«Οικονομία πολέμου»

Ο Νότης Μαριάς είναι καθηγητής θεσμών ΕΕ Πανεπιστημίου Κρήτης – πρ. ευρωβουλευτής.

Στη γραμμή της ήδη διακηρυγμένης «οικονομίας πολέμου» πρόκειται να κινηθεί η νέα Κομισιόν υπό την πρόεδρό της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.

Η οικοδόμηση της «οικονομίας πολέμου» αποτελεί βασικό στοιχείο της στρατηγικής, που εξήγγειλε για τα επόμενα χρόνια, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.

Μάλιστα είναι χαρακτηριστικό ότι στην επιστολή του προέδρου Τσαρλς Μισέλ προς τα μέλη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου επισημαίνεται, με νόημα, ότι «είναι πλέον καιρός να λάβουμε ριζοσπαστικά και συγκεκριμένα μέτρα για να είμαστε σε αμυντική ετοιμότητα και να θέσουμε την οικονομία της ΕΕ επί ποδός πολέμου. Αυτό σημαίνει περισσότερες δαπάνες και αγορές από κοινού, για μεγαλύτερη αποδοτικότητα. Να βοηθήσουμε την αμυντική βιομηχανία να έχει πρόσβαση σε ιδιωτικούς και δημόσιους πόρους και να μειώσουμε επιβαρύνσεις και φραγμούς. Αν θέλουμε ειρήνη πρέπει να προετοιμαζόμαστε για πόλεμο».

Στις 3 Μαΐου ο επίτροπος Εσωτερικής Αγοράς Τιερί Μπρετόν δήλωσε: «υπάρχει η ανάγκη να ωθήσουμε τη βιομηχανική βάση και να τη μεταφέρουμε σε μια οικονομία πολέμου».

Στην ίδια γραμμή ήταν και η «προεκλογική» ομιλία της φον ντερ Λάιεν σε σχέση με την «οικονομία πολέμου» ενώπιον του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Πλέον η ΕΕ του πολέμου κατά της Ρωσίας εκφράζεται συμβολικά με τη Γερμανία και συμμάχους της από τις Βαλτικές χώρες (Φινλανδία, Ρουμανία). Οι χώρες μέλη της ΕΕ, που συνορεύουν με τη Ρωσία, αναλαμβάνουν να βγάλουν τα κάστανα από τη φωτιά του πολέμου στην Ουκρανία.

Εν προκειμένω, θα πρέπει να επισημανθεί ότι η οικοδόμηση της «οικονομίας πολέμου» εξειδικεύεται στην ίδια την Εκθεση «Ντράνγκι». Ως εκ τούτου, καλούνται να διευκολύνουν με την πολιτική τους την ενίσχυση της πολεμικής βιομηχανίας της ΕΕ με 100 δισ. € ετησίως προκειμένου να ανταποκριθεί στην αποστολή της για αύξηση της παραγωγής όπλων ούτως ώστε να διατηρηθεί η συνεχής τροφοδοσία πολεμοφοδίων στο μέτωπο της Ουκρανίας.

Στο παραπάνω ποσό των 50 δισ. ευρώ ετησίως πρέπει να προστεθούν και τα κονδύλια που διατίθενται κάθε χρόνο για στρατιωτικούς εξοπλισμούς εκ μέρους των κρατών μελών της ΕΕ. Ετσι από τα 236 δισ. ευρώ που διέθεσαν για συνολικές στρατιωτικές δαπάνες το 2022 τα 27 κράτη μέλη της ΕΕ, 50 δισ. € δαπανήθηκαν για στρατιωτικούς εξοπλισμούς από τα 21 κράτη μέλη της ΕΕ που τότε ήταν ταυτόχρονα και μέλη του ΝΑΤΟ.

Μάλιστα το παραπάνω συνολικό ποσό των τουλάχιστον 100 δισ. € ετησίως για στρατιωτικούς εξοπλισμούς εκ μέρους των 27 της ΕΕ βαίνει συνεχώς αυξανόμενο τουλάχιστον στα 116 δισ. ευρώ το 2023 και στα 152 δισ. ευρώ το 2024 καθώς σύμφωνα με εκτιμήσεις του ΝΑΤΟ οι δαπάνες για όπλα των 23 μελών της ΕΕ που πλέον είναι ταυτόχρονα και μέλη του ΝΑΤΟ αυξάνονται στα 66 δισ. ευρώ το 2023 και στα 102 δισ. ευρώ το 2024.

Στο πλαίσιο αυτό λοιπόν αναμένεται να ανοίξουν οι δουλειές για την πολεμική βιομηχανία της Γαλλίας της Ισπανίας, της Ιταλίας αλλά κυρίως της Γερμανίας.
Και ο νοών νοείτω.