Πάτρα – Covid 19: Τι έφταιξε για τη μαύρη λίστα των θανάτων;

Ο Ιανουάριος αποδείχτηκε ο χειρότερος μήνας σε θανάτους από την αρχή της πανδημίας για την Ελλάδα. Συγκεκριμένα κατέγραψε 2.710 θανάτους, ενώ το τελευταίο τρίμηνο έχουν καταγραφεί 7.562 θάνατοι.

covid

Το τέταρτο κύμα της πανδημίας κατέγραψε τους πιο σκληρούς δείκτες κρουσμάτων και κυρίως θανάτων στη χώρα μας. Το πρώτο δίμηνο του 2022 οι θάνατοι δεν έπεσαν κάτω από 100 σε ημερήσια βάση.

Η χώρα μας κατέγραψε 95 θανάτους ανά 100.000 κατοίκους, όταν σε άλλες χώρες (Ιταλία –Πορτογαλία) η αντιστοιχία ήταν 45 θάνατοι ανά 100.000 κατοίκους.

Ο Ιανουάριος αποδείχτηκε ο χειρότερος μήνας σε θανάτους, από την αρχή της πανδημίας, για την Ελλάδα. Συγκεκριμένα, κατέγραψε 2.710 θανάτους, ενώ το τελευταίο τρίμηνο έχουν καταγραφεί 7.562 θάνατοι.

Μπορεί η μελέτη Τσιόρδα – Λύτρα, πριν από μερικούς μήνες, για τους αυξημένους θανάτους από κορονοϊό στη χώρα μας, με σημείο αιχμής τη διασωλήνωση ασθενών εκτός ΜΕΘ, την υποστελέχωση των Μονάδων και την έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού, να προκάλεσε αντιδράσεις, αλλά τα στοιχεία που προκύπτουν από τα δύο χρόνια της πανδημίας, την επιβεβαιώνουν. Την επιβεβαιώνουν και οι καθημερνές περιγραφές γιατρών και νοσηλευτών που υπηρετούν στο πιο κρίσιμο πεδίο της πανδημίας.

Στις ΜΕΘ Κορονοϊού του ΠΓΝΠ και του «Αγίου Ανδρέα», τα ποσοστά θανάτων ήταν αντίστοιχα με αυτά που κατεγράφησαν πανελλαδικά. Δηλαδή, ξεπέρασαν το 75% με τα μεγαλύτερα ποσοστά να έχουν καταγραφεί τον Δεκέμβριο του 2021 και τον Ιανουάριο του 2022.

Ο πίνακας που παραθέτουμε για τις εισαγωγές και τους θανάτους από κορονοϊό στη ΜΕΘ του «Αγίου Ανδρέα», από τον Απρίλιο του 2021 έως τον Ιανουάριο του 2022, είναι ενδεικτικός.

Αντίστοιχα στοιχεία αναζητήσαμε και από το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Πατρών, αλλά ο αναπληρωτής διοικητής του νοσοκομείου, Δημήτρης Μπάκος, μας ανέφερε ότι πρόκειται για προσωπικά δεδομένα.

ΦΩΤΕΙΝΗ ΦΛΙΓΚΟΥ: Πράγματι τα ποσοστά είναι υψηλά

«Από τον Σεπτέμβριο του 2021, μέχρι σήμερα, η ΜΕΘ Κορονοϊού του νοσοκομείου μας έχει πληρότητα 100%», μας είπε η αναπληρώτρια καθηγήτρια και διευθύντρια της ΜΕΘ του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Πατρών, Φωτεινή Φλίγκου.

Η ίδια ερωτώμενη για τα ποσοστά θανάτου μας απάντησε: «Πράγματι τα ποσοστά είναι υψηλά». Στο ερώτημά μας, εάν αυτό οφείλεται στις ελλείψεις προσωπικού ή στη στελέχωση των ΜΕΘ με μη εξειδικευμένο προσωπικό, η κ. Φλίγκου τονίζει:

«Εμείς έχουμε μία διαφοροποίηση στο 4ο κύμα από τα τρία πρώτα κύματα. Κι αυτή η διαφοροποίηση αφορά την βαρύτητα των περιστατικών. Στο 4ο έχουμε περισσότερους θανάτους, διότι τα περιστατικά που μας έρχονται είναι πολύ βαριά. Είναι κυρίως ηλικιωμένοι ασθενείς, ανεμβολίαστοι που έχουν καθυστερήσει να δεχτούν ιατρική βοήθεια. Επίσης, είναι περιστατικά με βαρύ ιατρικό ιστορικό. Για παράδειγμα, αυτή τη στιγμή νοσηλεύουμε 13 περιστατικά, εκ των οποίων, όμως, τα τέσσερα είναι πολύ σοβαρά από άλλες ασθένειες (έμφραγμα, καρκίνο ήπατος κ.ά.). Απλώς, τα περιστατικά αυτά που ήταν ήδη βαριά, διαγνώστηκαν και με κορονοϊό. Κι αυτό δεν αφορά μόνο τη δική μας ΜΕΘ, αλλά είναι πανελλαδικό».

Ειδικότερα, για την εκπαίδευση του προσωπικού και την επαρκή στελέχωση των Μονάδων, η κ. Φλίγκου σημειώνει:

«Το προσωπικό μας είναι το ίδιο που έχει εργαστεί και αντιμετωπίσει και τα τέσσερα κύματα της πανδημίας. Αυτό σημαίνει ότι σε αυτό το κύμα που ήταν πιο δύσκολο, το προσωπικό μας είναι ακόμα πιο έμπειρο. Σίγουρα, υπάρχει τρομερή κούραση και εξάντληση. Οπως σας ανέφερα και στην αρχή της κουβέντας μας, η πληρότητα από τον περασμένο Σεπτέμβριο είναι πάνω από το 100%».

