Ο θλιμμένος παρκαδόρος

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή Σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

Ηταν το Απια και το Εγνατία. Τα μεγάλα καράβια της γραμμής Πάτρα- Ιταλία, που εναλλάσσονταν ελλιμενιζόμενα και αναχωρούντα από τον μώλο Αγίου Νικολάου ή κάπου παράπλευρα: Η παιδική μνήμη δεν βοηθάει, συγκρατεί μόνο τα ονόματα, τις σειρήνες κατά τον απόπλου, τον κατάπλου και την πρωτοχρονιά, την οσμή του καλαμποκιού από τους εγκατεστημένους ψήστες στις παρυφές του μώλου, την αρμύρα των μουσκεμένων σκοινιών και μια φαντασιακή αίσθηση ρωμαλέου μεγέθους των σκαριών, τα οποία δεν συγκρίνονται με τα θηρία των ημερών μας που φτάνουν στην Ιταλία σε 16 ή 18 ώρες, ασύλληπτα πράγματα την εποχή που ήθελες πέντε ώρες να φτάσεις στην Αθήνα με υπεραστικό λεωφορείο, μέσω της παλιάς εθνικής. Η «Νέα», που αντικαταστάθηκε από την Ολυμπία, δεν υπήρχε τω καιρώ εκείνω.

Τα μεγάλα καράβια μπήκαν στη ζωή μας, την επιτάχυναν, τη φούσκωσαν με κυματισμούς και μετά χάθηκαν. Τα πήρε το νέο λιμάνι και τα εξαφάνισε από την πρόσοψη της πόλης. Εμεινε ένας μώλος χωρίς καράβι, μια εκδοχή συνταξιούχου που γεμίζει τις ώρες του με τις βόλτες των πατρινών, μαθητών και φοιτητών, κυρίως, αλλά και ζευγαριών που εμπιστεύονται τα παιδιά τους σε μια αχανή τσιμεντένια επιφάνεια, για να κερδίσουν εκατό μέτρα χαλαρότητας. Εδώ κι εκεί, δένουν και φεύγουν τα πλοία της Κεφαλονιάς. Και ήρθαν οι χρεοκοπίες των εφοπλιστών να δώσουν στον μώλο το επάγγελμα του παρκαδόρου.

Για ένα διάστημα μας έκανε αρμένικη βίζιτα το Endeavor, παροπλισμένο, να απλώνει το μήκος του εγκάρσια σαν ανεμοφράκτη στον βόρειο άνεμο. Ακολούθησε το Queen of the Oceans,  το κρουαζιερόπλοιο, που τους έχασε τους όσεανς, λόγω δραματικής κάμψης ζήτησης κρουαζιέρας που έφερε η κρίση και μετά η απαγορευτική πανδημία. Το πλοίο αυτό έδεσε στην προβλήτα της Νόρμαν και έμεινε εκεί για 2,5 χρόνια, προκαλώντας κοινωνικές αντιδράσεις. Η Πάτρα έχει αποβάλει από τη μνήμη της την περίοδο όπου το φαινόμενο των δεμένων καραβιών στην πρόσοψή της ήταν μια συχνή και αυτονόητη κατάσταση. Αλλά βέβαια η δυσανεξία ήταν εύλογη, γιατί η μόνιμη κατάληψη είχε προσλάβει καταχρηστική διάσταση, άλλο αν η κατάχρηση ήταν χρυσοφόρα: Απέδιδε στον Οργανισμό Λιμένα 25.000 ευρώ μηνιαίως. Λάθος επάγγελμα διαλέξαμε.

Η Βασίλισσα έφυγε την Παρασκευή. Δεν σάλπαρε ακριβώς, γιατί η ακινησία της είχε ρημάξει τις μηχανές, όπως κι εμείς παθαίνουμε αγκύλωση μετά από ξάπλα σχοινοτενή. Την τράβηξε ένας στολίσκος από ρυμουλκά και την κατεύθυνε στο λιμάνι του Αστακού. Το θέαμα ήταν εντυπωσιακό και ιλαροτραγικό μαζί. Ένα θηρίο, καρικατούρα του αστραφτερού του εαυτού και των λαμπρών στιγμών της ψυχαγωγίας και της κατανάλωσης, να σέρνεται σαν τους παλιούς πασάδες που χρειάζονταν χειροδύναμους δούλους για να μεταφερθούν καρροτσηδόν, διότι η παχυσαρκία και η τρυφηλότητα τους είχε εξαφανίσει τον μυικό ιστό. Στα πόδια του θηρίου, σαν πατίνια, ήταν σφηνωμένα τα ρυμουλκάκια, και τράβαγαν τον όγκο με στήθη φουσκωμένα σαν του Ποπάι. Φεύγοντας ο νεκρός, άδειασε ο τόπος. Σαν ένα χέρι να τράβηξε της πόλης το βρακί της και φάνηκε απέναντι η ακτογραμμή, και φύσηξε κρύο αεράκι στα ψαχνά μας, και έδειξε η παραλία έρημη από λαμαρίνα και ίχνη μιας επίφασης λιμενικού ρόλου. Και μείναμε μια πόλη τέως λιμάνι, εμείς κι εμείς, με μόνον τα καλαμπόκια, τους πασατέμπους και τους εσπρέσους.

Υστερα ονειρεύτηκες ότι οι αρχές της πόλης ζήτησαν τον νεκρό τους πίσω, γιατί αυτό το άδειο της ακτής, αυτό το τίποτα, αυτό το κενό, ξύπνησε τη λύπη μας, για το άδειο μας, το τίποτά μας, το κενό μας. Πάλαι πότε Βασίλισσα των Ωκεανών, εμείς, κατά τον θρύλο μας, βουλιαγμένοι μαζί με τον κόκκινο ήλιο μας και τον πυρπολημένο βασιλιά καρνάβαλό μας, που γελάει φλεγόμενος για να μην ακούγεται το κλάμα της πόλης.

Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News

pelop Google news bing news pelop


ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