Τέχνη ωμότητας αλλά αλήθειας
Μετά από μισό και πλέον αιώνα, τα «Κόκκινα Φανάρια» (1963), σε σενάριο του Αλέκου Γαλανού και σκηνοθεσία του Βασίλη Γεωργιάδη, που έχασαν για λίγες ψήφους το Οσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας από το «8½» του Φελλίνι, άναψαν και πάλι στη σκηνή «Τεχνοχώρος-Cartel», σε δραματουργική επεξεργασία και σκηνοθετική ανάγνωση του Βασίλη Μπισμπίκη.
Για τον ηθοποιό και ιδιαίτερο σκηνοθέτη, που μετά από δύο συνεχείς θεατρικές επιτυχίες (με τον «Αρη» της Σοφίας Αδαμίδου -αναφορά στον ψυχωμένο καπετάνιο του ΕΛΑΣ Αρη Βελουχιώτη- και με το έργο «Ανθρωποι και Ποντίκια» του Τζων Στάινμπεκ) έβαλε την ομάδα του στον θεατρικό χάρτη της Ελλάδας και συνέδεσε το όνομά του με το σκληρό ρεαλισμό, το σενάριο της δραματικής ταινίας είναι μόνο η αφορμή. Το έργο ξαναγράφτηκε με δημιουργικό τρόπο, με στόχο να μεταφερθεί στο σήμερα ως μια απάντηση στη σύγχρονη ομοφοβική και ξενοφοβική πραγματικότητα και να αναδείξει τον κόσμο του περιθωρίου, το οποίο αναπαράγει η καθώς πρέπει κοινωνία εθελοτυφλώντας, αν και γνωρίζει ότι αποτελεί το υπογάστριό της.
Η δομή της παλιάς ταινίας, οι ήρωες και τα ονόματά τους κρατήθηκαν, οι περισσότεροι όμως γυναικείοι ρόλοι παίζονται από άνδρες και τρανς άτομα. Οι κακόφημοι δρόμοι της Τρούμπας της δεκαετίας του ’60, η σκοτεινιά των σπιτιών του αγοραίου έρωτα με τα ύποπτα και τα ένοχα φώτα, οι παράνομες σχέσεις με τις απογοητεύσεις τους, τους συμβιβασμούς και τις «μικροεπαναστάσεις» τους, μεταγράφονται στην εποχή μας στην queer εκδοχή.
Ιστορίες ζωής σκληρές και δύσβατες, με εμπόδια και πόνο, με ματαιώσεις και αδιέξοδα εκτυλίσσονται στη σκηνή, με φόντο ένα σύγχρονο λούμπεν μπαρ και κιτς αισθητική -μακρινό απόγονο του μπαρ της Φρύνης- που το διευθύνει η μαντάμ Παρί, μια δυναμική και σκληρή τρανσέξουαλ. Ακραίες σχέσεις αληθινών ανθρώπων διαγράφονται με ρεαλισμό, σκληρότητα και συχνά ωμότητα αλλά και με ευαισθησία και τρυφερότητα για την ψυχή του ανθρώπου, που η αγοραπωλησία του κορμιού δεν την εμποδίζει να προσδοκά το καλύτερο και να ονειρεύεται.
Για τον Βασίλη Μπισμπίκη η πρόκληση δεν είναι αυτοσκοπός. Επιδίωξή του είναι να σκηνοθετήσει αφτιασίδωτα τον ατελή κόσμο του σήμερα, που κλείνει υποκριτικά τα μάτια στην πραγματικότητα, συντηρώντας την ομοφοβία και τον ρατσισμό απέναντι στο διαφορετικό και δημιουργεί ανθρώπινα γκέτο, κατασκευάζοντας αποδιοπομπαίους και αποσυνάγωγους. Ο ίδιος, άνθρωπος των άκρων και των καταχρήσεων στη νιότη του -σύμφωνα με ομολογία του- δημιουργεί τέχνη, που τροφοδοτεί τη σκέψη και συγκλονίζει το συναίσθημα, μέσα από τα δικά του σκληρά βιώματα. Δεν αντέχει να βλέπει κοινωνικά εξαθλιωμένους ανθρώπους και έλκεται από το περιθώριο, γιατί δεν θέλει να υπάρχει.
Γι’ αυτό και επέλεξε το «Ανθρωποι και Ποντίκια», έργο ακραίου ρεαλισμού, και τώρα καταπιάνεται με τα «Κόκκινα Φανάρια», για να ανασύρει, χωρίς μελοδραματικές κορώνες, από την απελπισία της ύπαρξης και το σκοτάδι της περιφρόνησης και της απαξίωσης στο φως της σκηνής ανθρώπους δακτυλοδεικτούμενους, αποφασισμένους όμως να επιβιώσουν σ’ έναν κόσμο, που τους χλευάζει, τους αντιμάχεται και τους απορρίπτει, αποστρέφοντας το βλέμμα τους από αυτούς. Γίνεται έτσι το θέατρό του οίκος ανοχής γι’ αυτούς που ανεβαίνουν στο σανίδι για να μας υπενθυμίσουν την παρουσία τους και να δηλώσουν την αλήθεια τους.
Τα πειραγμένα «Κόκκινα Φανάρια» παρουσιάζονται εδώ και λίγες μέρες με την παλέτα του ουράνιου τόξου στον νέο χώρο της ομάδας «Τεχνοχώρος-Cartel», ένα μηχανουργείο της περιοχής του Ρέντη -παραχώρηση της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση- με τη σκηνοθεσία του Βασίλη Μπισμπίκη να παρέχει στο κοινό μια παράσταση τριών ωρών, που καθηλώνει με τη σκληρότητα και συχνά με την ωμότητά της.
Ενας Χορός ηθοποιών, φωτισμένος από τον Λάμπρο Παπούλια και ντυμένος με τα σχεδιασμένα από τον Κένι ΜακΛέναν κοστούμια, παίζει ο καθένας τον εαυτόν του, έχοντας ως κορυφαία την Μπέττυ Βακαλίδου, μια από τις πρώτες τραβεστί γυναίκες στην Ελλάδα, που σφραγίζει τον ρόλο της Μαντάμ Παρί με τη στητή, δυναμική αλλά και σπαρακτική παρουσία της την παράσταση, φωτίζοντάς τη μέσα από σκληρές προσωπικές εμπειρίες. Απαρατήρητη φυσικά δεν περνά και η εμφάνιση του γνωστού χορευτή και χορογράφου Δημήτρη Παπάζογλου στον ρόλο της Κατερίνας, καθαρίστριας του παλαιού πορνείου.
Ενα τολμηρό καλλιτεχνικό πρότζεκτ με πυρήνα την αλήθεια, που θα συζητηθεί και ίσως προκαλέσει τους σεμνότυφους. Μια οφειλή και ανταπόδοση του σκηνοθέτη στον κόσμο του περιθωρίου, που αποτελεί μέρος της πρότερης ζωής του, καθώς κάποτε, άγνωστο ακόμα και ανέστιο, τον περιέθαλψε με φροντίδα.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News