Πίτσα, σάτιρα και social media: Ποιος βάζει τα όρια στο χιούμορ;

Η απόφαση γνωστής αλυσίδας πίτσας να διακόψει τη συνεργασία της με τον Πάρι Ρούπο, έπειτα από σχόλια που έκανε σε stand-up παράσταση, ανοίγει ξανά τη συζήτηση για τα όρια του χιούμορ, τη δύναμη των social media και το πόσο εύκολα μια εταιρεία μπορεί να θυσιάσει έναν συνεργάτη στον βωμό της εικόνας της.

Πίτσα, σάτιρα και social media: Ποιος βάζει τα όρια στο χιούμορ;

Ας ξεκινήσουμε με ένα δεδομένο: ότι δηλαδή το stand-up comedy δεν έχει φτιαχτεί για τους ευαίσθητους και για να χαϊδεύει αυτιά αλλά για να προκαλεί και να θίγει θέματα ταμπού, αλλά και να εκθέτει τον παραλογισμό της κοινωνίας. Και αν κάποιος δεν το πιστεύει, φτάνει να δει κάποια βίντεο από παλαιότερες, αμερικανικές και ευρωπαϊκές παραστάσεις stand-up comedy για να καταλάβει το ύφος του συγκεκριμένου είδους.

Έτσι λοιπόν, ο κωμικός ανεβαίνοντας στην σκηνή, αυτό έχει ως στόσο: να παίξει με τα όρια και κάποιες φορές να τα ξεπεράσει, φτάνοντας εκεί που άλλοι διστάζουν. Όμως, αυτό που μας έδειξε η πρόσφατη υπόθεση του Πάρι Ρούπου, με γνωστή αλυσίδα πίτσας να διακόπτει άμεσα την συνεργασία της μαζί του, είναι ότι αυτή η ισορροπία ανάμεσα στην τέχνη και το εμπορικό συμφέρον είναι τελικά πολύ εύθραυστη.

Ο Πάρις Ρούπος δεν ανακάλυψε τον τρόπο. Δεν είναι ο πρώτος, ούτε θα είναι ο τελευταίος, που χρησιμοποιεί αιχμηρό, ίσως πολύ αιχμηρό, λόγο. Και αυτό ακριβώς είναι η σάτιρα. Είναι η υπερβολή, το να τραβάς το σκοινί μέχρι να σπάσει και κάπου εκεί να «σκάει» το αστείο. Στην συγκεκριμένη του παράσταση στα Λιπάσματα, ο Πάρις Ρούπος αναφέρθηκε σε εθνικά σύμβολα, στους ναζί, ακόμα και στην δολοφονία του Κερκ. Υπήρξαν θεατές που γέλασαν άλλοι εξοργίστηκαν, όπως άλλωστε είναι και το φυσιολογικό. Τίποτα δεν είναι για όλους. Και μιλάμε για μία παράσταση, μία ελεύθερη έκφραση και όχι για ένα διαφημιστικό σποτ.

Και εδώ, για άλλη μια φορά, έχουμε το λαϊκό δικαστήριο που το λέμε social media. Μέσα σε λίγες ώρες, το επίμαχο απόσπασμα της παράστασης έγινε viral με τα σχόλια να παίρνουν φωτιά και πολλούς να ζητούν «απόλυσή» του, κάτι που έγινε και μάλιστα άμεσα. Η γνωστή εταιρία, φοβούμενη τη ζημιά στην εικόνα τους, καθώς δεν ήταν λίγοι αυτοί που καλούσαν σε… μποϊκοτάζ της αν συνεχίσει να συνεργάζεται με τον γνωστό κωμικό, διέκοψε τη συνεργασία της μαζί του, με μία ανακοίνωση στην οποία ανέφερε ότι δεν ανέχεται «ανάρμοστη χρήση εθνικών συμβόλων και ιστορικών γεγονότων».

Εδώ μπαίνει ένα απλό ερώτημα: τι είναι το «ανάρμοστο» και ποιος το ορίζει; Μήπως αυτοί που χειροκροτούσαν στην παράσταση ή αυτοί που φώναζαν μέσω διαδικτύου; Και μπορεί μία εταιρία να κρίνει τα όρια της σάτιρας, τα οποία ακόμα και σήμερα, εν έτη 2025 τα αναζητούμε;

Φτάνουμε λοιπόν σε ένα σημείο δύσκολο… Οι καλλιτέχνες και δη οι κωμικοί αναγκάζονται να ζουν με τον φόβο πως το κάθε τους αστείο ίσως τους κοστίσει μία δουλειά ή ακόμα και ένα συμβόλαιο. Και αν συμβεί αυτό, αν το stand – up ξεκινήσει να αυτολογοκρίνεται, που οδηγούμαστε; Σε ένα χιούμορ, χλιαρό κάποιες φορές, που δεν θίγει και ενοχλεί κανέναν; Και τότε τι γίνεται;

Η συγκεκριμένη περίπτωση δεν είναι μοναδική… Άλλωστε ζούμε στην εποχή του cancel culture και ένα βίντεο μερικών δευτερολέπτων ή λίγων λεπτών αρκεί για να γίνει η «ζημιά». Μην ξεχνάμε πως το κέρδος πάντα μπαίνει πάνω από την ελευθερία έκφρασης. Αυτοί είναι οι κανόνες του marketing, βάση των οποίων λειτουργούν οι εταιρίες. Και όσο και αν αυτό είναι κατανοητό, άλλο τόσο είναι και πρόβλημα

Γιατί στην τελική, με τέτοιες κινήσεις δεν σώζεις την εικόνα σου, απλά περνάς το μήνυμα πως προτιμάς να «πνίξεις» κάποια φωνή αντί να αντέξεις λίγη φασαρία. Στην εποχή της εικόνας και των γρήγορων εναλλαγών, όλο αυτό θα είχε ξεφουσκώσει σε λίγες ημέρες.

Ίσως το συγκεκριμένο θέμα να είναι και ένα καμπανάκι. Δεν έχει σημασία αν συμφωνούμε ή όχι με τα αστεία του Πάρι Ρούπου. Η αισθητική, το χιούμορ και το γούστο είναι καθαρά υποκειμενικά στοιχεία. Όμως, θα αφήσουμε τα social media να καθορίζουν την ελευθερία του λόγου και έκφρασής μας;