Φρανκενστάιν: Η συγγνώμη του Θεού από το δημιούργημά του
Η πράξη με την οποία ο άνθρωπος επιχειρεί να ξεπεράσει τα όριά του, να γίνει Θεός, προσφέροντας μορφή στο άμορφο και ζωή στο άψυχο είναι η δημιουργία.
Ο «Φρανκενστάιν» του Γκιγιέρμο ντελ Τόρο, που προβάλλεται στο Netflix, δεν θέλει να είναι μια νέα κινηματογραφική εκδοχή του κλασικού μύθου, είναι μια αναγέννηση του ίδιου του θρύλου μέσα από το βλέμμα ενός δημιουργού που βλέπει την τέχνη ως πράξη θεϊκή και την επιστήμη ως μορφή εξομολόγησης. Ο Ντελ Τόρο επιστρέφει στη ρίζα του μύθου της Μαίρη Σέλεϊ, αλλά τον ανασχηματίζει από τα μέσα, μετατρέποντάς τον σε έναν στοχασμό πάνω στη δημιουργία, την ευθύνη και τη μοναξιά του Θεού.
Η ιστορία ξεκινά στα παγωμένα νερά του Αρκτικού Κύκλου, εκεί όπου η ζωή σβήνει και ξαναγεννιέται μόνο μέσα από τον πάγο. Ένα πλοίο πλέει προς τον Βόρειο Πόλο, και πάνω του δύο άνδρες, ο Βίκτορ Φρανκενστάιν (Όσκαρ Άιζακ) και το δημιούργημά του (Τζέικομπ Ελόρντι). Δεν είναι πια ο άνθρωπος που κυνηγά το τέρας, είναι το πλάσμα που αναζητά τον δημιουργό του, όχι για εκδίκηση, αλλά για κατανόηση. Ανάμεσά τους παγιδεύεται όλη η ιστορία του ανθρώπου και του Θεού, της ζωής και της ευθύνης απέναντι σ’ αυτήν. Η αφήγηση ξετυλίγεται μέσα από δύο παράλληλες εξομολογήσεις, του δημιουργού και του δημιουργήματος, δύο καθρέφτες που αντανακλούν ο ένας τη δυστυχία του άλλου.
Ο Φρανκενστάιν του Ντελ Τόρο δεν είναι ο παρανοϊκός επιστήμονας της παράδοσης. Είναι ένας πληγωμένος άνθρωπος, γιος ενός ψυχρού πατέρα, που κυνηγά τη γνώση σαν να ήταν το φως που θα ζεστάνει τη σκοτεινή του ψυχή. Η εμμονή του να δημιουργήσει ζωή δεν γεννιέται από ύβρη, αλλά από απελπισία. Θέλει να διορθώσει τον Θεό, να προσφέρει νόημα εκεί που η φύση δείχνει αδιαφορία. Και μέσα σ’ αυτή την ανάγκη, γίνεται ο ίδιος Θεός, όχι ο Θεός της αγάπης, αλλά εκείνος του σκοπού και της απομόνωσης. Το δημιούργημά του, από την άλλη, είναι το άδειο δοχείο της ανθρώπινης εμπειρίας, γεννιέται καθαρό, άγραφο, και μαθαίνει τον κόσμο μέσα από τις πράξεις των άλλων. Στην πορεία του μέσα στην ανθρωπότητα, το πλάσμα συναντά την καλοσύνη και τη σκληρότητα, την αποδοχή και την απόρριψη. Μαθαίνει τι σημαίνει αγάπη και τι σημαίνει μοναξιά, ώσπου συνειδητοποιεί ότι είναι το δημιούργημα ενός ατελούς θεού.
Ο Ντελ Τόρο χτίζει το παραμύθι του με γοτθική τελειότητα, φωτιά και πάγος, αίμα και δάκρυ, ζωή και θάνατος μπλέκονται σε μια εικονογραφία που θυμίζει πίνακες του Καραβάτζιο και όνειρα μέσα σε εργαστήριο. Όμως, πίσω από την αισθητική, βρίσκεται η ουσία, η αέναη ερώτηση του πλάσματος προς τον δημιουργό: «Γιατί;». Γιατί με έπλασες, αν δεν μπορείς να με αγαπήσεις; Γιατί μου έδωσες ζωή, αν είναι να την περάσω ως εξόριστος; Κι εκεί ο Ντελ Τόρο βρίσκει τον πυρήνα του μύθου, δεν υπάρχει μεγαλύτερη τραγωδία από το να δημιουργείς κάτι που δεν μπορείς να κατανοήσεις.
Το πλάσμα του Ελόρντι, εύθραυστο και θεϊκό μαζί, απεικονίζεται σαν Χριστός του νέου κόσμου. Από την πρώτη στιγμή, όταν σηκώνεται στον ουρανό δεμένο σε ξύλο, το βλέμμα του δεν ζητά εκδίκηση, αλλά φως. Είναι ο γιος ενός Θεού που αμφιβάλλει για τον ίδιο του τον σκοπό. Η πορεία του μοιάζει με παραβολή, περνά μέσα από την αμαρτία, την αλαζονεία, τον πόνο, για να φτάσει στην κατανόηση ότι η ζωή δεν είναι δώρο ούτε τιμωρία, είναι πείραμα. Και κάθε πείραμα αφήνει πίσω του πληγές.
