Γιώργος Καζαντζής: Η μουσική μου αντιπροσωπεύει τη στάση ζωής μου

Την Πέμπτη στις 21.30, στον χώρο του εργοστασίου τέχνης «Θάνος Μικρούτσικος», ο ο Γιώργος Καζαντζής μας ταξιδεύει στο κόσμο της μουσικής του με τις εξαίσιες φωνές των Βασίλη Λέκκα, Φωτεινή Βελεσιώτου, τη Λιζέτα Καλημέρη και τον πατρινό τραγουδοποιό και ερμηνευτή Νίκο Μπαλή. Σήμερα, μιλά στην εφημερίδα «Πελοπόννησο».

Καζαντζής

Eνα διαχρονικό πέρασμα από τη μουσική και τα τραγούδια του Γιώργου Καζαντζή. Με εξαμελή ορχήστρα και τον ίδιο στο πιάνο, την ερχόμενη Πέμπτη στις 21.30, στον χώρο του εργοστασίου τέχνης «Θάνος Μικρούτσικος», ο συνθέτης μας ταξιδεύει στο κόσμο της μουσικής του με τις εξαίσιες φωνές των Βασίλη Λέκκα, Φωτεινή Βελεσιώτου, τη Λιζέτα Καλημέρη και τον πατρινό τραγουδοποιό και ερμηνευτή Νίκο Μπαλή.

Σήμερα, ο Γιώργος Καζαντζής μιλά στην εφημερίδα «Πελοπόννησο» για την μουσική, τους στίχους που τον συνδέουν με την Πάτρα και πολλά άλλα.

Ερχεστε με μία συναυλία που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί εφ’ όλη της ύλης.

Ναι! Πάντα οι συναυλίες μου, είναι εφ’ όλης της ύλης. Φροντίζω μέσα σε αυτό το χρόνο των δύο – δυόμισι ωρών να περνάω ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα της δουλειάς μου, με λίγο από οργανική μουσική και τραγούδια όσο γίνεται πιο αντιπροσωπευτικά.

 

Κάποιος που δεν έχει ακούσει ποτέ κομμάτι σας, ποιον Γιώργο Καζαντζή θα γνωρίσει μέσα από τη συναυλία;

Είμαι ένας δημιουργός που ασχολούμαι από τότε που άρχισα να αντιλαμβάνομαι την πραγματικότητα, τη ζωή μου δηλαδή συνειδητοποιημένα, με την μουσική. Είμαι ταγμένος, είμαι αφιερωμένος σε αυτό που κάνω. Η μουσική μου αντιπροσωπεύει τη στάση ζωής μου, τη στάση μου στα πράγματα. Το αν τώρα αυτό που εγώ καταθέτω θα συγκινήσει κάποιον, αυτό είναι θέμα του τι βιώματα, ακούσματα, ερεθίσματα και όραμα έχει και ο ακροατής. Θέλω να πιστεύω ότι τουλάχιστον κάποια δείγματα γραφής που μπόρεσαν να φτάσουν σε πλατιά απήχηση, αγαπήθηκαν και αυτό είναι ένα σημαντικό στοιχείο για εμένα.

 

Βλέποντας τη μουσική σας όλα αυτά τα χρόνια, πώς βλέπετε να έχετε αλλάξει μέσα από τις μελωδίες σας; Υπάρχουν αλλαγές;

Βέβαια, παρατηρώ αλλαγές, κυρίως όμως στην τεχνοτροπία μου, στην τεχνική διαχείριση του υλικού μου. Ο ορίζοντας βέβαια είναι πάντα ο ίδιος, γιατί η αναζήτηση δεν τελειώνει, ούτε φτάνεις ποτέ σε αυτό που θέλεις να φτάσεις, απλά η συνθετική μου δομή και φόρμα, σίγουρα αλλάζει γιατί προσπαθώ να βγάζω μια δροσιά, να μην επαναλαμβάνομαι, να μην μιμούμαι, να βγάζω κάτι προσωπικό και αυτό σίγουρα δίνει μια αλλαγή και στην συνθετική μου φόρμα.

