Ευρώπη: Θλίψη, απόγνωση κι ελπίδα

Η περίοδος που διανύουμε είναι δύσκολη για τον πλανήτη γεμάτη προκλήσεις και διλλήματα.

Ευρώπη: Θλίψη, απόγνωση κι ελπίδα

Η Ευρώπη, αυτή η ήπειρος που κουβαλά αιώνες μνήμης, συγκρούσεων και αναγεννήσεων, βρίσκεται ξανά αντιμέτωπη με μια πραγματικότητα που την αναγκάζει να δει κατάματα τις αδυναμίες της. Οι τελευταίες εβδομάδες μοιάζουν σαν να ξηλώνουν έναν μύθο που για χρόνια μας βόλευε να πιστεύουμε, ότι η Ευρώπη, παρά τις ατέλειές της, διατηρεί μια σταθερότητα, μια αυτονόητη γεωπολιτική βαρύτητα, μια φωνή που ακούγεται μακριά. Κι όμως, από τη ρητή προειδοποίηση του Αντόνιο Κόστα προς την Ουάσιγκτον μέχρι την οργή του Ίλον Μασκ για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις κρίσιμες συνομιλίες στο Λονδίνο για την Ουκρανία, όλα δείχνουν μια ήπειρο που δυσκολεύεται να υπερασπιστεί όχι απλώς τη θέση της στον κόσμο, αλλά τον ίδιο της τον εαυτό.

Για όσους νιώθουν βαθιά Ευρωπαίοι, όχι επειδή επιβάλλεται, ούτε από οικονομικό υπολογισμό, αλλά από ιδεολογική, συναισθηματική και πολιτισμική συγγένεια, αυτή η συγκυρία γεννά μια θλίψη σχεδόν υπαρξιακή. Η Ευρώπη υπήρξε για πολλούς από εμάς μια υπόσχεση, χώρος δημοκρατίας, ελευθερίας, πνεύματος, ένας τόπος όπου η ιστορία δεν είναι μνημείο αλλά ζωντανός διάλογος. Σήμερα, μοιάζει σαν αυτή η υπόσχεση να δοκιμάζεται. Όχι γιατί η Ευρώπη δεν έχει πια δυνατότητες, αλλά γιατί δεν βρίσκει τρόπο ή διστάζει να τις ενεργοποιήσει.

Η υψηλού επιπέδου συνάντηση στο Λονδίνο την περασμένη Δευτέρα, με τη συμμετοχή του Κιρ Στάρμερ, του Βολοντίμιρ Ζελένσκι, του Εμανουέλ Μακρόν και του Φρίντριχ Μερτς, αποτέλεσε μια κρίσιμη στιγμή για την ευρωπαϊκή προσπάθεια διατήρησης ενότητας γύρω από το μέλλον του πολέμου στην Ουκρανία και τις ειρηνευτικές συνομιλίες που καθοδηγούν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Η συγκυρία υπενθυμίζει πως ο κόσμος δεν περιμένει κανέναν, ούτε την Ευρώπη, η Ουκρανία εξακολουθεί να αιμορραγεί, η Ρωσία παραμένει αμετακίνητη και οι αμερικανικές πιέσεις συχνά κινούνται σε διαφορετική κατεύθυνση από τα ευρωπαϊκά συμφέροντα. Κι όμως, ακόμη και σε αυτή την πιο κρίσιμη στροφή της δεκαετίας, η ευρωπαϊκή ενότητα δείχνει εύθραυστη, σαν να δυσκολεύεται να διαμορφώσει μια θέση που δεν θα είναι απλώς η αντανάκλαση μιας αμερικανικής στρατηγικής αλλά η δική της αυτόνομη στάση.

Η προειδοποίηση του Κόστα προς τις ΗΠΑ ότι «οι Αμερικανοί δεν θα αποφασίζουν ποια κόμματα είναι καλά ή κακά στην Ευρώπη» δεν είναι απλώς μια δήλωση ανεξαρτησίας. Είναι μια απόπειρα να χαραχτεί μια κόκκινη γραμμή σε ένα πεδίο όπου η αμερικανική επιρροή διεισδύει στα κενά που αφήνει το ευρωπαϊκό πολιτικό σύστημα. Ο Κόστα μιλά με μια φωνή που θέλει να ακουστεί ως ευρωπαϊκή, όχι ως εθνική και αυτό, ίσως, είναι το πιο δραματικό στοιχείο. Γιατί ακόμη κι όταν ζητάμε να μη μας υποδεικνύουν τρίτοι τις επιλογές μας, το κάνουμε με έναν τόνο που προδίδει ότι ακόμη ψάχνουμε τη δική μας αυτοπεποίθηση.

