Μητσοτάκης ή Τσίπρας;

Ο διευθυντής σύνταξης της «Π» Κωνσταντίνος Μάγνης γράφει για το δίλημμα των επόμενων εκλογών, Μητσοτάκης ή Τσίπρας.

Το παλιό δίλημμα ήταν ΝΔ ή ΠΑΣΟΚ; (με αλφαβητική σειρά). Ασφαλώς και έπαιζαν ρόλο οι αρχηγοί, ιδιαίτερα επί ημερών Κων. Καραμανλή και Ανδρέα, αλλά από το 1985 και μετά μιλούσαμε για ένα διαμορφωμένο παραταξιακό δίπολο. Για δύο κόσμους. Ο πασοκτζής ψήφιζε ΠΑΣΟΚ και ας μην τον ενθουσίαζε ο αυστηρός, πραγματιστής και αντι- επικός Σημίτης. Ο νεοδημοκράτης ψήφιζε ΝΔ και ας τον κλωτσούσε το μοντέλο Εβερτ. Που δεν το έλεγες και μοντέλο.

Σήμερα, οι όροι έχουν διαφοροποιηθεί. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει πετύχει την αναγωγή του διλήμματος σε επιλογή μεταξύ Μητσοτάκη- Τσίπρα. Αλλά και μεταξύ Μητσοτάκη- ΣΥΡΙΖΑ. Και έχει επωφεληθεί από αυτό. Όχι πως ο Τσίπρας ως προσωπικότητα, παρά τις γνωστές του αδυναμίες, που του συγχωρούνται- αν δεν λατρεύονται κιόλας- από τους φίλιους, δεν έχει σημαντικό ειδικό βάρος. Αντίθετα, αναγνωρίζεται ως καινοφανής, ταλαντούχα και δαιμόνια περίπτωση. Αλλά αν ο Αλ Τσίπρας αποσυρθεί από την αρχηγία, από τον ΣΥΡΙΖΑ θα άλλαζαν πολύ λιγότερα από όσα θα άλλαζαν εάν αποσυρόταν από το τιμόνι της ΝΔ ο Κ. Μητσοτάκης.

Μητσοτάκης ή Τσίπρας, λοιπόν; Στις εκλογές του 2019 η απάντηση  δόθηκε με σημαντική διαφορά. Αντισταθμίστηκαν δύο δημόσιες εικόνες και η κυβερνητική πολιτεία ΣΥΡΙΖΑ. Για τις επόμενες εκλογές έχουμε δρόμο ακόμα, από έξι μήνες μέχρι ενάμιση έτος. Θα επακολουθήσουν διάφορα συμβάντα σε μέτωπα γνωστά, σε μη προβλέψιμα, σε αστάθμητα.  Οι τρέχουσες συνθήκες, ωστόσο, δεν είναι ευνοϊκές για την αντιπολίτευση. Δεν έχει περάσει επαρκής χρόνος από τότε που διαμορφώθηκαν σε βάρος της όροι ήττας και απαξίας (αλλά και όροι διατήρησης μιας σημαντικής δυναμικής),  και επίσης δεν έχουν συμβεί πράγματα ικανά να πλήξουν επαρκώς την εικόνα του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης, μολονότι είχε να διαχειριστεί πρωτοφανείς δοκιμασίες. Αντιθέτως μέτρησε υπέρ της ότι ενώ είχε να διαχειριστεί πρωτοφανείς δοκιμασίες, επέδειξε χαρακτήρα. Της ξέφυγαν πράγματα. Αλλά είναι πάνω στο άλογο ακόμα και κρατάει το χαλινάρι.

Στη Θεσσαλονίκη ο Α. Τσίπρας έδειξε πως κατανοεί ότι δεν είναι αρκετό να περιμένει τη φθορά του αντιπάλου, που προβάλλει, μαζί με μερικούς εμβληματικούς, θορυβώδεις ή μη συνεργάτες του, ως αξιόπιστο, φρέσκο και εκσυγχρονιστικό εξουσιαστικό   μοντέλο. Ο ΣΥΡΙΖΑ μιλούν για νεοφιλελευθερισμό, αλλά δεν είμαστε σίγουροι ότι ο κόσμος έχει δει κάτι νεοφιλελεύθερο ή τέλος πάντων κάτι που δεν είχε δει και επί ΣΥΡΙΖΑ, όσο και αν επιχειρείται να εμφανιστεί η επιμονή στην αξιολόγηση (παιδεία, εργασία) και στην αριστεία ως αντίληψη ευγονικού χαρακτήρα.

Ο ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα επιχειρεί να αντιπαραθέσει μια γοητευτική αντι- πρόταση εξουσίας. Δεν έχει καταφέρει να το κάνει με όρους κινηματικούς, που διαμορφώνουν μανιχαϊστικό ρεύμα στην κοινωνία, ως αντιπαράθεση του άσπρου στο μαύρο. Οσο και αν προσπαθεί να αντιγράψει το κλίμα του παπανδρεϊκού ΠΑΣΟΚ, η διαφορά είναι ότι τον καιρό εκείνο ήταν διαμορφωμένος ένας άνεμος που καθιστούσε το ΠΑΣΟΚ ερωτεύσιμη περίπτωση, κάτι που σήμερα οι εποχές δεν ευνοούν ούτε για τον ΣΥΡΙΖΑ ούτε για το ΠΑΣΟΚ ούτε καν για τη ΝΔ του Κ. Μητσοτάκη, που ψηφίζεται ως αξιόπιστος, υπεύθυνος και μεθοδικός, και όχι ως προφήτης της φυλής. Στις μέρες του ’81, οι πολίτες δεν είχαν οπτική πρόσβαση προς «την άλλη πλευρά του φεγγαριού», που επαγγελόταν δικαιοσύνη, μετασχηματισμό, καλύτερη διανομή των αγαθών.  Πλέον έχουμε περπατήσει το φεγγάρι ολόκληρο και ξέρουμε ότι γη της επαγγελίας δεν υπάρχει: Η καλύτερη διανομή αγαθών προϋποθέτει ότι αυτά θα δημιουργηθούν. Αυτό είναι το θέμα της πολιτικής σήμερα, και αν δεν σοκάρεται κανείς, αυτή είναι η νέα ιδεολογία:  Η δημιουργία μιας καλύτερης Ελλάδας. Σοβαρής, ορθολογικής, παραγωγικής, που θα αξιοποιεί το καλύτερο δυναμικό της, με τρόπο που θα ρυμουλκεί (και δεν θα εξαφανίζει) τους υπόλοιπους.

Εχουν όλα αυτά ονοματεπώνυμο; Η κοινωνία θα αποφασίσει. Αλλά όποιος λειτουργεί ερήμην αυτής της συνθήκες, δύσκολα θα δώσει στην απάντηση το ονοματεπώνυμό του.