απαρτίζονταν από άτομα άνω των 60 ετών και είχε βουλευτική, νομοπαρασκευαστική και δικαστική εξουσία. Τη Γερουσία της Ρώμης που λειτουργούσε ως Βουλή.

Στην εποχή της εικόνας που αποκλείει τη διατύπωση σκέψης. Της ταχυ-φαγάδικης κουλτούρας και της ηλεκτρονικής συνεύρεσης στην πληθυσμιακή αναγνώριση των «λάικ», η συνθηματολογία «ψήφο στα επτά-ψόφο στα γηρατειά», αποτελεί την μύχια επιθυμία της σύγχρονης αντίληψης περί φθαρμένης ύλης.

Δεν ξέρω κι αν την ηλικιακή απαξίωση ακολουθεί και η φθορά των αξιών ως αναχρονιστικές, στην εμπέδωση νέων προτύπων που μας κατακλύζουν και πολιτικά τελευταία. Ομως εκείνα τα περήφανα γηρατειά, που τιμούσε ο Αντρέας,με ενοχλεί που τα κατεδαφίζουν πλέον χωρίς καν «στατική μελέτη».

Οχι, δεν θα αναφερθώ στα επιτεύγματα της γενιάς μου για τη Δημοκρατία και την οικονομική ανάπτυξη της χώρας μας. Ούτε στα έπη της προηγούμενης και στις τραγωδίες που περάσαμε ως λαός για να φέρουμε την Ελλάδα ως εδώ. Ούτε θα τονίσω τη σημασία της Τρίτης Ηλικίας στη στήριξη των νεότερων γενιών, φροντίζοντας παιδιά κι εγγόνια, συνεισφέροντας στην κοινωνική ισορροπία και οικονομία του τόπου. Απλά αναλογίζομαι τη διαχρονικότητα που εκφράζει μέσα από το αριστούργημά του… «Σκοτώνουν τ’ άλογα όταν γεράσουν» ο Χόρας ΜακΚόι.

Θα μου πείτε, τι έπαθα τώρα και γκρινιάζω; Απλά συνέδεσα το τηλεφώνημα του ηλικιακού ρατσισμού με την υποκρισία της Παγκόσμιας Ημέρας των Ηλικιωμένων. Αφού γιορτάσαμε με κάθε επισημότητα για την καρέτα-καρέτα, την Ημέρα Αγκαλιάς, Υπνου(!), ζώων και πάει λέγοντας, η Τρίτη Ηλικία χάθηκε στο ημερολόγιο ενός αφώτιστου τοίχου. Ας είναι…

Εγώ με πολύ συμπάθεια θα υπενθυμίσω τα λόγια του Βίκτωρος Ουγκώ: «Βλέπεις τη φλόγα στα μάτια των νέων. Μα στα μάτια των γέρων, βλέπεις το φως».

* Ο Βασίλης Μαγκλάρας είναι αρθρογράφος.