Θέατρο: Ο διαχρονικός κύριος Μέντης

Θέατρο: Ο διαχρονικός κύριος Μέντης

Ηταν καλοκαίρι του 1963, όταν ο ξεχωριστός Μέντης Μποστ(αντζόγλου) έγραφε με κέφι τη θρυλική του «Φαύστα», συνεπής στο ιδιότυπο και αναγνωρίσιμο ύφος του, που ξεχειλίζει από σκόπιμους σολοικισμούς, συμφύρει με μαεστρία λόγιες και λαϊκές εκφράσεις και αναμιγνύει διαφορετικές ιστορικές περιόδους, δημιουργώντας ένα απαράμιλλο σκηνικό παιγνίδι με στόχο τον υπόγειο σχολιασμό της κοινωνικής υποκρισίας και της ιστορίας μας.

Σ’ αυτή τη μουσική κωμωδία το γκροτέσκο πνεύμα είναι διάχυτο, το θεατρικό σύμπαν μοιάζει παράλογο και οι καταστάσεις, που περιγράφονται, φανερά αφύσικες και εξωπραγματικές σε τέτοιο σημείο που ο Θανάσης Παπαγεωργίου – ηθοποιός και σκηνοθέτης, που υπηρέτησε την μποστική θεατρική παραγωγή με ασκητική αφοσίωση όσο κανένας άλλος – να χαρακτηρίζει τον μοναδικής εμβέλειας και οξυδέρκειας συγγραφέα της «μεταμοντέρνο πριν από τον μεταμοντερνισμό». Και όμως ο σουρεαλισμός του αποδεικνύεται διακαιρικός καθώς ταίριαζε και ταιριάζει γάντι με την ελληνική πραγματικότητα μέχρι τις μέρες μας.

Οι κεντρικοί ήρωες, η Φαύστα, μια αφελής, επιδεικτική μικροαστή και ο άνδρας της, ένας μανιώδης ψαράς, ζουν το σουρρεαλιστικό δράμα τους σε μια εποχή που παραπέμπει, σύμφωνα με τις κειμενικές αναφορές, στα τέλη του 19ου αι. Χάνουν το Ριτσάκι τους στη θάλασσα, μένοντας αδιάφοροι αλλά το ξαναβρίσκουν στη κοιλιά ενός μεγάλου ψαριού που συλλαμβάνει ο Γιάννης. Δεν προλαβαίνουν όμως να το χαρούν, γιατί εκείνο αμελώντας να πλυθεί – «μοσκοβολώντας φύκια και λιθρίνους» – φαγώνεται από τις άκαρδες γάτες. Μια οικογένεια, που έχει βιώσει ανάλογο δράμα, επισκέπτεται το ιλαροτραγικό ζευγάρι για να ζητήσει το Ριτσάκι σε γάμο με τον ομοιοπαθή γιο τους, είναι όμως αργά γι’ αυτό και απέρχονται άπραγοι.

Οσο και αν στην «Φαύστα» ή αλλιώς στην «Απωλεσθείσα Κόρη» δεν υπάρχει εμφανώς κεντρική θέση, ο προσεκτικός θεατής αντιλαμβάνεται ότι ο δαιμόνιος Μποστ διακωμωδεί την ιδέα του θανάτου και ριμάρει υποδόρια μέσα από τον απολαυστικό του δεκαπεντασύλλαβο, διασύροντας την καθαρεύουσα και κριτικάροντας τα θέσφατα της ελληνικής οικογένειας, ειρωνευόμενος την μικροαστική σοβαροφάνεια και επιτιθέμενος στη παγιωμένη κοινωνική λογική του νεοπλουτισμού, της ξενομανίας και της ημιμάθειας.