 

Χρησιμοποιήσατε την λέξη δροσιά…

Είναι μια λέξη του Μάνου Χατζιδάκι! Ο Χατζιδάκις όταν έκανε τους αγώνες τραγουδιού της Κέρκυρας και μετά της Καλαμάτας, αναζητούσε τη δροσιά του πρώτου ακούσματος και εγώ το δανείζομαι γιατί είναι πάρα πολύ σημαντικό.

 

Αναφερθήκατε στον Μάνο Χατζιδάκι και πολλοί παραλληλίζοντας τη σημερινή εποχή με το τότε, λένε πως η ελληνική μουσική δεν είναι του ίδιου επιπέδου. Πώς βλέπετε την ελληνική δημιουργία σήμερα;

Σίγουρα, ο Μάνος Χατζιδάκις όπως και άλλοι προπάτορές μας έχουν αφήσει ένα πολύ σημαντικό στίγμα, είναι φάροι και για εμάς. Απλά, εγώ με λύπη και θλίψη βλέπω ότι σήμερα ένα μεγάλο μέρος των νέων δεν γνωρίζουν τον Μάνο Χατζιδάκι. Και αυτό είναι πολύ σημαντικό. Υπάρχουν σίγουρα συνεχιστές, υπάρχουν άνθρωποι που έχουν επηρεαστεί από τον Μάνο σήμερα και από τον Μίκη Θεοδωράκη, και από τον Μαρκόπουλο και από τον Κουζιουμτζή, αλλά δεν φτάνουν στα αυτιά του κόσμου, γιατί τα μέσα πλέον ασχολούνται με κάτι πιο επιφανειακό και επιδερμικό. Κατά τη γνώμη μου, είναι λάθος εκτίμηση, γιατί αν μιλήσω για το παράδειγμα που αφορά εμένα, το τραγούδι «Μέλισσες» που αντιπροσωπεύει 100% το έντεχνο τραγούδι, ακουγόταν σαν δύσκολο τραγούδι, έκανε μία πρώτη καριέρα 8 χρόνια και το αγάπησε η μισή Ελλάδα και τώρα μέσα από τη σειρά «Αγριες Μέλισσες» το αγάπησε όλη η Ελλάδα! Αυτό σημαίνει ότι το έντεχνο τραγούδι αν φτάσει στο κοινό, εκτιμάται. Γιατί ο Ελληνας είναι μουσικός λαός και μπορεί να εκτιμήσει, απλά τα μέσα φρενάρουν αυτή τη διαδρομή.

 

Αναφερθήκατε στις «Μέλισσες», που γράφτηκε στις 2006, βγήκε σε δίσκο το 2008 και τώρα με το σήριαλ γίνεται χαμός. Πώς αισθάνεστε για αυτή τη «δεύτερη ζωή» του τραγουδιού;

Χαρά! Και δικαίωση όχι δική μου, αλλά του είδους. Δικαίωση του έντεχνου τραγουδιού. Αν το τραγούδι περάσει και φτάσει στον ακροατή, εκτιμάται και αγαπιέται. Δεν μασάει ο Ελληνας από τέτοια, αγαπάει την αληθινή μουσική. Απλά φράζεται ο δρόμος του έντεχνου προς τον ακροατή από τα μέσα.

 

Χρησιμοποιείτε τον όρο «έντεχνο» και πριν από κάποια χρόνια υπήρχε μεγάλη κουβέντα για το τι είναι έντεχνο και τι όχι.

Το έντεχνο τραγούδι ονομάστηκε έτσι γιατί χρησιμοποιεί τεχνοτροπίες της κλασικής, έντεχνης μουσικής. Μετατροπίες, αντιστίξεις, πολυρυθμίες, επεισόδια, σπασμένη φόρμα. Ολα αυτά τα στοιχεία, ο δημιουργός όταν αναζητά να δώσει τη δροσιά που αναφέραμε προηγουμένως τα χρησιμοποιεί με έμψυχο τρόπο, γιατί του βγαίνουν έμφυτα. Αυτά όλα, όταν ειφισέρχονται μέσα στην ψυχή ενός τραγουδιού και γίνουν ζωντανά, τότε σίγουρα το τραγούδι αυτό έχει να δώσει κάτι καινούργιο, δροσερό και βέβαια δεν επαναλαμβάνει πράγματα που έχουν ήδη ειπωθεί. Εγώ υπερασπίζομαι τον όρο έντεχνο, με αυτή την έννοια όμως.

