Κατάπαυση του πυρός ή διπλωματική παγίδα; Η Ρωσία καθορίζει τους όρους του «παιχνιδιού»

Η πρωτοβουλία για κατάπαυση του πυρός στην Ουκρανία έφερε τις ΗΠΑ και την Ευρώπη σε μια σπάνια κοινή στρατηγική. Ωστόσο, η αντίδραση της Ρωσίας δεν άφησε κανένα περιθώριο αισιοδοξίας. Ο Βλαντιμίρ Πούτιν αποδέχεται τη διακοπή των εχθροπραξιών – αλλά με τους δικούς του όρους, δημιουργώντας ένα νέο διπλωματικό θρίλερ που εξελίσσεται μπροστά στα μάτια της διεθνούς κοινότητας.

Πούτιν

Για πρώτη φορά, ο πρόεδρος των ΗΠΑ και οι Ευρωπαίοι ηγέτες εμφανίστηκαν ενωμένοι, δηλώνοντας ότι η απόφαση για το μέλλον του πολέμου στην Ουκρανία βρίσκεται στα χέρια της Ρωσίας. Με την Ουάσιγκτον και το Κίεβο να συμφωνούν σε 30ήμερη κατάπαυση του πυρός, η παγκόσμια κοινότητα περίμενε την απάντηση του Κρεμλίνου.

Ο Ρώσος πρόεδρος, ωστόσο, έκανε αυτό που ξέρει καλύτερα: δεν είπε ούτε «ναι» ούτε «όχι». Σε δηλώσεις του στο Κρεμλίνο, καθισμένος δίπλα στον Λευκορώσο ηγέτη Αλεξάντερ Λουκασένκο, ο Πούτιν αποδέχτηκε μεν την ιδέα της εκεχειρίας, αλλά έθεσε νέους όρους, απαιτώντας από τη Δύση να σταματήσει την ενίσχυση της Ουκρανίας με όπλα και να αποκλείσει κάθε δυνατότητα επανεξοπλισμού της.

«Ναι, αλλά…» – Η ρωσική στρατηγική της χρονοτριβής

Το μήνυμα του Πούτιν ήταν σαφές: Η Ρωσία δεν θα σταματήσει να εξοπλίζεται, ενώ η Ουκρανία δεν επιτρέπεται να προετοιμαστεί για το ενδεχόμενο μιας νέας κλιμάκωσης. Ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι χαρακτήρισε την απάντηση του Ρώσου ηγέτη «χειριστική», κατηγορώντας τον ότι επιχειρεί να καθυστερήσει τη διαδικασία για να κερδίσει χρόνο και να ανασυντάξει τις δυνάμεις του.

Η αναφορά του Πούτιν ότι «η κατάπαυση του πυρός είναι καλή ιδέα, αλλά υπό όρους» θεωρήθηκε από τους αναλυτές ως κλασική διπλωματική τακτική της Μόσχας: δεν απορρίπτει ανοιχτά την πρωτοβουλία, αλλά την τροποποιεί ώστε να εξυπηρετεί τα στρατηγικά της συμφέροντα.

Η σκιά του Τραμπ στις εξελίξεις

Το πολιτικό σκηνικό περιπλέκεται ακόμη περισσότερο από τη στάση του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος διαμόρφωσε μια αμφίσημη αμερικανική εξωτερική πολιτική, κρατώντας αποστάσεις από τους συμμάχους των ΗΠΑ και δίνοντας έμμεσα πλεονέκτημα στη Μόσχα. Το γεγονός αυτό κάνει τον Πούτιν να προσπαθεί να ελιχθεί ανάμεσα στη διατήρηση των δεσμών του με τον Τραμπ και στην ανάγκη να δείξει πως έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων στον πόλεμο.

Ο πολιτικός αναλυτής Αντρέι Κολέσνικοφ δήλωσε ότι «ο Πούτιν χρησιμοποιεί τη στρατηγική του “ναι μεν, αλλά” για να καθυστερήσει τη διαδικασία και να εξαντλήσει τις αντοχές της Δύσης».

Η Ουκρανία πιέζεται, η Ρωσία κερδίζει χρόνο

Η πρόταση για την εκεχειρία βασίζεται σε δύο εκ διαμέτρου αντίθετες προσεγγίσεις: η Ουκρανία επιθυμεί μια σταδιακή ειρηνευτική διαδικασία με εγγυήσεις ασφαλείας από τη Δύση, ενώ η Ρωσία ζητά άμεσες και συνολικές παραχωρήσεις προτού σταματήσουν οι εχθροπραξίες.

Η Washington Post, επικαλούμενη πληροφορίες των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών, αποκάλυψε ότι ο Πούτιν δεν έχει εγκαταλείψει το σχέδιό του για πλήρη στρατιωτική επικράτηση στην Ουκρανία, γεγονός που καθιστά δύσκολη την επίτευξη μιας πραγματικής ειρήνης.

Το διπλωματικό αδιέξοδο και η επόμενη μέρα

Ο Ντόναλντ Τραμπ φέρεται να έχει υιοθετήσει μια «διαπραγματευτική» στάση απέναντι στον Πούτιν, προσφέροντάς του οικονομικά κίνητρα, ενώ την ίδια στιγμή ασκεί πιέσεις στον Ζελένσκι για υποχωρήσεις. Ωστόσο, αν ο Πούτιν εκλάβει τις αμερικανικές κινήσεις ως αδυναμία, μπορεί να επιμείνει ακόμη περισσότερο στους όρους του, επιμηκύνοντας τον πόλεμο.

Η διπλωματική πίεση αυξάνεται, με τη Βρετανία και τη Γαλλία να προτείνουν επιπλέον εγγυήσεις ασφαλείας στην Ουκρανία. Η Γερμανία και η Τουρκία διατηρούν επιφυλάξεις, καθώς φοβούνται ότι οποιαδήποτε εκεχειρία χωρίς σαφείς όρους μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τη Ρωσία για περαιτέρω στρατιωτική προετοιμασία.

Το μεγάλο ερώτημα

Καθώς η Ουάσιγκτον περιμένει την επίσημη απάντηση του Κρεμλίνου, το ερώτημα παραμένει: πρόκειται για μια ειλικρινή προσπάθεια ειρήνευσης ή για μια ακόμη ρωσική κίνηση τακτικής; Η επόμενη κίνηση του Πούτιν θα δείξει αν όντως υπάρχει πρόθεση για λύση ή αν απλώς κερδίζει χρόνο για την επόμενη φάση του πολέμου.