Διπλοπαρκάρισμα, αυτή η μάστιγα

Η Έλενα Βασιλακοπούλου γράφει για ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα καθημερινότητας της Πάτρας

διπλοπαρκάρισμα

Είμαι κάτοχος διπλώματος από το 2010, αλλά εξασκώ την οδήγηση του τελευταίους 15 μήνες γεμάτη περηφάνεια και προκατάληψη.

Περηφάνεια

Στη προσπάθεια μου να ανταπεξέλθω στις απαιτήσεις του Κ.Ο.Κ. και να φέρω τον κάθε προορισμό μου εις πέρας, και λάθη έκανα, και δρόμους δεν ήξερα (γιατί είναι γνωστή πολύπλοκη η πολεοδομία ης Πάτρας after all….), και με 30 πήγαινα, και να παρκάρω δεν μπορούσα αναμεσά σε δυο αμάξια (ορισμός της ντροπής του smart), και κάδο πέταξα, και με το smartaκι μου τράκαρα (βγαίνοντας αλώβητη από αυτό το δεινό), και καταδίωξη βίωσα από έναν ατίθασο ποδηλάτη που παραδόξως κατάφερε να με φτάσει, και φανάρι κόκκινο πέρασα ένα βράδυ που δεν έβρεχε γιατί νόμιζα πως ο από πίσω μου ήθελε να με κοντράρει, όμως έστριψε στη Βενιζέλου και εγώ συνέχισα τη πορεία μου ακάθεκτη στην Ακτή Δημαίων. Κι όμως….δεν σκέφτηκα ποτέ να διπλοπαρκάρω για να διευκολύνω τον εαυτό μου.

Ως νέα οδηγός, δεν ένιωθα άνετα με την ιδέα να οδεύσω προς το κέντρο της Πάτρας και να υποβάλλω τον εαυτό μου στη διαδικασία να βρει parking. Όσες φορές κι αν προσπαθούσα, πάντα έκανα άσκοπες βόλτες δίχως να ξέρω που να πάω (ναι, δεν γνωρίζω καλά το κέντρο της Πάτρας, είμαι ανίδεη και αναίσχυντη) για να καταλήξω να παρκάρω είτε σε κάποιο ιδιωτικό parking ή να το αφήσω κάπου μακριά και να το δω ως αφορμή για περπατάδα.

Παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπιζα, προσπαθούσα πάντα σαν σωστός ευρωπαίος πολίτης που σέβεται τον εαυτό του και τους γύρω του, να μη δυσκολεύω τους άλλους οδηγούς και το κυριότερο; Δεν σκέφτηκα ΠΟΤΕ να διπλοπαρκάρω για να διευκολύνω τον εαυτό μου…

διπλοπαρκάρισμα

Προκατάληψη, μέρος 1ο

Γνωστό σκηνικό και έχει συμβεί σε όλους τους οδηγούς της μικρής παραλιακής μας πόλης που βρέχεται από τον Πατραϊκό Κόλπο: οδηγείς με όλο σου το είναι και τη ψυχική διάθεση σε κεντρικούς και μη δρόμους, αλλά και σε λεωφόρους, και συνειδητοποιείς πως ο κατά τα άλλα διπλός δρόμος ξαφνικά και ως δια μαγείας έχει γίνει μονόδρομος, συμβάλλοντας φυσικά στη κυκλοφοριακή συμφόρηση, όπου δεν συγκινείται κανείς, αλλά και στη ψυχική σου υγεία. Είναι άλλωστε δείγμα ανωτέρου πολιτισμού το διπλοπαρκάρισμα. Ξέρετε, στις σύγχρονες κοινωνίες, η πολεοδομία, το αεροδρόμιο αλλά και το κατά πόσο συνετοί είναι οι οδηγοί, λένε πολλά για την ευημερία και τη κουλτούρα μιας χώρας.

Σε αυτό το σημείο θέλω να ακριβολογήσω. Το Σάββατο, 20 Απριλίου 2024 και ώρα περίπου στις 9 και τέταρτο το βράδυ, επί της Παπαφλέσσα, καθώς διέσχιζα το δρόμο με το smartaκι μου για να ανέβω προς τη πλατεία Υψηλών Αλωνίων, ένας κατά πολύ βάθος έξυπνος κύριος, είχε τη φαεινή ιδέα να παρκάρει αντίθετα στο ρεύμα μου ώστε να μπορέσει η συνοδηγός του να φάει τη κρέπα της, δίχως να τον ενδιαφέρει αν εγώ, και ο κάθε εγώ, μπορεί να περάσει (έχω μάρτυρες για το συμβάν). Όχι.. αυτή η σκέψη δεν πέρασε σίγουρα από ταπεινό μυαλό του. Γιατί άλλωστε να το σκεφτεί.. στην Ελλάδα ζούμε.