Η ταινία κορυφώνεται όταν οι δύο συναντιούνται ξανά στον πάγο. Ο δημιουργός έχει πια καταρρεύσει, το πλάσμα έχει γίνει σοφότερο απ’ αυτόν. Εκεί, μέσα στην παγωνιά, ο Ντελ Τόρο φτάνει στη δική του εκδοχή της λύτρωσης, η ζωή δεν ανήκει ούτε στον Θεό ούτε στον άνθρωπο, αλλά σε εκείνον που τη βιώνει. Ο Φρανκενστάιν πεθαίνει, το πλάσμα μένει να κοιτά τον ουρανό, ζωντανό, καταδικασμένο στην αιώνια ύπαρξη. Ένα πλάσμα που κουβαλά μέσα του την ίδια ερώτηση που κουβαλά και ο δημιουργός του, τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος;
Η ταινία επιχειρεί να ισορροπήσει ανάμεσα στη θεολογική αλληγορία, το δράμα χαρακτήρων και το γοτθικό θέαμα, με αποτέλεσμα ο ρυθμός να γίνεται άνισος. Υπάρχουν σημεία όπου η αφήγηση βαραίνει υπερβολικά από συμβολισμούς, αφήνοντας πίσω τη συναισθηματική σύνδεση με τους ήρωες. Ο Ντελ Τόρο σκηνοθετεί κάθε σκηνή σαν πίνακα, όμως αυτή η εμμονή με την εικαστική τελειότητα απομακρύνει στιγμές αλήθειας. Ο Φρανκενστάιν του Όσκαρ Άιζακ, αν και πολυεπίπεδος, μένει ενίοτε εγκλωβισμένος σε πομπώδεις μονολόγους που περισσότερο εξηγούν παρά αποκαλύπτουν. Το ίδιο και το πλάσμα, παρά την έντονη παρουσία του Τζέικομπ Ελόρντι, ο χαρακτήρας κινδυνεύει να γίνει περισσότερο σύμβολο παρά άνθρωπος.
Όμως ο Ντελ Τόρο καταφέρνει να ανανεώσει έναν μύθο που έχει ειπωθεί δεκάδες φορές, δίνοντάς του πνευματική και συναισθηματική διάσταση χωρίς να προδώσει τη γοτθική του ψυχή. Η αφήγηση είναι ποιητική, στοχαστική και ταυτόχρονα βαθιά ανθρώπινη, ένα παραμύθι για την ευθύνη της δημιουργίας και την τραγωδία της ύπαρξης.
Η σκηνογραφία και η φωτογραφία είναι εξαιρετικές. Τα σκηνικά, κατασκευασμένα σχεδόν εξ ολοκλήρου, αποπνέουν υλικότητα και βάρος, ενώ τα χρώματα, τα φώτα και οι σκιές δημιουργούν έναν κόσμο που μοιάζει να έχει γεννηθεί από πίνακα του Καραβάτζιο του Ρέμπραντ ή του Γκόγια. Η κάμερα κινείται με άνεση ανάμεσα σε αίμα και ομορφιά, δείχνοντας την τέχνη ως πράξη λύτρωσης.
Οι ερμηνείες αποτελούν άλλο ένα δυνατό χαρτί. Ο Όσκαρ Άιζακ φτιάχνει έναν Φρανκενστάιν εσωτερικό, τραγικό, έναν άνθρωπο που πονά περισσότερο για το δημιούργημά του παρά για τον εαυτό του. Ο Τζέικομπ Ελόρντι, ως Πλάσμα, δίνει μια παρουσία σχεδόν υπερβατική, η σιωπή του, τα βλέμματά του, το παράστημά του μιλούν για τη μοίρα κάθε ύπαρξης που γεννιέται χωρίς να το έχει επιλέξει. Ανάμεσά τους αναπτύσσεται μια σχέση γεμάτη πατρική ενοχή και θεϊκή οργή.
Η ταινία λειτουργεί και ως φιλοσοφικό δοκίμιο πάνω στη δημιουργία. Ο Ντελ Τόρο χρησιμοποιεί τη θρησκευτική σημειολογία όχι απλώς για εφέ, αλλά για να επανεξετάσει την ίδια τη θέση του ανθρώπου απέναντι στον Θεό και την τέχνη. Το πλάσμα ως «Υιός» και ο δημιουργός ως «Θεός» δίνουν νέο βάθος στον διάλογο του μύθου με τη σύγχρονη εποχή, μια εποχή που δημιουργεί, καταναλώνει σπαταλά και εγκαταλείπει.
Σκηνοθετικά, η ταινία συνδυάζει το μακάβριο με το τρυφερό, τη βία με τη μελαγχολία. Συνολικά, ο «Φρανκενστάιν» του Ντελ Τόρο είναι ένα επίτευγμα τέχνης και στοχασμού, μια ταινία που δείχνει πως ο τρόμος μπορεί να είναι ταυτόχρονα ποίηση, και πως το τέρας είναι τελικά το πιο ανθρώπινο πλάσμα απ’ όλα.
Ο «Φρανκενστάιν» του Ντελ Τόρο είναι μια εξομολόγηση μεταμφιεσμένη σε ταινία τρόμου. Μια ιστορία για τη δημιουργία που γεννά ενοχή, για την επιστήμη που γίνεται ποίηση, και για την ομορφιά που μπορεί να γεννηθεί μόνο μέσα από το τέρας. Το νόημα στη ζωή γεννιέται όταν ο άνθρωπος συνδέει την ύπαρξή του με κάτι πέρα από τον εαυτό του, αγάπη, δημιουργία, κατανόηση, προσφορά, μνήμη.
Η «Πελοπόννησος» και το pelop.gr σε ανοιχτή γραμμή με τον Πολίτη
Η φωνή σου έχει δύναμη – στείλε παράπονα, καταγγελίες ή ιδέες για τη γειτονιά σου.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News
