Πούντο, το δαχτυλίδι

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διεθυντή Σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

 

Με τους συναδέλφους μπορεί να διαφωνήσουμε μέχρις τσακωμού για διάφορα ζητήματα, όπως λογικά συμβαίνει και στο δικό σας περιβάλλον. Θα ήταν χρήσιμες οι επισυνδέσεις ανοιχτού χώρου. Αν καταγράφονταν διάφορες στιχομυθίες, θα έβγαινε υλικό για θεατρικά έργα όλων των βαθμίδων. Το τελευταίο κρούσμα ήταν ο καυγάς μας πάνω στο ερώτημα πόσα εικοσάρικα και πενηντάρικα χωράνε σε μια μέτρια βαλιτσούλα ταξιδίου. Μπορεί να χωρέσουν εξακόσια χιλιάρικα; Αδύνατον, λέει ο ένας. Πώς δεν μπορεί; λέει ο άλλος. Και μάλιστα πήγε να κάνει επίδειξη, αλλά είχε δύο εικοσάρικα όλα κι όλα, και πενηντάρικα δεν τολμούσε να εμφανίσει κανείς, αν υποθέσουμε ότι είχε κάποιος.

Το πενηντάρικο δεν το βγάζεις από το πορτοφόλι, όπως δεν βγάζεις από τη θήκη το δαχτυλίδι που άφησε η γιαγιά στην εγγονή, ένα δαχτυλίδι που η εγγονή θα το δει έτσι και μεγάλώσει, αυτή τη δουλειά θα κάνουμε, θα δίνουμε κοσμήματα σε παιδιά, να τα καταπιούν στο παιχνίδι, να έχουμε τρεχάματα. Να φτάσει τα πενήντα της και της το δείχνουμε το δαχτυλίδι, από κάποια απόσταση, να ξέρει ότι το έχει, για την εγγονή τη δική της.

Εξακόσια χιλιάρικα είναι πολλά ή λίγα λεφτά; Ακούμε ανθρώπους να λένε ότι αν είχαν τριακόσια χιλιάρικα από κάποια κληρονομιά, μια πώληση, μια εύνοια στο λαχείο, δεν θα ξαναδούλευαν στη ζωή τους. Το προφίλ της καθημερινότητάς τους, των έξεών τους, των άχρωμων χόμπι τους, της διατροφής τους, ακόμα και των ονείρων τους, είναι ταπεινό. Υπάρχει κόσμος που δεν αντέχει δεύτερη μπύρα, που τη βγάζει στη θάλασσα με έναν καφέ, που βολεύεται τα Σάββατα στην τηλεόραση και που διασκεδάζει σε γιορτές, καλέσματα και αν τύχει να βρεθεί σε ένα μπουζούκι, θα έχει να το συζητάει για μήνες. Με εξακόσια χιλιάρικα θα είχαν φτιάξει και από ένα διαμέρισμα για τις κόρες τους και θα διαβιούσαν με ένα αίσθημα πληρότητας. Για κάποιους άλλους, τα εξακόσια χιλιάρικα, ναι, είναι μια χαρά λεφτά, αλλά όταν βάζουν κάτω ένα σενάριο εξοδολογίου που θα μπορούσε να ενεργοποιηθεί χάρη σε μια τέτοια καβάντζα, το χρήμα εξανεμίζεται όπως το πετυχημένο γαλακτομπούρεκο σε παρέα με λιχούδηδες (δύο είναι αρκετοί, και μάλιστα τσακώνονται στη μοιρασιά).

Είναι ένα ερώτημα που δύσκολα παίρνει απάντηση. Πόσα λεφτά χρειάζεσαι για να ζήσεις; Ο τρέχων εαυτός σου έχει υπόψη του το κόστος των υποχρεώσεών του και των μικροκαημών του, όμως όταν τα λεφτά φυτρώνουν σαν φύλλα στη χιλιαρικιά του κήπου, ο τρέχων εαυτός μεταλλάσσεται, οι ανάγκες του αναβαθμίζονται και ο καταναλωτικός του κύκλος διευρύνεται. Μαθαίνουμε για ηθοποιούς του Χόλιγουντ που χρεοκοπούν αν κάνει απότομη καμπή η καριέρα τους, γιατί δεν μπορούν να κρατήσουν ανοιχτό το σπίτι στην Καλιφόρνια, στο Λονδίνο και στον Σεν Μόριτς.

Αντίθετα με τον γείτονα του Χότζα ευτύχησε όταν έβγαλε τα ζώα από το σπίτι και ξαναβρέθηκε στην αρχική, υπερστενόχωρη κατάστασή του, ο πλούσιος που χάνει έδαφος, δυστυχεί: Από το μεγαλείο των τριών και τεσσάρων κατοικιών, πρέπει να στριμωχτεί σε μια έπαυλη όλη κι όλη, και να εμφανίζεται σε δεύτερους ρόλους, για μερικές εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια. Κατάπτωση.

Ο Μίδας μετατρέπει σε χρυσάφι όσα αγγίζει, μέχρι που πεθαίνει από αυτό. Πότε ανασφάλεια και ο πόθος μετατρέπονται σε απληστία; Ποιο είναι το όριο κατάρρευσης της ηθικής άμυνας καθενός μας; Και πώς ενεργοποιείται η φοβερή εσωτερική συσκευή της αυτοδικαιολόγησης; Πιθανότατα η Εύα Καϊλή θα νιώθει αδικημένη. Θα έχει αναπτύξει μια αυτοπαρηγορητική πίστη ότι επιδιδόταν σε απλό και αβλαβές λόμπινγκ: Εχουν τόσα λεφτά αυτοί οι τύποι στο Κατάρ που είσαι ανόητος αν δεν τα πάρεις. Και στο κάτω κάτω, είναι ανήθικο πράγμα η διαφήμιση, η προώθηση ενός κρατικού συμφέροντος; Οι ταξιδιωτικές καταχωρήσεις δεν λανσάρουν τα κράτη ως παραδείσους; Γιατί κανείς δεν περνάει χειροπέδες στον διαφημιστή; Αθωώνει ένα ψεύδος η ιδιότητα του ψευδομένου;

Να ένα άλλο ερώτημα: Όταν το συμφέρον τα σκάει στο πρόσωπο, είναι δωροδοκία. Όταν τα σκάει στο κόμμα, είναι χορηγία. Ποιος αποφασίζει πότε η ανηθικότητα υπό τη συστημική μπέρτα, μετατρέπεται σε εθιμική πρακτική;
Ασχετο: Μήπως έχετε 580.000 σε εικοσάρικα για ένα πείραμα; Α, και μια χάντ μπαγκ αεροδρομίου.