Η φανέλα με το 11

Δύο παραγράφους όλες κι όλες, μερικά στατιστικά στοιχεία που αλιεύονται από τα διαδικτυακά κατάστιχα και τα απαραίτητα κλισέ. Το αφιέρωμα κεντρικής εφημερίδας στον Βασίλη Μποτίνο, τον άσο του Ολυμπιακού, της Εθνικής, του Ολυμπιακού Βόλου, που
μεσουράνησε κατά τη δεκαετία του ’60, και που στα τελειώματά του πέρασε και από τον παρακμασμένο Παναιγιάλειο. Παρακμασμένος κι αυτός.

Το παρελθόν είναι περισσότερο παρελθόν από όσο νομίζουμε. Οι νεότεροι συνάδελφοι αποτάθηκαν στους παλιότερους, μόλις έφυγαν από τη ζωή ο Ανδρέας Μιχαλόπουλος και ο Γιώργος Σίδερης για να τους ονοματίσουν τους παίκτες της Παναχαϊκής, τέλη ’60 και αρχές
’70, από τις λίγες αρχειακές φωτογραφίες που έχουν διασωθεί από μια περίοδο που θέλαμε να τη θυμόμαστε ως ένδοξη, αλλά που κράτησε λίγο και ξεθώριασε νωρίς. Ο Μποτίνος έπαιξε σπουδαία μπάλα για 7-8 χρόνια, μετά τον έφαγαν οι τραυματισμοί, η
πρωτόγονη αθλητιατρική της εποχής του και η ακόμα πιο πρωτόγονη νοοτροπία των παραγόντων του αθλήματος. Ουσιαστικά, ο φταίχτης ήταν ο υποτυπώδης επαγγελματισμός του σπορ του καιρού εκείνου. Ελλλάδα του ’70. Μόλις 20 χρόνια μετά τον Εμφύλιο. Τα 20 χρόνια πίσω από το 2022 το δικό μας, μας πάει στο 2002. Είχαμε όλοι πλέον κινητά τηλέφωνα και λαπ τοπ.

Από ένα καπρίτσιο της συγκυρίας, δεν προλάβαμε τον Μποτίνο δια ζώσης, στο γήπεδο. Όταν η Παναχαϊκή ανέβηκε στην Α’ Εθνική, το πρώτο ματς με τον Ολυμπιακό έγινε στο Καραϊσκάκη (0-2 η Παναχαϊκή, 4-2 ο Ολυμπιακός με 4 γκολ του Γιούτσου, και μια διαιτησία να μην αφήνει τους Πατρινούς να αναπνεύσουν). Δεύτερο ματς δεν είδαμε, γιατί η Παναχαϊκή εκτέθηκε σε δωροδοκία στο ματς με τον Αρη και υποβιβάστηκε. Λείψαμε μια χρονιά, επανήλθαμε, ο Μποτίνος είχε τραυματιστεί. Αλλά τον πετύχαμε, όσο μπορεί η παιδική μνήμη να συγκρατεί, σε μια- δυο τηλεοπτικές μεταδόσεις αγώνων της Εθνικής και σε κινηματογραφικά στιγμιότυπα, εκείνη τη θεσπέσια ασπρόμαυρη βροχή από εικόνες
επικής ταχύτητας, που προλόγιζαν τις ταινίες του σινεμά, ως «Επίκαιρα», που ξεκινούσαν με Παπαδόπουλο και Ζωιτάκη, συνέχιζαν με εκθέσεις μόδας στο Χίλτον, και επιτέλους κατέληγαν με 20 δευτερόλεπτα μπάλας, με τον σπήκερ να μην έχει ιδέα ποιος
ποδοσφαιριστής τρέχει και ποιος σκοράρει, καθώς η δουλειά του ήταν να αποδώσει με εύσχημον ελληνικήν τα διαδραματιζόμενα εις το Στάδιον Καραϊσκάκη ή εις την Λεωφόρον Αλεξάνδρας.

Η γλώσσα. Ο Μποτίνος είχε κατακτήσει τον χαρακτηρισμό του αέρινου και βιρτουόζου εξτρέμ. Οι λέξεις αυτές εξέλιπαν πλέον από το γλωσσικό οπλοστάσιο των αθλητικών σχολιαστών και υποκαταστάθηκαν από ξενισμούς και παιγνιώδεις αναφορές που «μιλούν» στη σημερινή κοινωνία. Ρολίστας, μηχανάκι, κόφτης, γουίνγκερ, πυλώνας, πάντσερ. Μισό αιώνα νωρίτερα, οι ποδοσφαιριστές ήταν απαράμιλλοι, χαλύβδινοι, οξυδερκείς, άψογοι, ακατάβλητοι, εγκέφαλοι, ογκόλιθοι, αίλουροι, ακαταμάχητοι, ηρωικοί, καλπάζοντες στρατηγοί και συνταγματάρχες, και το μυαλό μας χόρταινε από συλλαβές και εικόνες διαβάζοντας τις περιγραφές, τότε καταλάμβαναν τεράστιο χώρο στα φύλλα της επομένης, όπου οι ποδοσφαιριστές ταξινομούνταν σε διακριθέντες και υστερήσαντες που «δεν απέδωσαν τα αναμενόμενα».

Η εικόνα σπάνιζε, το κενό το κάλυπτε η γλώσσα που τάιζε την πεινώσα και διψώσα φαντασία. Τον Μποτίνο, που λες, δεν τον προλάβαμε, αλλά διαβάσαμε και μάθαμε τα πάντα γι’ αυτόν. Φεύγοντας, έμειναν εις το πηλίκον οι αναμνήσεις των παλιότερων και οι δύο ξερές παράγραφοι των νεότερων που έβγαλαν την υποχρέωση, κατεβάζοντας στοιχεία από κάποια βικιπέντια. Χου κέαρς, που λένε οι αγγλοσάξονες; Πώς μεταφράζεται αυτό;
Ποιος νοιάζεται; Ή ποιος σκοτίστηκε;

Ο Μποτίνος κατάφερε να κάνει μια σημαντική καριέρα και να μείνει στην ιστορία σαν ένας από τους αναντικατάστατους της πιο ταλαντούχας Εθνικής όλων των εποχών, εκείνης του ’70. Αδικήθηκε από τους τραυματισμούς και την πολιτισμική υστέρηση της Ελλάδας των γηπέδων. Αδικήθηκε όμως περισσότερο από τη βραδυπορία της τεχνολογίας. Η τηλεοπτική εικόνα δεν τον πρόφτασε. Ή εκείνος δεν την πρόφτασε; Ποιος ατύχησε περισσότερο από αυτό; Ο παίκτης ή η φίλαθλη κοινωνία; Ορφανή μένει η μνήμη μας, μάρτυρας γεγονότων για τα οποία χου κέαρς; Ο χρόνος σβήνει τη σημασία της ιστορίας. Ο κόσμος σήμερα δεν έχει χρόνο να καταναλώσει παρελθόν, το παρόν τον διεκδικεί με καταιγιστικές απαιτήσεις.
Συνεπώς, Μποτίνος. Μια ασπρόμαυρη φωτογραφία και 200 ευγενικές λέξεις. Το μήνυμα του σημερινού προέδρου. Και άει στο καλό. Αέρινος, βιρτουόζος, ζογκλέρ, ναι, όλα αυτά. Πάρτα μαζί σου, δεν μας χρειάζονται.