Ο θησαυρός των Πατρών: Η επανακομιδή της κάρας του Aποστόλου Ανδρέα

κάρα

Το ρολόι έδειχνε 3.42 μεσημέρι Σαββάτου 26 Σεπτεμβρίου 1964. Το αεροπλάνο που μετέφερε την Τιμία Κάρα και την αντιπροσωπεία του Βατικανού προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο του Αράξου με μισή ώρα καθυστέρηση. Πάνω από την Αδριατική και το Ιόνιο επικρατούσε σφοδρή κακοκαιρία.

κάρα

Αντίθετα με τον καιρό στις καρδιές των πιστών της Πάτρας, όπου φυσούσε αύρα καλοκαιρινή. «Εξαρσις της πίστεως και της θρησκευτικής ευλάβειας του λαού, συγκινητικαί ανταλλαγείσαι προσφωνήσεις την ώρα της παραδόσεως» αναφέρει στην πρώτη της σελίδα η «ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ» στις 27 Σεπτεμβρίου 1964.

Πενήντα χρόνια μετά η αποδελτίωση των όσων ειπώθηκαν, από τους πρωταγωνιστές, δεν φέρουν μόνο το βάρος ενός σημαντικού ιστορικού γεγονότος, αλλά και την προσπάθεια καλλιέργειας πνεύματος συμφιλιώσεως ανάμεσα στις δύο Εκκλησίες.

Παράλληλα εκείνα τα γεγονότα αποτέλεσαν το εφαλτήριο για ένα νέο σταθμό της “Π”, το ένθετο “Επιλογές” που ξεκίνησε στις 27 Σεπτεμεβρίου 2014

Σαν στιγμές από παλιά ταινία, γυρίζουμε τον χρόνο πίσω για να ζωντανέψουμε το ρεπορτάζ.

Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΑΠΑ

Στο πλαίσιο λοιπόν της ενότητας του χριστιανικού κόσμου και της δημιουργίας καλού κλίματος μεταξύ ορθοδοξίας και καθολικισμού εργάστηκαν με ζήλο και επιτυχία οι προκαθήμενοι των δυο Εκκλησιών, ο οικουμενικός πατριάρχης Αθηναγόρας και ο πάπας Παύλος ΣΤ’. Οι δύο αυτές προσωπικότητες συντέλεσαν στο να επέλθει η προσέγγιση των Εκκλησιών, να δημιουργηθεί κλίμα φιλίας και συναδέλφωσης, ύστερα μάλιστα από την ιστορική τους συνάντηση στα Ιεροσόλυμα (1963), την άρση των αναθεμάτων (1965) και τις συναντήσεις Πάπα και Πατριάρχη στην Κωνσταντινούπολη και τη Ρώμη (1967).

Εγκαινιάσθηκε έτσι η εποχή της καταλλαγής και του διαλόγου της αγάπης. Καρπός της πρώτης βαθμίδας καταλλαγής υπήρξε η επιστροφή στην Ελλάδα ιερών λειψάνων που για αιώνες φυλάσσονταν στη ∆ύση. Ανάμεσα στα λείψανα που επιστράφηκαν στον τόπο προέλευσής τους ήταν η Κάρα του Απόστολου Ανδρέα (1964), το σκήνωμα του Σάββα του Ηγιασμένου (1965), η Κάρα του Αγίου Τίτου (1966), μέρος των λειψάνων του Αγίου Ισίδωρου στη Χίο (1967), του Αγίου Κύριλλου (1974) και του Αγίου ∆ημητρίου (1980). Η επιστροφή των λειψάνων αποτέλεσε το «προοίμιο» του θεολογικού διαλόγου Ανατολής και ∆ύσης.

Ο πάπας Παύλος ΣΤ’ ανακοίνωσε επίσημα την απόφασή του για επιστροφή της Κάρας του Πρωτοκλήτου στην Πάτρα, κατά τη διάρκεια εργασιών του Ιερού Κολλεγίου των Καρδιναλίων (23.6.1964). Στην ομιλία του τόνισε πως κύριο μέλημά του υπήρξε η συνέχιση του έργου της Β’ Βατικα- νής Οικουμενικής Συνόδου, συνδέοντας έτσι την ενέργεια της επαναφοράς με τις αποφάσεις της Συνόδου.

Ο Ποντίφικας ανέφερε επίσης πως η Κάρα θα μεταφερόταν στην Πάτρα με ειδική αντιπροσωπεία, αφού πρώτα γινόταν αντικείμενο προσκυνήματος από τους 2.000 και πλέον ρωμαιοκαθολικούς επισκόπους που θα μετέβαιναν στο Βατικανό επ’ ευκαιρία της έναρξης της Γ’ Συνόδου του Οικουμενικού Συμβουλίου (Σεπτέμβριος 1964). Η παραμονή της Κάρας του Αγίου Ανδρέα διήρκεσε εκτός Πατρών 504 χρόνια (1460-1964). Εως τη στιγμή της επαναφοράς της στην αχαϊκή πρωτεύουσα, η χρυσή λειψανοθήκη του Αποστόλου Ανδρέα δεν ήταν κενή. Περιείχε ένα μικρό κομμάτι από το δάκτυλο του Πρωτοκλήτου, το οποίο είχε προσφέρει τον Νοέμβριο του 1847 ένας Ρώσος ευγενής, ο Ανδρέας Μουράβιεφ. Εκατό χρόνια αργότερα (1957) ο Θεόκλητος, άλλοτε Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, πρόσφερε άλλο ένα μικρό κομμάτι δακτύλου.

κάρα κάρα κάρα

Ο καθολικός κληρικός κ. Ντυμπρέ διάβασε στα Ελληνικά το διάγγελμα του πάπα Παύλου του 6ου για την παράδοση της σεπτής Κάρας του Πρωτοκλήτου των Αποστόλων στην πόλη των Πατρών