Συμπερασματικά και ως επιστέγασμα αυτής της δύσκολης διετίας, η κ. Φλίγκου παρατηρεί: «Πρέπει να διατηρηθούν οι κλίνες ΜΕΘ που αναπτύχθηκαν σε όλα τα νοσοκομεία, διότι ποτέ δεν γνωρίζουμε τι μας περιμένει την επόμενη μέρα. Παράλληλα, όμως, το προσωπικό θέλει εκπαίδευση. Για παράδειγμα, ένας γιατρός χρειάζεται δύο χρόνια εκπαίδευσης κι ένας νοσηλευτής ένα χρόνο, ώστε να εργαστούν σε ΜΕΘ. Πρέπει να δοθούν περαιτέρω κίνητρα σε γιατρούς και νοσηλευτές. Το θέμα έθεσε πρόσφατα και η Ελληνική Εταιρεία Εντατικής Θεραπείας στην ηγεσία του υπουργείου Παιδείας, διότι η εντατικολογία τείνει να καταστεί άγονη ως ειδικότητα. Η Εταιρεία μας ζήτησε να θεσπιστούν κίνητρα για τους γιατρούς και τους νοσηλευτές, ώστε να εκπαιδευτούν και να στελεχώσουν τις ΜΕΘ».

ΚΩΣΤΑΣ ΔΡΑΓΩΤΗΣ: Τρεις γιατροί αντί για εννέα 

Ο διευθυντής της ΜΕΘ του «Αγίου Ανδρέα» και εκπρόσωπος των γιατρών στο ΔΣ του νοσοκομείου, Κώστας Δραγώτης, απαντώντας σε σχετικό ερώτημά μας εστιάζει στο πρόβλημα της υποστελέχωσης των ΜΕΘ και στη μη εξειδίκεση του προσωπικού.

«Η λειτουργία των ΜΕΘ δεν μπορεί να στηριχτεί σε μη εξειδικευμένο προσωπικό. Αυτό είναι πολύ βασικό και καθοριστικό. Από κει και πέρα πρέπει να υπάρχει ικανός αριθμός προσωπικού. Για παράδειγμα, στη δική μας ΜΕΘ με βάση τον αριθμό των ασθενών, έπρεπε να υπάρχουν 8 – 9 γιατροί και είμαστε τρεις. Σε επίπεδο νοσηλευτικού προσωπικού ο κάθε ασθενής θα πρέπει ιδανικά να έχει τον δικό του νοσηλευτή, ώστε να μην αναγκάζεται ο ένας να φροντίζει ταυτόχρονα πολλούς ασθενείς κι έτσι να μεταφέρει τα μικρόβια από τον ένα στον άλλο».

Σε ότι αφορά το επικουρικό προσωπικό, με το οποίο στελεχώθηκαν αυτή τη δύσκολη διετία τα νοσοκομεία, ο κ. Δραγώτης παρατηρεί: «Ηρθε επικουρικό προσωπικό, αλλά ήταν άπειρο. Σε μία τέτοια δύσκολη συνθήκη, δεν μπορείς να στηριχτείς σε προσωπικό που δεν είναι εκπαιδευμένο και έμπειρο. Για παράδειγμα, από τη δική μας Μονάδα μπήκε σε αναστολή ένας σημαντικός αριθμός πολύ έμπειρων εργαζομένων που ήταν ανεμβολίαστοι. Αυτοί οι εργαζόμενοι δεν μπορούν να αντικατασταθούν από επικουρικό προσωπικό που έρχεται με μία σύμβαση. Πρέπει να υπάρξει κρατική μέριμνα, ώστε να εξασφαλιστεί για τις ΜΕΘ ικανός αριθμός άρτια εκπαιδευμένου προσωπικού».

ΑΛΕΞΗΣ ΤΡΙΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Επιβεβαίωση μελέτης Τσιόδρα

«Η ανάγνωση των στοιχείων, που βγαίνουν από τις ΜΕΘ Covid επιβεβαιώνει τη στατιστική της μελέτης Τσιόδρα. Παρατηρούμε, ότι εκτός εντόνου κύματος η θνητότητα είναι 50%. Στις περιόδους έξαρσης φτάνει το 72% σε επίπεδο ΜΕΘ. Η συνολική θνητότητα είναι 85%, αν προσθέσουμε κι αυτούς που πεθαίνουν εκτός ΜΕΘ, αλλά εντός του νοσοκομείου. Στη χώρα μας χτυπάει κόκκινο, όταν ξεπερνάμε το 70% τη στιγμή που στη Μεγάλη Βρετανία χτυπάει κόκκινο, όταν η θνητότητα ξεπερνάει το 30%», επισημαίνει ο διευθυντής ΕΣΥ Αναισθησιολογίας, Αλέξης Τριαντόπουλος.
Ο ίδιος επισημαίνει ότι «η μελέτη Τσιόρδα ανέδειξε ως αίτια της υψηλής θνησιμότητας τις ελάχιστες κλίνες ΜΕΘ, που διαθέτει η χώρα και την έλλειψη προσωπικού. Το επίπεδο της εκπαίδευσης του προσωπικού είναι ένα άλλο κεφάλαιο που πρέπει να μελετηθεί σε δεύτερο χρόνο».