Θέατρο: Από τη δόξα στη συντριβή
Ενας παλαίμαχος θρύλος του ποδοσφαίρου αφήνεται σ’ ένα εξομολογητικό ταξίδι της αμφιρρέπουσας μακράς ζωής του. Καλεσμένος να μιλήσει για τα ιδεώδη του αθλητισμού στους μαθητές ενός σχολείου, απολογείται για όσα έζησε, αποκαλύπτεται χωρίς περιστροφές και ξεγυμνώνεται ως το κόκκαλο.
Η πορεία του επώδυνη, προβαίνει με χασματικές αντιθέσεις ανάμεσα στο παρόν και το παρελθόν του, καταγράφοντας τη μετάβασή του από το φως της δόξας στο σκοτάδι της αποκαθήλωσης, από τις θριαμβευτικές ιαχές των γηπέδων στη συντριβή της ερημιάς, από την επιτυχία και την επαγγελματική άνοδο στην πτώση και την υπαρξιακή ματαίωση.
Αυτός είναι ο καμβάς, πάνω στον οποίο ο Βασίλης Κατσικονούρης χτίζει τον τελευταίο επιτυχημένο του μονόλογο «Τσιτάχ, η ερημιά του τερματοφύλακα», για να αναφερθεί, με πρόσχημα τον αθλητισμό, στις αξίες της ζωής, στο ναυάγιο του έρωτα, της αγάπης και των ανθρωπίνων σχέσεων. Υποταγμένος ο ήρωάς του στο λουρί της Ανάγκης και από αγάπη κινούμενος, θα υποχρεωθεί κάποια στιγμή να προδώσει τις αρχές του, σημείο στο οποίο η γραφή του διακεκριμένου δραματουργού φτάνει στην κορύφωσή της.
Η απώλεια της αξιοπρέπειάς του, ως συνέπεια της προδοσίας του αξιακού του σύμπαντος, ανοίγει τον δρόμο σε μια καταβύθιση στα ενδότερα στρώματα της ψυχής του, εκεί όπου λαμβάνονται οι πιο δύσβατες αποφάσεις και συντελούνται οι πιο επώδυνες συγκρούσεις. Βαρύ το τίμημα για τον άλλοτε θριαμβευτή των γηπέδων, που παραχωρεί τη θέση του σε έναν συντριμμένο, τσακισμένο και αδειασμένο από τον κόσμο άνθρωπο, που άρκεσε ένα σφάλμα του για να ρημάξει η ύπαρξή του από όνειρα και όρεξη για τη ζωή.
Ακόμα όμως και μέσα στην απόλυτη ερημιά του, αυτός ο τριπλαδόρος των γηπέδων αρνείται να γίνει τριπλαδόρος της ζωής, καταφεύγοντας σε ελιγμούς. Συναισθανόμενος το ολίσθημά του, παραμένει άνθρωπος, βιώνοντας βουβά το προσωπικό του δράμα και με τη στάση του αυτή συγκινεί.
Χαμηλότονη, λιτή αλλά ουσιαστική η σκηνοθεσία της Κύπριας Ερμίνας Κυριαζή ανέδειξε σε βάθος την κωμικοτραγική διάσταση του κειμένου, με τον ακριβοθώρητο Γιώργο Νινιό να επανέρχεται μετά από απουσία χρόνων στη σκηνή, ερμηνεύοντας με τρόπο συναρπαστικό και καθηλωτικό τον μονόλογο. Επιστρατεύοντας όλα τα εκφραστικά του μέσα, παίζει με το βλέμμα και τις μούτες του προσώπου του, τον συμβατικό λόγο αλλά και τη γλώσσα του σώματός του, τις ομιλητικές παύσεις του και τις γεμάτες νόημα σιωπές του.
Με τη λαϊκή εκφορά της αφήγησής του, καθιστά οικείο τον κειμενικό λόγο και παρακολουθώντας στις λεπτομέρειές τους τις συναισθηματικές μεταπτώσεις του ήρωα, συναντιέται αβίαστα με το ενδιαφέρον του κοινού, προκαλεί τον προβληματισμό του και αποσπά το γλυκόπικρο και συγκρατημένο χαμόγελό του.
Σε απόλυτη συμπόρευση με την απλότητα της σκηνοθεσίας η λιτότητα της σκηνογραφίας. Μια μαριονέτα, που παραπέμπει ευθέως σε ποδοσφαιριστή, συνοδεύει με τις κινήσεις της τις ψυχολογικές διακυμάνσεις του ήρωα και ανάγεται σε τυπικό σύμβολο μιας ετεροκατευθυνόμενης ζωής. Ενα θρανίο, μια τσάντα αθλητή και μια μπάλα – σύμβολο συμπληρώνουν το απέριττο σκηνογραφικό τοπίο.
Ενας καλογραμμένος και αιχμηρός μονόλογος που ευτύχησε στην ερμηνεία του. Μια ξεχωριστή θεατρική εμπειρία, μετάκληση του θεάτρου «Αγορά» της Πάτρας.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News