Τη Δευτέρα, 22 Απριλίου το πρωί στις 09.05 στη λεωφόρο Γούναρη, ένας νεαρός (κλασσική περίπτωση βλάβης διαφόρων ηλικιών, οποιαδήποτε ώρα της ημέρας), περνάει ανενόχλητος το δρόμο κοιτώντας από τη μεριά που δεν περνούν αυτοκίνητα (το προσπερνώ ασχολίαστο αυτό…) δίχως να τον ενδιαφέρει αν στη μεριά ΠΟΥ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΚΟΙΤΑΞΕΙ πέρναγαν αυτοκίνητα (καλή ώρα εγώ). Το πιο συγκινητικό από όλα είναι πως και να τους κορνάρεις για να τους προειδοποιήσεις και να αποφύγεις τυχόν χουνέρια, ούτε αυτό τους κρούει τον κώδωνα του κινδύνου και συνεχίζουν να διασχίζουν τους δρόμους σαν χαρακτήρες του walking dead.

Να μη σχολιάσω δε, πως πολλοί οδηγοί και πεζοί ενώ περιμένουν να περάσεις, τελευταία στιγμή αποφασίσουν να διασχίσουν το δρόμο όταν είσαι στα 50 μέτρα απόσταση! Είναι πραγματικά πολύ συγκινητικός ο συνδυασμός χαμηλού iq, ατομισμού και αδιαφορίας που συνοδεύουν ορισμένους ανθρώπους σε κάτι τέτοιες στιγμές.

Το θεωρώ περιττό να αναφέρω πως η έννοια του «βγάζω φλας για να ενημερώσω τον πίσω οδηγό που θα κατευθυνθώ» ή «βγάζω αλαρμ» για να προϊδεάσω το κόσμο πως θα σταθμεύσω, είναι πλέον σπάνια φαινόμενα.

διπλοπαρκάρισμα

Προκατάληψη, Μέρος 2ο

Πριν 2 μήνες με σταμάτησαν από τη τροχαία για πρώτη φορά για να με ελέγξουν, κοντά στα Ταμπάχανα. Για τους κατοίκους της περιοχής είναι γνωστά τα στέκια: Ταμπάχανα και Μαραγκοπούλου. Σαν ιππότης της ασφάλτου που δεν είμαι, είχα όλα τα απαραίτητα documents μαζί μου, με τις ασφάλειες μου και τα τέλη κυκλοφορίας μου πληρωμένα. Σχεδόν εκστασιασμένη από τη διαδικασία που διήρκησε κάνα τέταρτο, αναχώρησα για να κατευθυνθώ προς τον εργασιακό μου χώρο. Και δεν μπορώ να πω, τα παιδιά ευγενέστατα, αφού δεν βρήκαν τίποτα να μου προσάψουν για να μου δώσουν κλήση, είπαν «είναι εντάξει η κυρία», εγώ με τη σειρά μου ένιωσα γριά, όλα ήταν εξαιρετικά και συνεχίσαμε τις ζωές μας.

Άλλη μια γνωστή πιάτσα για έλεγχο είναι τα Ψηλαλώνια. Πόση ειρωνεία να χωρέσει σε έναν δρόμο! Έχω περάσει πολλάκις έξω από το Abbey (είπαμε, δεν γνωρίζω οδούς, σας κατατοπίζω με μαγαζιά εστίασης) για να κατευθυνθώ στη Παπαφλέσσα και έχω πετύχει τη τροχαία να γράφει, όταν ακριβώς στον από κάτω δρόμο δεξιά που έχει κίτρινη γραμμή (κοινώς απαγορεύεται το παρκάρισμα) είναι γεμάτη παρκαρισμένα αυτοκίνητα, και εννοείται πως κινδυνεύεις αν στρίψεις και περνάει αυτοκίνητο από το δρόμο.

Και ορθώς γεννάται το ερώτημα μου: Γιατί η τροχαία πηγαίνει σε συγκεκριμένα road points και δεν ξεκινά να γράφει όλα τα διπλοπαρκαρίσματα που είναι είτε ακριβώς δίπλα της, είτε σε πολλούς κεντρικούς δρόμους της Πάτρας, κάτι το οποίο είναι γνωστό και μια απλή βόλτα με περιπολικό αρκεί για να δει κάποιος που γίνονται τα διπλοπαρκαρίσματα; Γιατί; Ένα γιατί που βασανίζει κάθε ευσυνείδητο πολίτη και οδηγό.

Μήπως ήρθε η ώρα ο δήμος να προνοήσει για επιπλέον χώρους στάθμευσης;

Μήπως οι οδηγοί θα πρέπει να παύσουν να λειτουργούν ως ατομιστές αδιαφορώντας αν εμποδίζουν οδηγούς και πεζούς;

Μήπως οι πεζοί θα πρέπει να ναι και αυτοί πιο προσεκτικοί;

Μήπως η τροχαία θα έπρεπε να κάνει καλύτερα τη δουλειάς της; (ναι ναι, το ξεστόμισα! haters gonna hate, but I don’t care)

Μήπως ήρθε η ώρα να αποβάλλουμε την υποκουλτούρα που διέπει το έθνος μας και να γίνουμε λιγότερο «ελληνάρες»;