 

Εσείς πώς περάσατε στην καραντίνα; Αν δεν κάνω λάθος υπάρχουν και δύο άλμπουμ που δεν κυκλοφόρησαν λόγω καραντίνας, αν και είναι έτοιμα.

Ναι… Είναι ένα άλμπουμ το οποίο κυκλοφόρησε μέσα στην καραντίνα και είναι αυτό που έκανα με τον Βασίλη Λέκκα. Ομως έχω δύο δίσκους έναν με τον Παντελή Θαλασσινό σε στίχους Κώστα Φασουλά και έναν με τη Λιζέτα Καλημέρη, ένα comeback της Λιζέτας, σε στίχους διαφόρων, τα οποία ευτυχώς τα είχα ηχογραφήσει ανάμεσα στους δύο εγκλεισμούς και έπειτα είχα πολύ υλικό για να τα δουλέψω κατά τη διάρκεια του δεύτερου εγκλεισμού. Για εμένα, ο εγκλεισμός ήταν δημιουργικός. Δεν μου έλειψε ούτε το περπάτημά μου, ούτε το ποδήλατό μου και έτσι μπόρεσα και τον διαχειρίστηκα πιο ήπια. Αν εξαιρέσουμε βέβαια το ότι αναβλήθηκαν πολλές συναυλίες, χάσαμε πάρα πολλά πράγματα και σε καλλιτεχνικό και σε οικονομικό επίπεδο, αλλά εν πάση περιπτώσει ήταν πιο ήπια για εμένα τουλάχιστον η κατάσταση.

 

Η συναυλία έχει έμμεσα και πατρινό χρώμα, όσον αφορά τους στίχους σας.

Ε, βέβαια! Εχουμε ένα τραγούδι του Διονύση Καρατζά το οποίο συμπεριλαμβάνεται στον δίσκο που έκανα με τη Λιζέτα Καλημέρη, με τίτλο «Γυναίκα της πόλης», εννοώντας τη Θεσσαλονίκη, γιατί έχει χρώμα Θεσσαλονίκης. Επίσης έχουμε ένα τραγούδι της Μαρίας Κοσσυφίδου το «Αγγελος ή Μάγισσα» που υπάρχει στο δίσκο που κάναμε με τη Φωτεινή Βελεσιώτου και υπάρχει και ένα τραγούδι ακόμη από τον δίσκο που κάναμε με τον Βασίλη Λέκκα, το «Δώδεκα ζωές» που είναι μιας στιχουργού κοντινής σας, από την Κυπαρισσία, της Μαίρης Σταθοπούλου. Πιστεύω ότι θα είναι οι στιχουργοί παρόντες και αυτό είναι σημαντικό. Με αυτό τον τρόπο κάνουμε και τον θεσμό έναν φορέα παραγωγής πρωτογενούς πολιτισμού και έτσι πρέπει να είναι. Οι θεσμοί να είναι βήματα για να παρουσιάζονται καινούργια πράγματα.

 

Υπάρχει πολυφωνία όσον αφορά τους στιχουργούς. Πώς επιλέγετε τους στίχους σας;

Ο στίχος για εμένα πρέπει να έχει μια κρυμμένη μουσική, την οποία ανακαλύπτω. Και αυτή η κρυμμένη μουσική δεν έχει να κάνει μόνο με τη ροή των συμφώνων ανάμεσα στα φωνήεντα αλλά και με τη σχέση της ροής αυτής με τη νοηματική του στίχου, με την ποιητική του. Αν αυτός ο συνδυασμός είναι ιδανικός, με δονεί εσωτερικά από την πρώτη ανάγνωση και αυτό είναι το ζητούμενο.