Από το στόχαστρο του μοναδικού κυρίου Μέντη δεν περνούν μόνο η ορθογραφία και η γραμματική της καθαρεύουσας (προς γελοιοποίησή της η αστεία γενική «εν τω μέσω του σαλόνος» που ξεστομίζει η Φαύστα) ούτε μόνον τα ελαττώματα του Ελληνα, που στάθηκαν τροχοπέδη στην εξέλιξή του. Είναι και τα κουσούρια της ελληνικής πολιτικής ζωής, που προκαλούν την αιχμηρή του πένα. Γι’ αυτό και η αναφορά στη φοροαπαλλαγή των πλουσίων στην Κίνα εκείνου του καιρού, με όχημα το Ριτσάκι του, που ταξιδεύοντας μέσα στη κοιλιά του ψαριού γνώρισε τον κόσμο («οι πλούσιοι που ζουν εκεί πάντα απαλλαγούνται / ουδείς τους ενοχλεί και δεν φορολογούνται / πληρώνουν μόνον οι πτωχοί και μάλιστα βαρέως). Πόσο τραγικά προφητικός ηχεί ο λόγος του εξήντα χρόνια μετά…!

Από τον χρόνο της δημιουργίας της μέχρι σήμερα η «Φαύστα» παίζεται και ξαναπαίζεται από όλων των ειδών τα θεατρικά σχήματα: Κρατικά, δημοτικά, ερασιτεχνικά, φοιτητικά, έχοντας στο ενεργητικό της μια ασυναγώνιστη σε ποσότητα παραστασιογραφία. Δικαιωματικά και ιστορικά την πρωτοκαθεδρία σε αυτήν έχουν οι παραστάσεις του θεάτρου «Στοά» και της ψυχής του Θανάση Παπαγεωργίου, ενός θεάτρου που έγινε συνώνυμο της θεατρικής παραγωγής του Μποστ, με τον οποίο η συνεργασία άρχισε ήδη από το 1987 και η παράσταση της «Φαύστας» για τα 40 χρόνια δημιουργίας του, με τη Λήδα Πρωτοψάλτη στον ομώνυμο ρόλο, εγγράφεται στα νεότερα ελληνικά θεατρικά χρονικά.

Σημαντικές επίσης προσεγγίσεις της σαρκαστικής ιλαροτραγωδίας θεωρείται αυτή του Κώστα Τσιάνου στο «Θεσσαλικό Θέατρο», του οποίου ο Μποστ υπήρξε ιδρυτικό μέλος, της Μάρθας Φριντζήλα, με την Ελένη Κοκκίδου ως Φαύστα να παίζει και να άδει «μποστικώς» με κωμική σοβαρότητα, αλλά και εκείνη της Σοφίας Φιλιππίδου με τη φοιτητική θεατρική ομάδα Τ3ΧΝΗ στο ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης.

Από τον χορό των παραστάσεων του θρυλικού έργου ανά την επικράτεια δεν θα μπορούσε να λείπει η Πάτρα με δύο σκηνικές αναγνώσεις του: Το 2014 από τη μακροημερεύουσα ΘΟΕΠΠ (Θεατρική Ομάδα Εργαζομένων Πανεπιστημίου Πατρών) με τη σκηνοθετική καθοδήγηση του Διονύση Βούλτσου, σε μια εύρυθμη και ευφρόσυνη παράσταση και στις μέρες μας από τη θεατρική ομάδα εκπαιδευτικών «ΡΩΓΜΗ» με τον Περικλή Βασιλόπουλο στο τιμόνι της σκηνοθεσίας και την Εφη Μυλωνά στον ομώνυμο ρόλο, που ολοκλήρωσε με επιτυχία τις παραστάσεις της στη σκηνή του θεάτρου «Επίκεντρο».

«Ενα έργο αυξομειούμενον κατά τη διάρκειαν, κατάλληλον δι’ όλους τους θιάσους και δι’ όλας τας σκηνάς, πράγμα που ουδείς συγγραφεύς κατάφερε εις την παγκόσμιον δραματουργίαν», έγραφε περήφανος ο Μποστ το 1964 για την ιδιόμορφη και αγέραστη μέσα στον χρόνο «Φαύστα» του.

Όλες οι ειδήσεις άμεσα μέσα από το Google News. Κάντε κλικ εδώ και κάντε εγγραφή

Άμεση ενημέρωση με όλες τις ειδήσεις τώρα και μέσω WhatsApp - Δες εδω


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