Κλιματική Ανθεκτικότητα, Περιφερειακή και Έμφυλη Διάσταση: Ένα νέο βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης
Η δρ. Ζέφη Δημαδάμα είναι αρθρογράφος, διδάσκουσα στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, τ. Γενική Γραμματέας Ισότητας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων

Καθώς η κλιματική αλλαγή επιταχύνεται, οι περιφέρειες καλούνται να ηγηθούν της μετάβασης προς ένα πιο ανθεκτικό, βιώσιμο και δίκαιο μοντέλο ανάπτυξης. Στο επίκεντρο αυτής της πρόκλησης βρίσκεται η ανάγκη για μια στρατηγική που δεν περιορίζεται μόνο στις περιβαλλοντικές και οικονομικές πτυχές, αλλά ενσωματώνει και την κοινωνική διάσταση – με έμφαση στην έμφυλη ισότητα.
Οι γυναίκες πλήττονται δυσανάλογα από τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης. Αυτό καθιστά επιτακτική τη διαμόρφωση πολιτικών που δεν τις αντιμετωπίζουν αποκλειστικά ως ευάλωτες ομάδες, αλλά τις αναγνωρίζουν ως ουσιαστικές φορείς αλλαγής.
Η ενσωμάτωση της έμφυλης διάστασης στον σχεδιασμό πολιτικής για την κλιματική ανθεκτικότητα ξεκινά από τη δομή των ίδιων των περιφερειακών στρατηγικών.
Απαιτείται θεσμική σύγκλιση μεταξύ πολιτικών για την ισότητα των φύλων και για την κλιματική δράση, με ρητή αναφορά στους Στόχους του ΟΗΕ για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη (ιδίως στους SDG 5, 10 και 13).
Τα ζητήματα αυτά αποτέλεσαν αντικείμενο ουσιαστικής συζήτησης στο 13ο Regional Growth Conference που πραγματοποιήθηκε στην Πάτρα, αναδεικνύοντας τις προκλήσεις και τις ευκαιρίες που πρέπει να αξιοποιηθούν μέσα από μια ολιστική αναπτυξιακή στρατηγική.
Στο πλαίσιο αυτό, αναδείχθηκαν ως χρήσιμα εργαλεία τα Περιφερειακά Σχέδια για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή (ΠεΣΠΚΑ). Η ενσωμάτωση δεικτών φύλου στα ΠεΣΠΚΑ είναι απαραίτητη, ώστε να καταγράφονται και να αξιολογούνται οι διαφορετικές επιπτώσεις των κλιματικών φαινομένων – όπως οι πλημμύρες, οι ξηρασίες ή οι πυρκαγιές – σε κοινωνικές ομάδες, όπως οι αγρότισσες ή οι μητέρες, ή τα νέα κορίτσια.
Πρακτικά, οι τοπικές και περιφερειακές αρχές καλούνται να προχωρήσουν πέρα από τη θεωρητική προσέγγιση και να επενδύσουν σε συγκεκριμένα, έμφυλα χρηματοδοτικά εργαλεία.
Η στόχευση ενός ελάχιστου ποσοστού –όπως το 30%– ή ισόρροπης συμμετοχής δηλ. 50% των κλιματικών πόρων σε γυναικείες πρωτοβουλίες, όπως συνεταιρισμοί ή κοινωνικές επιχειρήσεις ανανεώσιμης ενέργειας, συμβάλλει ουσιαστικά όχι μόνο στην ενδυνάμωση των γυναικών αλλά και στην κοινωνική και οικονομική ανθεκτικότητα των τοπικών κοινοτήτων.
Παράλληλα, η θεσμική κατοχύρωση της ισότιμης συμμετοχής των γυναικών στη λήψη αποφάσεων είναι αναγκαία. Η παρουσία τους σε ποσοστό 50% σε όργανα διαχείρισης κλιματικών κινδύνων αποτελεί βασικό βήμα για τη διαμόρφωση βιώσιμων και δίκαιων λύσεων.
Είναι, επίσης, σημαντικό να αναγνωριστεί πως η έμφυλη διάσταση δεν είναι μονοδιάστατη. Οι γυναίκες δεν αποτελούν μια ενιαία κοινωνική κατηγορία, αλλά βιώνουν πολλαπλές και διασταυρούμενες διακρίσεις – ανάλογα με την ηλικία, την κοινωνική τάξη, ή εργασιακή τους θέση. Για παράδειγμα, οι ανάγκες μιας αγρότισσας στην περιφέρεια διαφέρουν σημαντικά από εκείνες μιας μονογονέα σε αστικό περιβάλλον.
Η κλιματική ανθεκτικότητα δεν εξαντλείται μόνο σε τεχνικά μέτρα υποδομής. Περιλαμβάνει και την ψυχοκοινωνική υποστήριξη των γυναικών που βιώνουν την απώλεια κατοικίας ή εισοδήματος λόγω φυσικών καταστροφών, καθώς και την προστασία της σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας – ειδικά για εγκύους και θηλάζουσες κατά τη διάρκεια ακραίων καιρικών φαινομένων.
Εν κατακλείδι, η μετάβαση προς ένα ανθεκτικό και δίκαιο μέλλον δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς μια νέα προσέγγιση στην περιφερειακή ανάπτυξη.
Χρειαζόμαστε πολιτικές που ενδυναμώνουν τις κοινότητες ως φορείς αλλαγής και εστιάζουν στην ένταξη και όχι στον αποκλεισμό.
Δεν μπορεί να υπάρξει βιώσιμη περιφερειακή ανάπτυξη χωρίς κοινωνική δικαιοσύνη – και δεν μπορεί να υπάρξει κλιματική ανθεκτικότητα χωρίς τις γυναίκες ως ισότιμα μέλη ενός ισορροπημένου και αποτελεσματικού στρατηγικού πολιτικού σχεδιασμού.
Ακολουθήστε μας για όλες τις ειδήσεις στο Bing News και το Google News