Κι ύστερα έρχεται η σκληρή επίθεση από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού που δέχεται η Ευρώπη, βυθίζοντας την ηγεσία της σε εμφανή αμηχανία, καθώς τόσο ο Ντόναλντ Τραμπ όσο και ο Έλον Μασκ στοχεύουν ευθέως την Ένωση. Ο Τραμπ, μέσα από τη νέα Εθνική Στρατηγική Ασφαλείας και σε εκτενή συνέντευξή του στο Politico, καταγγέλλει την Ευρωπαϊκή Ένωση ως δύναμη σε παρακμή, μιλώντας για αποδυνάμωση και πολιτιστικό αφανισμό. Την ίδια στιγμή, ο Μασκ, εξοργισμένος από το πρόστιμο-μαμούθ που επέβαλε η Κομισιόν στην πλατφόρμα Χ, ζητά απροκάλυπτα «την κατάργηση της ΕΕ» και αποκαλεί τους Ευρωπαίους πολιτικούς «προδότες των λαών τους». Με τα γνωστά του πυροτεχνήματα, με δηλώσεις που συχνά μπερδεύουν την υπερβολή με την πραγματικότητα, αμφισβητεί τη δημοκρατικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το τι ακριβώς εννοεί έχει ίσως μικρότερη σημασία από το πού βρίσκουν απήχηση τα λόγια του. Γιατί η κριτική του πέφτει σε εύφορο έδαφος σε μια ήπειρο κουρασμένη από τις δικές της αδυναμίες, την αργή λήψη αποφάσεων, τη γραφειοκρατία που μοιάζει να αυτοαναπαράγεται, τις εθνικές κυβερνήσεις που σπάνια βλέπουν πέρα από τα σύνορά τους. Είναι επώδυνο να βλέπεις πως ακόμη και όταν η κριτική από το εξωτερικό είναι απλουστευτική ή κακόπιστη, ταυτόχρονα αγγίζει ευρωπαϊκές εσωτερικές ρωγμές.

Όλα αυτά τα επεισόδια, αν και φαινομενικά διαφορετικά, συναντώνται σε μια κοινή αγωνία, την ανησυχία ότι η Ευρώπη χάνει την ικανότητα να αφηγείται η ίδια τον εαυτό της. Η ήπειρος που γέννησε τη φιλοσοφία, τη δημοκρατία, την επιστήμη, την τέχνη, μοιάζει να ξεχνά πως η ταυτότητά της δεν είναι τεχνικό έγγραφο ούτε θεσμική δομή, είναι πολιτισμικό κεφάλαιο, τρόπος σκέψης, συλλογική μνήμη και πολιτική πράξη μαζί.

Για όσους εξακολουθούν να πιστεύουν στο ευρωπαϊκό εγχείρημα, όχι ως γραφειοκρατικό όραμα αλλά ως ανθρώπινη και πολιτική ιδέα, αυτό το θέαμα είναι βαριά σκιά. Η Ευρώπη δεν τραυματίζεται τόσο από τους αντιπάλους της, όσο από την αδυναμία της να ανανεώσει την αυτοπεποίθησή της, να μιλήσει με μία καθαρή φωνή, να εμπνεύσει ξανά. Να πει στους πολίτες της ότι δεν είναι ένας γεωπολιτικός κομπάρσος αλλά ένας χώρος όπου το μέλλον μπορεί να οικοδομηθεί με αξιοπρέπεια.

Κι όμως, μέσα σε όλη αυτή τη θλίψη, αναβοσβήνει ακόμη μια ελπίδα. Η Ευρώπη έχει επιβιώσει από πολέμους, από διασπάσεις, από κρίσεις ταυτότητας πολύ πιο βαθιές από τη σημερινή. Κουβαλά την ικανότητα να επανεφευρίσκεται, να βρίσκει νέο νόημα μέσα από τα συντρίμμια, να μετατρέπει την αμφιβολία σε πρόοδο. Αυτό που λείπει δεν είναι οι δυνατότητες, αλλά το θάρρος να τις αξιοποιήσει.

Το πρώτο βήμα για να σταθεί ξανά όρθια δεν είναι να ζητήσει μεγαλύτερη ισχύ ούτε να υψώσει φωνές ενάντια σε άλλες δυνάμεις. Είναι να σταματήσει να φοβάται τη δική της φωνή. Να θυμηθεί πως η δημοκρατία της δεν είναι ατέλεια αλλά δύναμη. Πως η διαφορετικότητά της δεν είναι εμπόδιο αλλά πλούτος. Πως η ιστορία της δεν είναι βάρος αλλά θεμέλιο. Αν η Ευρώπη ξαναβρεί αυτόν τον εσωτερικό παλμό, τότε μπορεί να ξαναγράψει το αφήγημά της. Όχι ως η ήπειρος που παλεύει να προλάβει τις εξελίξεις, αλλά ως η ήπειρος που τολμά να τις διαμορφώσει.

