Μακρόν ο Α’ ο αλαζών

Του Κωνσταντίνου Μάγνη, Διευθυντή σύνταξης της εφημερίδας «Πελοπόννησος».

 

Ουαί και αλίμονο, λέμε, να ψηφιστεί η Λεπέν στον 2ο γύρο, όχι επειδή ο Μακρόν είναι κάποιος μεσσίας- αν και έχει μια ενδιαφέρουσα στιβαρότητα και αδιαμφισβήτητη δημοκρατικότητα- αλλά επειδή ο Μακρόν δεν είναι Λεπέν, και επειδή η Λεπέν είναι Λεπέν. Συνεννοηθήκαμε.

Αλλά έχει αρχίσει να φουσκώνει η υποψία ότι έχουν αυξηθεί επικίνδυνα οι Γάλλοι, και όχι μόνο οι Γάλλοι, που δεν τους πειράζει που η Λεπέν είναι Λεπέν, όπως επίσης είχαν αυξηθεί κάτω από τη μύτη μας οι Αμερικανοί που όχι απλά δεν τους πείραζε που ήταν Τραμπ ο Τραμπ αλλά τους άρεσε κι όλας.
Βλέπεις, για πολύ κόσμο, αμβλύνθηκαν οι λόγοι για τους οποίους είναι αδιανόητο να ψηφιστεί και, πολύ περισσότερο, να προτιμηθεί μια Λεπέν, και ενισχύθηκαν οι λόγοι για τους οποίους θα ήταν επιθυμητή μια τέτοια έκβαση των γαλλικών εκλογών. Φρίττεις; Αυτό θέλουν.

Τα κριτήρια της ψήφου είναι πάντα ρευστά και κυμαινόμενα, ενδεχομένως και αναπάντεχα. Ο Βενιζέλος είχε χάσει τις εκλογές του ’20, αν και θριαμβευτής, επειδή οι θρίαμβοί του είχαν σωρεύσει αντιθέσεις και μίσος, αλλά και κόπωση. Ο Τσόρτσιλ έχασε τις εκλογές ως νικητής του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, επειδή οι βρετανοί ήθελαν έναν πρωθυπουργό ειρήνης. Και ο Μακρόν μπορεί να χάσει τις εκλογές επειδή οι Γάλλοι βαρέθηκαν να τους λένε τι απαγορεύεται να ψηφίσουν. Μωρ’ τι μας λες; (Ακούγεται γαλλικό, και θα μπορούσε να είναι).

Διαβάζουμε ότι ο Μακρόν ενοχλεί «επειδή είναι αλαζόνας», κάτι που ασφαλώς έχει τη βαρύτητά του. Μας θυμίζει το επιχείρημα πολλών δημοτών της Πάτρας εναντίον υποψήφιου δημάρχου που τον μαύρισαν επειδή «δεν χαιρετάει». Τέτοια στοιχεία του χαρακτήρα μετράνε επειδή ο ψηφοφόρος εικάζει ότι ένας πολιτικός που δεν «κατεβαίνει» προς την καρδιά του πλήθους και δεν καταδέχεται τις οσμές της κουζίνας του νοικοκυριού, δεν έχει τα φόντα και τη διάθεση να αφουγκραστεί τις αγωνίες και τις απαιτήσεις της μικρής κλίμακας. Στο μυαλό του θα είναι μακροοικονομικά μεγέθη, βαρύγδουπες υποδομές και επενδυτικά προγράμματα που αφορούν τους καλούς και προκομμένους. Με τη μέτρια πλέμπα τι γίνεται; Αυτός είναι ο λόγος που ακούμε «αριστεία» και τρέχουμε πανικόβλητοι προς τη λαϊκίζουσα πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ: Μας πανικοβάλλει η ιδέα ότι διοικεί ο καλός συμμαθητής μας. Ο σπασίκλας. Ο νερντ.

Διαβάζαμε τις προάλλες σελίδες από ένα παλιότερο βιβλίο του δικαστικού Αργύρη Σταυράκη. Περιέγραφε γλαφυρά μια παιδική ηλικία στην ύπαιθρο του ’60, όταν για να φάει κρέας η οικογένεια, θα έπρεπε να χτυπήσουν τα παιδιά πουλιά με τη σφεντόνα. Υπήρχε ανέχεια και ευτυχία, ένας συνδυασμός από κάλυψη των χρειωδών χωρίς αίσθηση έλλειψης πολυτελέστερων αγαθών. Και χωρίς φόβο για το αύριο ή τον άνθρωπο της διπλανής πόρτας.

Οσο περισσότερο τα πολιτικά συστήματα ανεβάζουν το βιοτικό μας επίπεδο και όσο η παραγωγή και η τεχνολογία μας προτείνουν αγαθά που κάνουν τη ζωή μας καλύτερη, τόσο μεγαλώνει το άγχος να υπερασπιστείς τη θέση σου και τη δυνατότητα πρόσβασης στα αγαθά που μαθαίνεις να θεωρείς αυτονόητα, απαραίτητα, τεκμήρια μη υστέρησης. Η συνθήκη γίνεται λίπασμα οργής και αγωνίας που μετασχηματίζονται πολιτικά σε απαξίωση των θεσμών και του συστήματος. Νιώθουμε φτωχοί και δυστυχείς επειδή δυσκολευόμαστε να έχουμε αυτά που πιστεύουμε πως θα μπορούσαμε και πως δικαιούμαστε και επειδή η απόκλιση από το επιθυμητό στάτους μας φαίνεται ανυπόφορη. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι έχεις δικαίωμα στο καλύτερο, εφόσον το καλύτερο υπάρχει και προσφέρεται. Αλλά όταν η πρόσβαση στο καλύτερο δεν επιτυγχάνεται, κάποιος πρέπει να την πληρώσει.

Τώρα, πόσο ακριβά θα πρέπει να την πληρώσει, θα το μάθουμε στον β’ γύρο των εκλογών. Αλλά στις δημοκρατίες συμβαίνει, όταν τιμωρείς το σύστημα με ανορθόδοξες επιλογές, να τιμωρείς τον εαυτό σου εν τέλει, αν σας λέει κάτι το δημοψήφισμα του 2015. Καλό είναι, πάντως, ο Μακρόν να μάθει να χαιρετάει γιατί, ως γνωστόν, λαό δεν μπορεί να αλλάξει κανείς. Μπορεί να αλλάξει τον λαό; Όχι, αλλά αν ο πολιτικός ψωνιστεί ότι τα κατάφερε και ο λαός ψωνιστεί πως άλλαξε, τότε φτιάχνουν μαζί μια ωραία σκηνοθεσία.