Το να νιώθεις βαθιά Ευρωπαίος δεν είναι μια ιδεολογική ταμπέλα ούτε μια διοικητική ταυτότητα, είναι ένα συναίσθημα που χτίζεται αργά, σχεδόν αθόρυβα, μέσα από εμπειρίες, εικόνες και κοινές μνήμες. Είναι το αίσθημα ότι περπατώντας σε μια πλατεία στη Λισαβόνα, μια λεωφόρο στο Παρίσι ή στις γειτονιές της Θεσσαλονίκης, βρίσκεσαι πάντα σε γνώριμο έδαφος, ότι οι ρυθμοί, οι αξίες, ακόμη και οι διαφωνίες που συναντάς κουβαλούν ένα κοινό υπόστρωμα. Το να νιώθεις Ευρωπαίος σημαίνει να έχεις μεγαλώσει με την πεποίθηση ότι η δημοκρατία δεν είναι μια εύθραυστη πολυτέλεια αλλά μια κατάκτηση που αξίζει να τη φροντίζεις καθημερινά, να ξέρεις πως η ελευθερία δεν προέκυψε αυτόματα, αλλά κερδήθηκε με κόπο και πόνο. Είναι η αίσθηση ότι, παρά τις διαφορές γλώσσας και νοοτροπίας, έχουμε ένα κοινό ηθικό λεξιλόγιο, αξιοπρέπεια, ανθρώπινα δικαιώματα, κοινωνική δικαιοσύνη, συνεννόηση και διάλογο.

Η Ευρώπη κουβαλά ένα βαρύ αποικιακό παρελθόν, γεμάτο αντιφάσεις, αδικίες και σκοτεινά κεφάλαια που για δεκαετίες έμεναν στο περιθώριο της επίσημης μνήμης. Όμως, αυτή η ίδια ήπειρος υπήρξε και ο χώρος όπου γεννήθηκε η ανάγκη να εξετάζουμε τα λάθη μας με ειλικρίνεια, να τα φέρνουμε στο φως, να τα συζητάμε δημόσια και να τα μετατρέπουμε σε μάθημα. Από τα μουσεία που επανεξετάζουν τις συλλογές τους και επιστρέφουν κλεμμένα τεκμήρια, μέχρι τα προγράμματα εκπαίδευσης που ενσωματώνουν πλέον την κριτική της αποικιοκρατίας, η Ευρώπη δείχνει μια σπάνια ικανότητα, να στρέφει το βλέμμα της προς τις σκοτεινές σελίδες της ιστορίας της και να τις αντιμετωπίζει όχι με άρνηση, αλλά με διάλογο, αυτοκριτική και πρόθεση για αποκατάσταση. Καμία ήπειρος δεν έχει ολοκληρώσει αυτό το έργο —ούτε η Ευρώπη— αλλά ελάχιστες έχουν τόσο θεσμικά, πολιτικά και κοινωνικά ενσωματώσει την ανάγκη για αυτοαναστοχασμό. Αυτή η διαδικασία, όσο δύσκολη κι αν είναι, αποτελεί ίσως ένα από τα μεγαλύτερα σημεία ωριμότητας της ευρωπαϊκής ταυτότητας, την αναγνώριση ότι μόνο όποιος θυμάται και κρίνει το παρελθόν του μπορεί να χτίσει ένα μέλλον πιο δίκαιο και πιο ανθρώπινο.

Η περίοδος που διανύουμε είναι δύσκολη για τον πλανήτη γεμάτη προκλήσεις και διλλήματα. Όταν σε τέτοιο περιβάλλον η Ευρώπη παραπατά, όταν διστάζει, όταν μοιάζει να χάνει τον προσανατολισμό της, αυτό που χάνεται δεν είναι μια θεσμική δομή αλλά ένα βαθύτερο κομμάτι ταυτότητας, σαν να ραγίζει ο χώρος όπου συνυπάρχουν οι προσδοκίες και οι αναμνήσεις μας. Οι ρίζες αυτού του αισθήματος βρίσκονται στη μακρά συνάντηση πολιτισμών και ιδεών που διαμόρφωσαν την ήπειρο, από την Αναγέννηση που ξανάβαλε τον άνθρωπο στο κέντρο, μέχρι τον ανθρωπισμό, τον Διαφωτισμό και τις σύγχρονες αξίες της δημοκρατίας, της αλληλεγγύης και της ειρηνικής συνεργασίας.

Νιώθουμε Ευρωπαίοι γιατί, με έναν τρόπο σχεδόν υπαρξιακό, έχουμε μάθει να σκεφτόμαστε με όρους κοινού πεπρωμένου. Κι αυτό είναι που κάνει την παρούσα κρίση πιο οδυνηρή αλλά και πιο επιτακτική, μας υπενθυμίζει πως η ευρωπαϊκή ταυτότητα δεν είναι κάτι αυτονόητο ούτε αυτοσυντηρούμενο. Είναι μια ζωντανή υπόθεση που χρειάζεται συνεχή φροντίδα, ανανέωση και συνειδητή μετάδοση στις επόμενες γενιές. Μόνο έτσι μπορεί να παραμείνει ανθεκτική και να διατηρήσει τον βαθύτερο ανθρωπιστικό της πυρήνα μέσα σε έναν κόσμο που αλλάζει με ρυθμούς που δεν συγχωρούν την αδράνεια.

Η «Πελοπόννησος» και το pelop.gr σε ανοιχτή γραμμή με τον Πολίτη

Η φωνή σου έχει δύναμη – στείλε παράπονα, καταγγελίες ή ιδέες για τη γειτονιά σου.

Viber: +306909196125